Η
αδιαφάνεια στις μετακινήσεις προσωπικού μέσω αποσπάσεων, και όχι μόνο,
είναι κοινό μυστικό στο χώρο των Νοσοκομείων. Στους διαδρόμους
κυκλοφορούν ονόματα με τα «δόντια» μέσω των οποίων κάποιοι καταφέρνουν
να πάρουν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα την πολυπόθητη απόσπαση.
Είναι
επίσης κοινό μυστικό ότι άλλοι, παρά το γεγονός ότι αντιμετωπίζουν
σοβαρά προβλήματα, δεν καταφέρνουν να μετακινηθούν σε άλλο νοσοκομείο,
αφού δεν διαθέτουν το λεγόμενο πολιτικό μέσο.
Το
πελατειακό σύστημα που στήθηκε για χρόνια, αξιοποιεί πραγματικά ή και
ανύπαρκτα προβλήματα που αντιμετωπίζουν εργαζόμενοι, παρέχει τις
«υπηρεσίες» του μέσα από πολιτικά και κυβερνητικά γραφεία, κρατώντας
ταυτόχρονα ομήρους τους εργαζόμενους.
Τις
πελατειακού τύπου μετακινήσεις που ακολούθησαν οι προηγούμενες
κυβερνήσεις υιοθέτησε και εφαρμόζει και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Παρά τις διαβεβαιώσεις που έδινε στο παρελθόν ότι θα εφαρμόσει ένα
αντικειμενικό σύστημα στις υπηρεσιακές μεταβολές, όχι μόνο δεν κινήθηκε
σε αυτή την κατεύθυνση αντίθετα εκδίδει σωρηδόν τέτοιες αποφάσεις και
ταυτόχρονα παίρνει μέτρα συντήρησης αυτής της απαράδεκτης κατάστασης.
Έτσι
πριν λίγες μέρες είδε το φως της δημοσιότητας απόφαση του υπουργού
Υγείας κ. Ξανθού που δίνει εντολή στους διοικητές των Υγειονομικών
Υπηρεσιών εντολή να παρατείνουν αυτές τις μετακινήσεις μέχρι το τέλος
του χρόνου. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι η απόφαση αυτή δεν θέτει
κανένα κριτήριο προκειμένου να παραταθούν αυτές οι μετακινήσεις. Η
Κυβέρνηση και το Υπ. Υγεάις όχι μόνο νομιμοποιεί σωρεία από
ρουσφετολογικές μετακινήσεις, που γίνονται όλα αυτά τα χρόνια σωρηδόν,
αλλά ανοίγει και το δρόμο να συνεχιστεί το αδιαφανές καθεστώς στις
μετακινήσεις προσωπικού.
Προφανώς
ο νεομνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ στην προσπάθεια να ξεπεράσει την αποδοκιμασία
για την πολιτική του από την εφαρμογή των αντεργατικών μέτρων που
προωθεί, χρησιμοποιεί τις ρουσφετολογικές μετακινήσεις ως όχημα για να
συντηρήσει η και να διευρύνει την εκλογική του πελατεία.
Οι
εργαζόμενοι στην υγεία γνωρίζουν καλά τις συνέπειες από αυτές τις
ρουσφετολογικές επιλογές, που σε συνδυασμό με την υποστελέχωση και την
απουσία προσλήψεων οδηγούν υπηρεσίες και τμήματα να υπολειτουργούν.
Ταυτόχρονα αυτές οι ρουσφερολογικές αποφάσεις αδιαφορούν για αυξανόμενη
εντατικοποίηση στην εργασίας τους που υφίστανται οι εργαζόμενοι που
μένουν «πίσω» για να βγάλουν τη δουλειά.
Τα
Σωματεία των Νοσοκομείων πρέπει να αποκρούσουν αυτές τις
ρουσφετολογικές αποφάσεις, να αγωνιστούν για να σπάσει η μνημονιακή
δέσμευση για περιορισμό στις προσλήψεις, ώστε να αντιμετωπίστούν τα σοβαρά
προβλήματα υποστελέχωσης και ταυτόχρονα να διεκδικήσουν ένα νέο
αντικειμενικό σύστημα στις υπηρεσιακές μεταβολές.