Διαφοροποιήσεις στο κόστος των πλασματικών ετών φέρνει το 2019 για δεκάδες
χιλιάδες ασφαλισμένους που επιθυμούν –και πληρούν τις προϋποθέσεις– να
συνταξιοδοτηθούν εξαγοράζοντας χρόνο ασφάλισης.
Για τους δημοσίους υπαλλήλους το κόστος αυξάνεται, ακολουθώντας τη
σταδιακή, από το 2017 και έως το 2020, αύξηση των εισφορών που
προβλέπεται για το Δημόσιο ως εργοδότη.
Προσοχή: Αγοράζοντας κανείς τον χρόνο ασφάλισης μπορεί να βγει
νωρίτερα στη σύνταξη ή και να αυξήσει το ποσό της, όμως δεν συμφέρει
όλους η εξαγορά.
Αφορά κυρίως όσους μπορούν με τα επιπλέον χρόνια να θεμελιώσουν
δικαίωμα συνταξιοδότησης αναδρομικά με διατάξεις του 2010, του 2011 και
του 2012, ώστε συμπληρώνοντας τα αντίστοιχα όρια ηλικίας να αποχωρήσουν
νωρίτερα από την αγορά εργασίας.
Όπως αφορά κι αυτούς που θα
χρησιμοποιήσουν τα πλασματικά έτη για να συμπληρώσουν 40 έτη ασφάλισης
και με τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας τους να καταθέσουν τα
χαρτιά τους. Οι ειδικοί εκτιμούν πως εντός του 2019, 50.000 ασφαλισμένοι
είναι αυτοί που μπορούν να προχωρήσουν στην εξαγορά πλασματικών ετών
και να βγουν νωρίτερα στη σύνταξη.
Αυξημένο κατά 25% θα είναι το 2019, το κόστος εξαγοράς πλασματικών ετών
για τους δημοσίους υπαλλήλους, καθώς αυξάνονται οι εισφορές εργοδότη
κατά 3,33 ποσοστιαίες μονάδες.
Στην πράξη, δημόσιοι υπάλληλοι που
επιθυμούν εντός του έτους να κάνουν χρήση πλασματικών χρόνων ασφάλισης
θα υπολογίσουν το κόστος που πρέπει να πληρώσουν με βάση το συνολικό
ασφάλιστρο εργαζομένου και εργοδότη που ισχύει για το τρέχον έτος, ήτοι
16,67% (10% για τον εργοδότη και 6,67% για τον εργαζόμενο). Το 2018 το
κόστος είχε διαμορφωθεί στο 13,34% επί των συντάξιμων αποδοχών του
υπαλλήλου τον μήνα υποβολής της εξαγοράς, ενώ το 2020 το ποσοστό θα
οριστεί στο 20%, όπως ισχύει και για όλους τους υπόλοιπους μισθωτούς.
Καλύτερη σύνταξη
Βελτίωση της προσδοκώμενης σύνταξης, με αυξημένο όμως κόστος
εξαγοράς, δίνει, τέλος, πρόσφατη διάταξη που ψηφίστηκε από τη Βουλή, σε
όσους αναγνώρισαν πλασματικό χρόνο πριν από τον νόμο Κατρούγκαλου, αλλά
δεν έχουν υποβάλει ακόμη αίτηση συνταξιοδότησης. Αυτοί έχουν τη
δυνατότητα να επανυπολογίσουν το κόστος της εξαγοράς, όχι σύμφωνα με την
κατώτατη βάση υπολογισμού αλλά σύμφωνα με τον τελευταίο μισθό, όπως
ορίζει ο νόμος Κατρούγκαλου, και να βελτιώσουν το ύψος της μελλοντικής
τους σύνταξης, πληρώνοντας κάτι παραπάνω στα πλασματικά.
Με πληροφορίες από: Καθημερινή