Σαν σήμερα, 10 Ιουνίου 1944...
Η εντολή ήταν: «Δεν θα αφήσετε ούτε γάτα ζωντανή».
Ο απολογισμός της σφαγής του Διστόμου είναι 220 άμαχοι.
Ανάμεσά τους παιδιά, γυναίκες και βρέφη.
Σε μια περίπτωση, οι σφαγείς σκότωσαν ένα μωρό με την ξιφολόγχη και χάραξαν τον αγκυλωτό σταυρό στο πρόσωπό του.
Η εντολή ήταν: «Δεν θα αφήσετε ούτε γάτα ζωντανή».
Ο απολογισμός της σφαγής του Διστόμου είναι 220 άμαχοι.
Ανάμεσά τους παιδιά, γυναίκες και βρέφη.
Σε μια περίπτωση, οι σφαγείς σκότωσαν ένα μωρό με την ξιφολόγχη και χάραξαν τον αγκυλωτό σταυρό στο πρόσωπό του.
«Δεν θα αφήσετε ούτε
γάτα ζωντανή». Η εντολή των ναζί για τη σφαγή στο Δίστομο. Σκότωσαν
ακόμα και μωρό και του χάραξαν τον αγκυλωτό σταυρό ...
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/i-nazi-skotosan-akoma-ke-moro-me-xifologchi-ke-charaxan-ton-agkiloto-stavro-sto-prosopo-tou-i-sigkrousi-me-tous-antartes-ke-i-sfagi-ton-amachon-sto-distomo-i-entoli-itan-den-tha-afisete-oute-ga/
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/i-nazi-skotosan-akoma-ke-moro-me-xifologchi-ke-charaxan-ton-agkiloto-stavro-sto-prosopo-tou-i-sigkrousi-me-tous-antartes-ke-i-sfagi-ton-amachon-sto-distomo-i-entoli-itan-den-tha-afisete-oute-ga/
Στίχοι: Νίκος Καββαδίας
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Ερμηνεία; Γιάννης Κούτρας
Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό
και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι
Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ
τότε που φεύγανε μπουλούκια οι σταυροφόροι
Παντιέρες πάγαιναν του ανέμου συνοδειά
και ξεκινούσαν οι γαλέρες του θανάτου
στο ρογοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά
κι ο γέρος έλιαζε, ακαμάτης, τ’ αχαμνά του
Του ταύρου ο Πικάσο ρουθούνιζε βαριά
και στα κουβέλια τότε σάπιζε το μέλι
τραβέρσο ανάποδο, πορεία προς το βοριά
τράβα μπροστά, ξοπίσω εμείς και μη σε μέλει
Κάτω απ’ τον ήλιο αναγαλιάζαν οι ελιές
και φύτρωναν μικροί σταυροί στα περιβόλια
τις νύχτες στέρφες απομέναν οι αγκαλιές
τότες που σ’ έφεραν, κατσίβελε, στη μπόλια
Ατσίγγανε κι αφέντη μου με τι να σε στολίσω;
φέρτε το μαυριτάνικο σκουτί το πορφυρό
στον τοίχο της Καισαριανής μας φέραν από πίσω
κι ίσα ένα αντρίκειο ανάστημα ψηλώσαν το σωρό.
Κοπέλες απ’ το Δίστομο, φέρτε νερό και ξύδι
κι απάνω στη φοράδα σου δεμένος σταυρωτά
σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι
μέσα απ’ τα διψασμένα της χωράφια τα ανοιχτά
Βάρκα του βάλτου ανάστροφη φτενή δίχως καρένα
σύνεργα που σκουριάζουνε σε γύφτικη σπηλιά
σμάρι κοράκια να πετάν στην ερήμην αρένα
και στο χωριό να ουρλιάζουνε τη νύχτα εφτά σκυλιά.