Σελίδες

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013

Μάρκο Ρεβέλι: «Σημείο αναφοράς ο ΣΥΡΙΖΑ για την ευρωπαϊκή Αριστερά»

Ο Μάρκο Ρεβέλι, διδάσκει επιστήμη της πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του ανατολικού Πεδεμόντιου, στην περιφέρεια με πρωτεύουσα το Τορίνο. Αρθρογράφος της εφημερίδας «Ιλ Μανιφέστο», στη δεκαετία του 1970, ήταν κύριο μέλος της γνωστής οργάνωσης της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς Lotta Continua (Συνεχής Αγώνας). Ο Μάρκο Ρεβέλι, 66 ετών, αναλύει την κρίση και τις ευθύνες των πολιτικών και αναζητά διεξόδους. Στη συνέντευξη αυτή που μας παραχώρησε εντοπίζει ως κύριο «σημείο στροφής» τις ευρωεκλογές του Ιουνίου και θεωρεί την ελληνική Αριστερά -και ειδικότερα τον ΣΥΡΙΖΑ- κύριο σημείο αναφοράς για όλες τις προοδευτικές «αντισυστημικές» δυνάμεις της γηραιάς ηπείρου.
Συνέντευξη στον Θεόδωρο Ανδρεάδη Συγγελλάκη

• Κύριε καθηγητά, πώς κρίνετε το «περιστατικό της Ελλάδας» και τι πιστεύετε ότι μπορεί να συμβεί στο μέλλον;

Βρίσκομαι στο πλευρό της Ελλάδας και διατηρώ στενότατες σχέσεις με πολλούς φίλους του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επισκέφθηκα την Αθήνα αρκετές φορές τα τελευταία αυτά χρόνια και ήρθα αντιμέτωπος με το αρνητικό πρόσωπο της Ευρώπης. Διέκρινα, επίσης, στον ορίζοντα και το πιθανό μέλλον της Ιταλίας. Πιστεύω πως η υπόθεση της Ελλάδας αποτελεί τη μεγάλη ευθύνη, το μεγάλο φταίξιμο της ηπείρου μας. Θεωρώ ότι πρόκειται για ένα εργαστήρι στο οποίο μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα όλα τα λάθη του ισχύοντος οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου, το οποίο εξελίχθηκε σε δόγμα της σημερινής Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η Ελλάδα δεν είναι μόνο θύμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Είναι θύμα ενός οικονομικού, τεχνοκρατικού και χρηματιστικού δόγματος, ενός «χρηματοκαπιταλισμού» που αφαιρεί πόρους από τις διάφορες τοπικές κοινωνίες και τους μεταφέρει στις διεθνείς χρηματιστικές εξουσίες. Στις τράπεζες, δηλαδή, και τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Στη χώρα σας διαπιστώνουμε -με δραματικό και συγκεκριμένο τρόπο- τα αποτελέσματα των πολιτικών αυτών, που θεωρώ ότι θα πλήξουν με τον ίδιο βάναυσο τρόπο όλη τη μεσογειακή Ευρώπη…

• Μπορούμε να βρούμε μια ουσιαστική διέξοδο, παρά την τόσο δύσκολη καθημερινότητα;

Εγώ είμαι της άποψης ότι με το σημερινό μοντέλο δεν υπάρχει διέξοδος. Πιστεύω ότι αυτά που μας λένε από τη Φρανκφούρτη και τις Βρυξέλλες, ότι με τις σημερινές θυσίες θα βάλουν τάξη στο σπίτι μας, ότι θα νοικοκυρευτούν τα δημοσιονομικά μας και θα αρχίσει η ανάπτυξη, είναι ψέματα. Στο μοντέλο αυτό δεν υπάρχει ανάπτυξη, ούτε επιστροφή στην ευμάρεια και σε μια κοινωνική ισορροπία. Εκτός και αν το αλλάξουμε, αν διαψευστεί και αποδομηθεί το δόγμα. Δεν μιλώ, βεβαίως, μόνον για την ισοσκέλιση του ισοζυγίου, διότι δεν θέλω να υποστηρίξω ότι μπορούν να συνεχιστούν αιωνίως οι πολιτικές διόγκωσης του ελλείμματος. Αυτό που δεν μπορεί να επιβιώσει είναι η πρόθεση να ανακατανέμονται οι πόροι και ο πλούτος με λογική εντελώς αντίθετη από εκείνη της σοσιαλδημοκρατικής σκέψης του περασμένου αιώνα: να τα παίρνουν από τους φτωχούς και να τα μοιράζουν στους πλούσιους. Τα αποτελέσματα, νομίζω, τα βλέπουμε παντού. Το ένα πέμπτο του διεθνούς πληθυσμού συνεχίζει να πλουτίζει ακόμη και μέσα στην κρίση, ενώ οι μάζες γίνονται όλο και φτωχότερες.

• Και ποιος θα σηκώσει το βάρος της αλλαγής του μοντέλου για να βγούμε από την κρίση;

Νομίζω ότι η λύση δεν βρίσκεται στις διάφορες, μεμονωμένες, εθνικές πραγματικότητες· η λύση βρίσκεται μόνο σε ένα υπερεθνικό μέτωπο, στη δημιουργία μιας πολιτικής δύναμης που να ξεπερνά τα εθνικά σύνορα των διαφόρων χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Κάθε φορά, με τις διάφορες, νέες φάσεις της κρίσης, οι πολιτικοί μας (μου έρχεται στον νου ο πρώην πρωθυπουργός μας, ο Μάριο Μόντι) πηγαίνουν στην Ευρώπη σχεδόν σαν επαίτες, λέγοντας «εμείς δεν είμαστε σαν τους Ελληνες». Και το ίδιο, βέβαια, κάνουν και οι Ισπανοί, λέγοντας «δεν είμαστε σαν τους Ιταλούς». Πρόκειται για μια πολιτική αυτοκτονία, για συναγωνισμό με στόχο να φανεί ο ένας πιο αξιόπιστος από τον άλλο, χρησιμοποιώντας όσο γίνεται πιο ακραίες, τραγικές κοινωνικές πολιτικές. Αυτή είναι η απόλυτα λανθασμένη λύση. Θεωρώ ότι υπάρχουν περιθώρια για ένα μέτωπο -αν μη τι άλλο της Μεσογείου- σε θέση να κοντράρει αυτόν που μπορούμε να αποκαλέσουμε «άξονα του Βορρά». Τις χώρες, δηλαδή, που κερδίζουν και ευημερούν χάρη στην κρίση αυτή.

• Ποιο πολιτικό χώρο σκέφτεστε, με στόχο, παράλληλα, και μια ρεαλιστική δυνατότητα επικράτησης στις εκλογικές αναμετρήσεις;

Θεωρώ ότι οι ευρωεκλογές του Ιουνίου θα είναι το καταλληλότερο πολιτικό πεδίο για να εξακριβώσουμε αν μπορούμε, όντως, να αλλάξουμε πορεία πλεύσης. Αναφέρομαι, ασφαλώς, σε ένα αριστερό μέτωπο, ικανό να ξεπεράσει παλιές φόρμουλες και να προχωρήσει σε ρήξη με παρωχημένες λογικές. Η ελληνική Αριστερά, στη φάση αυτή, είναι η πιο ζωτική, ισχυρή και καινοτόμα όλων των μεσογειακών χωρών. Η υπόλοιπη Ευρώπη πρέπει να δώσει ένα χέρι στην Ελλάδα, στο πεδίο της οικονομίας, υποστηρίζοντας τα δίκια της. Παράλληλα, όμως, η Ελλάδα μπορεί να προσφέρει στις άλλες χώρες μια βοήθεια στο πολιτικό πεδίο, δείχνοντας τον δρόμο και αναλαμβάνοντας ηγετικό ρόλο. Η σαφής αναφορά μου είναι στον ΣΥΡΙΖΑ, στον ηγετικό ρόλο της ελληνικής αυτής Αριστεράς, στην οποία πολύς κόσμος, εδώ στην Ιταλία, προσβλέπει με ελπίδα και ενδιαφέρον. Το κύριο ισχυρό σημείο της είναι ότι δεν αντιπροσωπεύει τα υπολείμματα μιας ηττημένης Αριστεράς του περασμένου αιώνα, αλλά μια πρόταση, σε επίπεδο γλώσσας, περιεχομένου και κοινωνικής αποδοχής, η οποία «μυρίζει καινοτομία». Θεωρώ ότι η δυνατότητα να χτίσουμε μια πολιτική πρόταση που να ξεπερνά τα σύνορα της κάθε χώρας, εν όψει των ευρωεκλογών -με τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία και ίσως όχι μόνον- θα ήταν ό,τι πιο πολύτιμο. Εχουμε βέβαια τον λαϊκισμό των δυνάμεων της άκρας Δεξιάς, όπως του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία. Κινδυνεύουμε να προσπαθήσουν να καλύψουν το πολιτικό κενό που δημιουργήθηκε και πρέπει να τις πολεμήσουμε με την ανανέωση των πολιτικών προτάσεων και πρακτικών της ευρωπαϊκής Αριστεράς…

• Επιμένετε ιδιαίτερα στις νέες λέξεις-κλειδί που πρέπει να χρησιμοποιήσει η Αριστερά. Μπορείτε να μας κάνετε μια σύντομη αναφορά στις πιο σημαντικές;

Είναι το λεξιλόγιο ενός νέου διεθνισμού, ο οποίος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του ότι η πολιτική που επικεντρώνεται στο κράτος-έθνος ή υπόκειται στις υπερεθνικές εξουσίες, απλώς, βγαίνει χαμένη. Επιθυμώ μια Αριστερά που να μιλά μια γλώσσα η οποία να αφορά το «δίκαιο των λαών» -jus gentium- και όχι μόνον ενός λαού. Θέλω αλληλεγγύη, αλλά απτή, χειροπιαστή και όχι απλή θεωρία, όπως και την επαναδημιουργία των κοινωνικών σχέσεων, οι οποίες, σε πολύ μεγάλο βαθμό, καταστράφηκαν. Εχω στον νου μου ένα «λεξιλόγιο» που να περιλαμβάνει και τη νέα περηφάνια των εργαζομένων, η οποία χάθηκε εξαιτίας της πίεσης του χρήματος. Και όχι μόνον. Πιστεύω πως επιβάλλεται να ασκηθεί μεγάλη κριτική στη λογική της αγοράς. Μια κριτική που θα πρέπει να ξεκινήσει από τη σχέση του χρήματος με την πολιτική που παρήγαγε, συχνά, το φαινόμενο της διαφθοράς. Στο θέμα αυτό, δεν θα πρέπει να μας ικανοποιήσει η δικαστική ποινικοποίηση· χρειάζεται πραγματική κοινωνική και πολιτική αντιμετώπιση. Θεωρώ, παράλληλα, βασικής σημασίας την αξία της φιλίας, σε έναν κόσμο στον οποίο επικρατεί μόνον ο ανταγωνισμός. Ας βρούμε το θάρρος να ξαναδώσουμε, πραγματικά, προτεραιότητα στον άνθρωπο. Η Αριστερά, δηλαδή, πρέπει να καταφέρει να μιλήσει στους πραγματικούς ανθρώπους, στους άνδρες και στις γυναίκες με τα προβλήματά τους, και όχι στα συμβολικά σχήματα που οικοδόμησε, απορρίπτοντας, συγχρόνως, τη γλώσσα του μάρκετινγκ.

• Είναι μεγάλη πρόκληση, η οποία απαιτεί συνεχή προσπάθεια και κοινή συμπόρευση…

Σαφώς, αλλά νομίζω ότι όλα αυτά βρίσκονται στο DNA της Αριστεράς. Ενα «χαμένο», ίσως, DNA, που κάποιες φορές πρέπει να το ανακαλύψουμε και πάλι…

• Αφιερώσατε τη ζωή σας στη μελέτη της πολιτικής. Είστε αισιόδοξος ότι θα μπορέσει να ξαναγίνει ο ρυθμιστικός παράγων των εξελίξεων;

Οντως, διδάσκω επιστήμη της πολιτικής, κάτι που μοιάζει, πλέον, σχήμα οξύμωρο. Τα τελευταία 25 χρόνια έχουμε ζήσει τη χρεοκοπία της πολιτικής. Το ναυάγιο αυτό αφορά την κύρια αποστολή της: να μπορέσει να εγγυηθεί, δηλαδή, τις συνθήκες ύπαρξης της κοινωνίας. Ο απολογισμός είναι παντού, σε κάθε χώρα, δραματικός. Παρά ταύτα, μόνον η επιστροφή της πολιτικής ως μαζικής δράσης θα μπορέσει να μας σώσει, διότι πέρα από τα σύνορα της πολιτικής βρίσκουμε μόνο την ανθρωποφαγία των αγορών.