Από τον Γιώργο Στάμκο
πηγή: tvxs.gr
Μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά
τον 4ο μ.Χ. αιώνα, οι γιορτές και οι τελετές των προηγούμενων θρησκειών
όχι μόνο δεν εγκαταλείφθηκαν αλλά συχνά μεταμορφώθηκαν και σε ορισμένες
περιπτώσεις ενισχύθηκαν κιόλας.
Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι,
συνηθισμένοι και εθισμένοι στο διονυσιακό πνεύμα, θεωρούσαν πολύ
σημαντικές αυτές τις εορτές και δεν ήταν διατεθειμένοι να τις
εγκαταλείψουν ξαφνικά και εντελώς για χάρη του νέου Θεού από την
Ανατολή.
Μια τέτοια δημοφιλή γιορτή ήταν και η ρωμαϊκή γιορτή των
Καλενδών, η οποία ξεκινούσε στις 25 Δεκεμβρίου και κρατούσε έως στις 7
Ιανουαρίου, κατά τη διάρκεια δηλαδή του Χειμερινού Ηλιοστασίου. Την
περίοδο αυτή, του “θανάτου” (Χειμερινό Ηλιοστάσιο 22 Δεκεμβρίου) και της
“Αναγέννησης” του Ήλιου, ο Ελληνορωμαϊκός κόσμος ξεφάντωνε με
πανηγύρια, οινοποσίες, συμπόσια, θεατρικές παραστάσεις και κάθε λογής
δρώμενα και θεάματα.
Με
την επίσημη υιοθέτηση του Χριστιανισμού ως “κυρίαρχης θρησκείας” από τη
Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στην αρχή έγινε προσπάθεια να σταματήσουν αυτές
οι πανάρχαιες γιορτές προς τιμήν των προηγούμενων θεών. Επειδή ωστόσο
ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες στην παράδοση και στις συνήθειες του
Ελληνορωμαϊκού κόσμου δεν ήταν καθόλου εύκολο να ξεριζωθούν εντελώς, και
γι' αυτό επιχειρήθηκε η “μετάλλαξή” τους με τη μετατροπή του
περιεχομένου τους σε χριστιανικό. Μέσα σε αυτή τη μεταμόρφωση του
αρχαίου πολυθεϊστικού Ελληνορωμαϊκού κόσμου σε μονοθεϊστικό χριστιανικό
κόσμο, προέκυψε και η γιορτή των Χριστουγέννων ως κατάλοιπο αρχαίων
παγανιστικών εορτών που “παντρεύτηκαν” με τον Χριστιανισμό.
Ως
γνωστόν, κατά τους τρεις πρώτους αιώνες της ύπαρξης του Χριστιανισμού, η
γέννηση του Ιησού Χριστού δεν εορτάζονταν καθόλου. Για την ακριβή
ημερομηνία γενέσεως του Ιησού δεν γίνεται καμιά αναφορά στην Καινή
Διαθήκη, αλλά και κανείς από τους Αποστόλους δεν μιλά για την 25η
Δεκεμβρίου ως ημέρα γενεθλίων. Οι μεγάλες χριστιανικές εορτές ήταν τα
Θεοφάνια, στις 6 Ιανουαρίου, και το Πάσχα. Η πρώτη επίσημη αναφορά της
25ης Δεκεμβρίου ως ημέρα γιορτής της γέννησης του Ιησού εμφανίζεται σε
Ρωμαϊκό ημερολόγιο του 336 μ.Χ. Ο Πάπας Ιούλιος Α΄ (337-352) καθιέρωσε
επίσημα στη Ρώμη τον εορτασμό της “Χριστού Γεννήσεως” και από τότε στη
Δύση κατέστη η σημαντικότερη χριστιανική γιορτή.
Στη Ρώμη το
“καλαντάρι των Φιλοκαλίων” (354 μ.Χ.) περιλαμβάνει στην ημερομηνία της
25ης Δεκεμβρίου, απέναντι από την παγανιστική “Natalis invicti”, δηλαδή
“γέννηση του ακατανίκητου (ήλιου)”, την φράση “VIII kaalitan nattis
Christus in Bethleem Iudea”. Ιστορικές μαρτυρίες μας πληροφορούν πως το
356 στην Ρώμη εορτάζονταν πλέον τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, ενώ
αντίθετα στην Αρμενία και Συρία εορτάζονταν στις 6 Ιανουαρίου. Στην
Ανατολή η 25η Δεκεμβρίου έγινε αποδεχτή λίγο αργότερα (τέλος 4ου με
αρχές 5ου αιώνα). Και το διάστημα μέχρι 6η Ιανουαρίου παρέμεινε γνωστό
ως “Δωδεκαήμερο Εορτών”, όπως ήταν και στον παγανιστικό Ελληνορωμαϊκό
κόσμο.
Πότε γεννήθηκε ο Ιησούς;
Γεννήθηκε
ο Ιησούς στις 25 Δεκεμβρίου; Πιθανότατα όχι. Εξάλλου η Αγία Γραφή δεν
αναφέρει ημερομηνία και η ιστορία της γέννησης περιέχει αρκετά
αντικρουόμενα στοιχεία. Για παράδειγμα η παρουσία των βοσκών με τα μικρά
προβατάκια παραπέμπει περισσότερο σε άνοιξη και όχι στο καταχείμωνο. Η
αλήθεια είναι πως δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Ιησούς
Χριστός. Χρονολογικά, με βάση υπολογισμούς, θεωρείται ως πιθανή χρονική
περίοδος μεταξύ του 6-2 π.X.
Η ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου ως
ημέρα γέννησης του Χριστού, αναφέρεται για πρώτη φορά από τον επίσκοπο
Ρώμης, Ιππόλυτο, το έτος 235 μ.Χ. και μόλις το 336 μ.Χ. εμφανίζονται για
πρώτη φορά επίσημα στο Ρωμαϊκό ημερολόγιο.
Η επιλογή της 25ης
Δεκεμβρίου έγινε από τον Πάπα Ιούλιο τον Α, τον 4ο μ.Χ. αιώνα μετά από
έρευνα που έγινε στα αρχεία της Ρώμης για την χρονιά της επί αυτοκράτορα
Οκταβιανού Αυγούστου απογραφής, και κατόπιν υπολογισμών βάση των
Ευαγγελίων, επειδή η συγκεκριμένη ημερομηνία συνέπιπτε με τα
ειδωλολατρικά τελετουργικά για το Χειμερινό Ηλιοστάσιο ή την Επιστροφή
του Ήλιου. Αυτό το φυσικό φαινόμενο θεωρούνταν κατάλληλο σύμβολο της
εμφάνισης του “Ήλιου της Δικαιοσύνης”, που διέλυε τη μακρά νύχτα της
αμαρτίας και των σφαλμάτων.
Στις
αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα η Εκκλησία αποφάσισε να τοποθετήσει οριστικά
τη γέννηση του Ιησού στις 25 Δεκεμβρίου πιθανότατα για λόγους
πολιτικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς λόγους και όχι θεολογικούς και
ιστορικούς. Η απόφαση αυτή φαίνεται πως ελήφθη ώστε τα “Χριστούγεννα”
να συμπέσουν και να καλύψουν τις δημοφιλείς παγανιστικές εορτές του
Σατούρνου (Θεός των Ρωμαίων προστάτης της Γεωργίας που ταυτίζεται με τον
Κρόνο) στη Δύση αλλά και του Μίθρα, του “μεσολαβητή”, του θεού του
Φωτός και της Σοφίας των Περσών) η λατρεία του οποίου, αν και ξεκίνησε
από τη Μέση Ανατολή είχε διασπαρεί σε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Μιθρούγεννα;
Αξιοσημείωτο
είναι πως τα γενέθλια του θεού Μίθρα -μια δημοφιλή θεότητα του
Ινδοϊρανικού πάνθεου- εορτάζονταν αμέσως μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο
και συγκεκριμένα στις 25 Δεκεμβρίου, μια ημερομηνία που υιοθετήθηκε
αργότερα κι από τους Χριστιανούς και είναι πλέον τα γνωστά μας
Χριστούγεννα.
Ως γνωστόν, μέχρι το 336 μ.Χ., ο εορτασμός της γέννησης
του Χριστού, όταν άρχισε καθυστερημένα να εορτάζεται, αρχικά λάμβανε
χώρα την 1η Ιανουαρίου. Η αλλαγή της ημερομηνίας των Χριστουγέννων
επιβλήθηκε από την αυτοκρατορική εξουσία και την εκκλησία προκειμένου να
προσελκύσει στο Χριστιανισμό και τους πολυάριθμους οπαδούς του Μίθρα
που ήταν διασκορπισμένοι σε όλη αυτοκρατορία και ειδικά ανάμεσα στους
Ρωμαίους λεγεωνάριους.
Σύμφωνα με τη θρησκευτική παράδοση και τους
μύθους του Ζωροαστρικού κόσμου ο Μίθρας γεννήθηκε από παρθένο στις 25
Δεκέμβρη. Είχε 12 μαθητές και έκανε πολλά θαύματα. Μετά τον θάνατό του
θάφτηκε για τρεις μέρες και μετά αναστήθηκε. Ο ίδιος ονομαζόταν επίσης
“Αλήθεια”, “Φως” αλλά είχε και άλλα ονόματα, ενώ η ιερή του ημέρα ήταν η
Κυριακή -και όχι το Σάββατο, η ιερή ημέρα των Ιουδαίων. Καθόλου τυχαίο
λοιπόν ότι επιλέχθηκε η 25η Δεκεμβρίου, η γενέθλια γιορτή του Μίθρα,
ώστε να συμπέσει με την εορτή της γέννησης του Χριστού, για να δοθεί
έτσι ένα σήμα συνέχειας και σύνθεσης προκειμένου ο επίσημα
αναγνωρισμένος Χριστιανισμός να επιτελέσει το νέο ρόλο του ως
οικουμενική θρησκεία της Αυτοκρατορίας.
Οι Ζωροάστρες “Μάγοι με τα Δώρα”
Οι
δε περίφημοι τρεις Μάγοι της Ανατολής, που πρώτοι εντόπισαν σε μια
ταπεινή φάτνη στη Βηθλεέμ και προσκύνησαν το νεογέννητο Ιησού ως
“βασιλιά του κόσμου”, είναι ιστορικά γνωστό πως ήταν μια ιρανική κάστα
που αποτελούσε το ένα από τα δύο συμβούλια της Αυτοκρατορίας των Παρθών,
δρώντας παράλληλα ή σε συνεργασία με τους Ζωροάστρες ιερείς.
Οι
Μάγοι της Ανατολής χρησιμοποιούσαν φυλακτά, ξόρκια, αστρολογία, τελετές,
ψυχοτρόπα βότανα καθώς κι ένα πρώιμο είδος αλχημείας, για να
προστατεύσουν τους πιστούς τους από τον Αριμάν, το αρχέγονο Κακό.
Τέτοιοι φαίνεται πως ήταν και οι “τρεις Μάγοι με τα Δώρα”, που
επισκέφτηκαν το νεογέννητο Ιησού στη φάτνη του. Οι Μάγοι παρακολουθούσαν
με ενδιαφέρον την πορεία του Ιησού, τον οποίο και θεωρούσαν “μαγικά
σημαντικό” εφόσον μπορούσε να θεραπεύει και να κάνει θαύματα.
Σύμφωνα
με τα Ευαγγέλια ο Ιησούς ισχυρίζονταν πως οι δυνάμεις του προέρχονταν
από τον Θεό, και όχι από κάποιον υποταγμένο σ’ αυτόν δαίμονα, όπως
συνήθιζαν να κάνουν οι Πέρσες Μάγοι. Αξιοσημείωτο πάντως είναι πως, όταν
οι Πέρσες του Χοσρόη Β’ κατέστρεψαν την Ιερουσαλήμ (614 μ.Χ.) επί
αυτοκράτορα Ηρακλείου και ισοπέδωσαν τους περισσότερους χριστιανικούς
ναούς της, άφησαν ανέπαφο το Ναό της Γεννήσεως, όπου υπήρχε η φάτνη στην
οποία γεννήθηκε ο Ιησούς, διότι υπήρχε μια απεικόνιση των “τριών Μάγων
με τα δώρα” την οποία και θεωρούσαν αφιερωμένη στη δική τους θρησκεία
και γι’ αυτό δεν την πείραξαν!
* Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος.πηγή: tvxs.gr