Τα στοιχεία από τις ΗΠΑ έρχονται να μας θυμίσουν ότι μπροστά στην πανδημία μετράει και η κοινωνική ανισότητα.
Με τις Ηνωμένες Πολιτείες να έχουν γίνει το επίκεντρο της πανδημίας του νέου κοροναϊού, μια σειρά από επιπλέον στοιχεία έρχονται στο φως και μας θυμίζουν ότι η υγεία έχει να κάνει και με την κοινωνική κατάσταση και θέση και ότι δυστυχώς οι άνθρωποι δεν είναι ίσοι απέναντι στην αρρώστια.
Ενώ στις υπόλοιπες χώρες το ποσοστό των θυμάτων από COVID-19 που είναι κάτω των 65 είναι σχετικά μικρό, στις ΗΠΑ εμφανίζεται, σε ορισμένες περιοχές, υψηλότερο συγκριτικά ποσοστό θανάτων σε ανθρώπους κάτω των 65.
Αυτά βέβαια συνδέονται και με τα ποσοστά υποκείμενων νοσημάτων. Με βάση τα στοιχεία των υγειονομικών αρχών της Πολιτείας της Νέας Υόρκης το 79,7% των θυμάτων είχε τουλάχιστον ένα υποκείμενο νόσημα. Στον πίνακα που παραθέτουν και που ανανεώνεται διαρκώς δίνουν και στοιχεία για τα υποκείμενα νοσήματα. Διαμορφώνεται μια εικόνα που και για τις ηλικίες κάτω των 65 εμφανίζουν και υψηλά σχετικά ποσοστά ύπαρξης κάποιου άλλου προβλήματος υγείας (υπέρταση, διαβήτης, καρδιαγγειακές παθήσεις, ΧΑΠ, καρκίνος κ.ά.).
Στην Πολιτεία της Λουιζιάνα, άλλη μια περιοχή με αυξημένα ποσοστά θανάτων κάτω των 65, η πλειοψηφία των θανάτων είναι στη Νέα Ορλεάνη όπου οι αφροαμερικανοί αποτελούν το 60% του πληθυσμού, αλλά έχουν και το 70% των θυμάτων. Αντίστοιχα, στην Πολιτεία του Μίσιγκαν, το Ντιτρόιτ, όπου σχεδόν το 80% του πληθυσμού είναι αφροαμερικανοί, έχει και το 40% των συνολικών θανάτων από τον κοροναϊό στην Πολιτεία.
Στο Σικάγο οι αφροαμερικανοί αντιπροσωπεύουν το 30% των κατοίκων της πόλης αλλά και το 70% των κρουσμάτων και το 72% των θυμάτων.
Οι αφροαμερικανοί και οι ισπανόφωνοι έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι ανήκουν στην εργατική τάξη ή να είναι φτωχοί σε σχέση με τους λευκούς.
Είναι επίσης πολύ πιο πιθανό να είναι εργαζόμενοι στους κλάδους της «πρώτης γραμμής», αυτούς που συνεχίζουν να λειτουργούν στη διάρκεια της κρίσης και να μην μπορούν να «μείνουν σπίτι».
Στη Νέα Υόρκη μια έρευνα υπολόγισε ότι το 75% των εργαζομένων της «πρώτης γραμμής» – υπάλληλοι σε καταστήματα ειδών πρώτης ανάγκης, οδηγοί λεωφορείων και συρμών του μετρό, επιστάτες και προσωπικό στη φροντίδα παιδιών – ανήκουν σε μειονότητες.
Το 60% των εργαζομένων σε υπηρεσίες καθαριότητας είναι ισπανόφωνοι και το 40% των εργαζομένων στα μέσα μεταφοράς είναι αφροαμερικανοί.
Μια ανάλυση που έγινε ως προς τη συσχέτιση ανάμεσα σε ταχυδρομικούς κωδικούς και ποσοστά θετικών δειγμάτων στον ιό, έδειξε ότι οι 19 από τις 20 γειτονιές με τα λιγότερα θετικά δείγματα ήταν στις πιο εύπορες περιοχές της πόλης.
Στη Νέα Υόρκη οι πιο μεγάλες συγκεντρώσεις κρουσμάτων και θυμάτων είναι κατεξοχήν σε περιοχές της εργατικής τάξης και με ισχυρή παρουσία μεταναστευτικού πληθυσμού.
Μια σειρά πυκνοκατοικημένες γειτονιές στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, με περίπου 600.000 κατοίκους είχαν την Τετάρτη 7260 κρούσματα. Συγκριτικά το Μανχάταν, με σχεδόν τριπλάσιο πληθυσμό είχε 10860 κρούσματα.
Η φτώχεια σκοτώνει
Οι φτωχότεροι άνθρωποι σε περιοχές όπως η Νέα Υόρκη είναι πιθανό να πρέπει να εργάζονται, ακόμη και με δύσκολες συνθήκες, να μην μπορούν να «μείνουν σπίτι» και άρα να είναι πιο εκτεθειμένοι.
Ζουν σε πιο μαζικές συνθήκες από ό,τι τα πιο εύπορα στρώματα. Τα σπίτια τους είναι μικρότερα και ο συνολικός αριθμός των ενοίκων των κτιρίων είναι μεγαλύτερος, ενώ χρησιμοποιούν πιο συχνά τα μέσα μαζικής μεταφοράς ή πιο συχνά πρέπει να στηθούν σε μια ουρά για να προμηθευτούν βασικά είδη.
Συχνά τα σπίτια δεν είναι «νοικοκυριά», καθώς μπορεί να συγκατοικούν τρείς ή τέσσερις εργαζόμενες/οι, που δεν μπορούν να αντέξουν μόνοι το ενοίκιο ενός διαμερίσματος.
Η διατροφή τους είναι χειρότερη, εργάζονται πολλές ώρες, το στρες που υφίστανται είναι μεγαλύτερο, όπως και η πιθανότητα παράλληλων προβλημάτων υγείας, και αυτό τους κάνει πιο ευάλωτους ακόμη και όταν δεν είναι μεγάλης ηλικίας.
Η πρόσβασή τους στο σύστημα υγείας δεν είναι πλήρης και δεν συγκρίνεται με την καθολική κάλυψη που προσφέρουν τα συστήματα υγείας στην Ευρώπη.
Εάν έχουν συμπτώματα και χρειαστεί να νοσηλευτούν, θα βρουν χειρότερες συνθήκες, συνωστισμό και πιθανώς αυτό να οδηγήσει και σε επιδείνωση της κατάστασής τους.
πηγή: in.gr
Μαζικοί τάφοι στη Νέα Υόρκη για τους... απόκληρους |
Με τις Ηνωμένες Πολιτείες να έχουν γίνει το επίκεντρο της πανδημίας του νέου κοροναϊού, μια σειρά από επιπλέον στοιχεία έρχονται στο φως και μας θυμίζουν ότι η υγεία έχει να κάνει και με την κοινωνική κατάσταση και θέση και ότι δυστυχώς οι άνθρωποι δεν είναι ίσοι απέναντι στην αρρώστια.
Ενώ στις υπόλοιπες χώρες το ποσοστό των θυμάτων από COVID-19 που είναι κάτω των 65 είναι σχετικά μικρό, στις ΗΠΑ εμφανίζεται, σε ορισμένες περιοχές, υψηλότερο συγκριτικά ποσοστό θανάτων σε ανθρώπους κάτω των 65.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Σύμφωνα με τα στοιχεία που επεξεργάστηκε ο καθηγητής Τζων Ιωαννίδης, σε συνεργασία με την Cathrine Axfors και τη Δέσποινα Κοντοπούλου-Ιωαννίδη, ενώ στις περισσότερες χώρες το ποσοστό των θανάτων σε ασθενείς με ηλικία κάτω των 65 είναι από 3-9%, στη Λουιζιάνα ήταν 29,2%, στο Μίσιγκαν 27,7% και στη Νέα Υόρκη 29,9%. Το ποσοστό αυτό σε μικρό βαθμό ερμηνεύεται από το γεγονός ότι σε αυτές τις περιοχές το ποσοστό των ανθρώπων κάτω των 65 είναι συγκριτικά μεγαλύτερο από ό,τι σε άλλες περιοχές. Αντίστοιχα, αυξημένα εμφανίζονται και τα ποσοστά των θανάτων σε ασθενείς με ηλικία κάτω των 40 ετών στις συγκεκριμένες αμερικανικές περιοχές. Η Νέα Υόρκη μάλιστα εμφανίζει να έχει τον πιο μεγάλο κίνδυνο θανάτου από το νέο κοροναϊό για ανθρώπους με ηλικία κάτω των 65.Αυτά βέβαια συνδέονται και με τα ποσοστά υποκείμενων νοσημάτων. Με βάση τα στοιχεία των υγειονομικών αρχών της Πολιτείας της Νέας Υόρκης το 79,7% των θυμάτων είχε τουλάχιστον ένα υποκείμενο νόσημα. Στον πίνακα που παραθέτουν και που ανανεώνεται διαρκώς δίνουν και στοιχεία για τα υποκείμενα νοσήματα. Διαμορφώνεται μια εικόνα που και για τις ηλικίες κάτω των 65 εμφανίζουν και υψηλά σχετικά ποσοστά ύπαρξης κάποιου άλλου προβλήματος υγείας (υπέρταση, διαβήτης, καρδιαγγειακές παθήσεις, ΧΑΠ, καρκίνος κ.ά.).
Τα αυξημένα θύματα ανάμεσα στους αφροαμερικανούς και τους ισπανόφωνους
Μια άλλη ιδιαιτερότητα της πανδημίας στις ΗΠΑ και ειδικά στη Νέα Υόρκη είναι η ύπαρξη αυξημένων θυμάτων ανάμεσα στους ισπανόφωνους και τους αφροαμερικανούς. Ενώ οι ισπανόφωνοι αποτελούν το 29% του πληθυσμού της πόλης έχουν το 34% των θυμάτων. Αντίστοιχα, οι αφροαμερικανοί αποτελούν το 22% του πληθυσμού της πόλης αλλά έχουν το 28% των θυμάτων.Στην Πολιτεία της Λουιζιάνα, άλλη μια περιοχή με αυξημένα ποσοστά θανάτων κάτω των 65, η πλειοψηφία των θανάτων είναι στη Νέα Ορλεάνη όπου οι αφροαμερικανοί αποτελούν το 60% του πληθυσμού, αλλά έχουν και το 70% των θυμάτων. Αντίστοιχα, στην Πολιτεία του Μίσιγκαν, το Ντιτρόιτ, όπου σχεδόν το 80% του πληθυσμού είναι αφροαμερικανοί, έχει και το 40% των συνολικών θανάτων από τον κοροναϊό στην Πολιτεία.
Στο Σικάγο οι αφροαμερικανοί αντιπροσωπεύουν το 30% των κατοίκων της πόλης αλλά και το 70% των κρουσμάτων και το 72% των θυμάτων.
Το τίμημα της ανισότητας
Ένας τρόπος να κατανοήσουμε αυτές τις ανισότητες είναι να σκεφτούμε τις κοινωνικές ανισότητες που αντιπροσωπεύουν.Οι αφροαμερικανοί και οι ισπανόφωνοι έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι ανήκουν στην εργατική τάξη ή να είναι φτωχοί σε σχέση με τους λευκούς.
Είναι επίσης πολύ πιο πιθανό να είναι εργαζόμενοι στους κλάδους της «πρώτης γραμμής», αυτούς που συνεχίζουν να λειτουργούν στη διάρκεια της κρίσης και να μην μπορούν να «μείνουν σπίτι».
Στη Νέα Υόρκη μια έρευνα υπολόγισε ότι το 75% των εργαζομένων της «πρώτης γραμμής» – υπάλληλοι σε καταστήματα ειδών πρώτης ανάγκης, οδηγοί λεωφορείων και συρμών του μετρό, επιστάτες και προσωπικό στη φροντίδα παιδιών – ανήκουν σε μειονότητες.
Το 60% των εργαζομένων σε υπηρεσίες καθαριότητας είναι ισπανόφωνοι και το 40% των εργαζομένων στα μέσα μεταφοράς είναι αφροαμερικανοί.
Μια ανάλυση που έγινε ως προς τη συσχέτιση ανάμεσα σε ταχυδρομικούς κωδικούς και ποσοστά θετικών δειγμάτων στον ιό, έδειξε ότι οι 19 από τις 20 γειτονιές με τα λιγότερα θετικά δείγματα ήταν στις πιο εύπορες περιοχές της πόλης.
Στη Νέα Υόρκη οι πιο μεγάλες συγκεντρώσεις κρουσμάτων και θυμάτων είναι κατεξοχήν σε περιοχές της εργατικής τάξης και με ισχυρή παρουσία μεταναστευτικού πληθυσμού.
Μια σειρά πυκνοκατοικημένες γειτονιές στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, με περίπου 600.000 κατοίκους είχαν την Τετάρτη 7260 κρούσματα. Συγκριτικά το Μανχάταν, με σχεδόν τριπλάσιο πληθυσμό είχε 10860 κρούσματα.
Η φτώχεια σκοτώνει
Οι φτωχότεροι άνθρωποι σε περιοχές όπως η Νέα Υόρκη είναι πιθανό να πρέπει να εργάζονται, ακόμη και με δύσκολες συνθήκες, να μην μπορούν να «μείνουν σπίτι» και άρα να είναι πιο εκτεθειμένοι.
Ζουν σε πιο μαζικές συνθήκες από ό,τι τα πιο εύπορα στρώματα. Τα σπίτια τους είναι μικρότερα και ο συνολικός αριθμός των ενοίκων των κτιρίων είναι μεγαλύτερος, ενώ χρησιμοποιούν πιο συχνά τα μέσα μαζικής μεταφοράς ή πιο συχνά πρέπει να στηθούν σε μια ουρά για να προμηθευτούν βασικά είδη.
Συχνά τα σπίτια δεν είναι «νοικοκυριά», καθώς μπορεί να συγκατοικούν τρείς ή τέσσερις εργαζόμενες/οι, που δεν μπορούν να αντέξουν μόνοι το ενοίκιο ενός διαμερίσματος.
Η διατροφή τους είναι χειρότερη, εργάζονται πολλές ώρες, το στρες που υφίστανται είναι μεγαλύτερο, όπως και η πιθανότητα παράλληλων προβλημάτων υγείας, και αυτό τους κάνει πιο ευάλωτους ακόμη και όταν δεν είναι μεγάλης ηλικίας.
Η πρόσβασή τους στο σύστημα υγείας δεν είναι πλήρης και δεν συγκρίνεται με την καθολική κάλυψη που προσφέρουν τα συστήματα υγείας στην Ευρώπη.
Εάν έχουν συμπτώματα και χρειαστεί να νοσηλευτούν, θα βρουν χειρότερες συνθήκες, συνωστισμό και πιθανώς αυτό να οδηγήσει και σε επιδείνωση της κατάστασής τους.
πηγή: in.gr