Διακόσια χρόνια μετά τη γέννηση του Ρώσου αναρχικού Μ. Μπακούνιν, ενός
από τους λίγους που συνδύασε τη θεωρία με την επαναστατική πράξη,
αναζητούμε πίσω από τον μύθο την «κληρονομιά» του, στο θολό τοπίο της
σύγχρονης ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Του Γιώργου Τσιάρα
Διακόσια χρόνια συμπληρώθηκαν πριν από λίγες μέρες από τη γέννηση του
Μιχαήλ Μπακούνιν, του μεγάλου Ρώσου αναρχικού επαναστάτη, κι ενός από
τους λίγους που συνδύασαν τόσο αρμονικά τη θεωρία με την πράξη της
εξέγερσης. Κι όμως, στα περισσότερα –από τα λιγοστά, είναι αλήθεια–
αφιερώματα που είδαμε αυτές τις μέρες στα ελληνικά και τα διεθνή ΜΜΕ
γι’αυτή την τεράστια προσωπικότητα του αναρχισμού, τον πατέρα του
ελευθεριακού, αντικρατικού κομμουνισμού και της κολεκτιβίστικης,
συλλογικής (σε αντίστιξη με τους αναρχοατομιστές της εποχής του, όπως ο
Μαξ Στίρνερ) «πτέρυγας» της αναρχίας, ο θρύλος του «περιπλανώμενου
επαναστάτη» προηγείται σαφώς της ουσίας.
Γιατί, όσο μυθιστορηματική κι αν υπήρξε η ζωή του Μπακούνιν, αυτό που
μετρά περισσότερο στις μέρες του δεν είναι βέβαια η περιπετειώδης
βιογραφία του, ούτε τα διάφορα «παραλειπόμενα» της ταραχώδους ζωής του,
αλλά το κληροδότημα που άφησε στα μυαλά όχι μόνο των σύγχρονων
αναρχικών, αλλά και της ριζοσπαστικής, επαναστατικής Αριστεράς εν γένει.
Ωραία λοιπόν όσα γράφονται για την (δυστυχώς άκαρπη) επαναστατική
«περιοδεία» του, από την παρισινή αντιμοναρχική επανάσταση του 1848 ώς
τη Δρέσδη του 1849 και την Πολωνία του 1863. Θρυλικές, όντως, οι
αφηγήσεις για τις συλλήψεις του, τις αποδράσεις του, τα ατέλειωτα
ταξίδια και το κρυφτοκυνηγητό με τις αρχές ολόκληρης της οικουμένης.
Πάντα ενδιαφέρουσες και οι λεπτομέρειες της σύγκρουσής του με τον Κάρολο
Μαρξ στις διεργασίες της Πρώτης Διεθνούς, μιας σύγκρουσης ιδεών αλλά
και χαρακτήρων που σημάδεψε ανεξίτηλα το σοσιαλιστικό κίνημα,
διαχωρίζοντάς το για πάντα σε δύο ρεύματα που αρνούνται έως και σήμερα
πεισματικά να συζητήσουν έστω μεταξύ τους. Πόσοι όμως είναι έτοιμοι να
ξεπεράσουν τον θρύλο και να ανατρέξουν σοβαρά στα ημιτελή του κείμενα,
για να αδράξουν την ουσία της σκέψης του; Πόσοι σημερινοί αναρχικοί και
ριζοσπάστες, «μπάχαλοι» και μη, έχουν ας πούμε διαβάσει το «Θεός και
Κράτος», το σπουδαιότερο έργο του, ή την ανελέητη κριτική στον μαρξισμό
που περιλαμβάνει το «Μαρξισμός, Ελευθερία και Κράτος»;
Σκοτεινός αλλά και ανθρώπινος
Ξαναδιαβάζοντας τα σπαράγματα, ουσιαστικά, του έργου του, που στις
περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι παρά αποσπάσματα μεγαλύτερων βιβλίων
που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ, ανακαλύπτει κανείς έναν άλλο, πιο περίπλοκο
και σκοτεινό, αλλά συνάμα και πιο ανθρώπινο Μπακούνιν: όπως και με τον
Μαρξ ή τον Λένιν, μόνο όποιος σπάσει το μαρμάρινο περίβλημα του «μεγάλου
ανδρός», και μελετήσει τόσο τα γραπτά όσο και την εποχή του, θα φτάσει
στον πυρήνα της σκέψης τους. Για να ανακαλύψει, αίφνης, τις βαθύτερες
αντιφάσεις του: ότι, για παράδειγμα, ο μέγας αυτός επαναστάτης, που τόσο
πολέμησε την έννοια του κράτους, πίστευε φανατικά όχι μόνο στην
(εθνικιστική στη βάση της) έννοια του «πανσλαβισμού», αλλά και στον
αντισημιτισμό, που είναι βέβαιο πως τον επηρέασε και στη διαμάχη του με
τον (Γερμανοεβραίο) Μαρξ. Ή για να διαπιστώσει πως, ξεκινώντας από
παρόμοιες ιδεολογικές αφετηρίες με τον Μαρξ –από τους Ελληνες υλιστές
κλασικούς ώς τον Χέγκελ και τον Προυντόν– έφτασε τελικά σε τόσο
διαφορετικά και φαινομενικά αγεφύρωτα συμπεράσματα.
Ο αυθορμητισμός, η προτεραιότητα του ένστικτου, η επιμονή σε μια
απόλυτη ερμηνεία του όρου ελευθερία και ο «πρωτόγονος», για τους
μαρξιστές, κοινοτισμός του ξεχειλίζουν στα συχνά προφητικά του κείμενα:
«Το πρόβλημα δεν έγκειται σε κάποια συγκεκριμένη μορφή διακυβέρνησης,
αλλά στην ίδια την ύπαρξη της ίδιας της κυβέρνησης», έγραφε ο Μπακούνιν,
«προβλέποντας» δεκαετίες πριν τον ολοκληρωτισμό της σταλινικής ΕΣΣΔ.
«Κάθε υποδούλωση των ανθρώπων, είναι ταυτόχρονα περιορισμός της δικής
μου ελευθερίας. Είμαι ελεύθερος άνθρωπος μόνο στο μέτρο που αναγνωρίζω
την ανθρωπιά και την ελευθερία όλων των ανθρώπων γύρω μου. Οταν σέβομαι
την ανθρωπιά τους, σέβομαι τη δική μου», έγραφε.
Και πόση πίστη όμως, έδειχνε στον άνθρωπο και τη φυσική του τάση για
εξέγερση ενάντια στους αρχόντους! «Είναι απόλυτα βέβαιο ότι ποτέ δεν
υπήρξε κανένας λαός που να μην αισθάνθηκε στην αρχή της υποδούλωσης την
ανάγκη να εξεγερθεί. Η εξέγερση αποτελεί φυσική τάση της ζωής. Ακόμα και
το σκουλήκι στρέφεται ενάντια στο πόδι που το λιώνει [...] Μέσα στον
κόσμο των ζωών, όπως και στον ανθρώπινο κόσμο, δεν υπάρχει καμιά
συνήθεια πιο εξευτελιστική, πιο ηλίθια ή πιο δειλή από τη συνήθεια της
δουλικής υποταγής και της καταπίεσης από κάποιον άλλον. Αμφισβητώ το ότι
υπήρξε λαός τόσο εκφυλισμένος που κάποτε, τουλάχιστον στην αρχή της
ιστορίας του, δεν εξεγέρθηκε ενάντια στον ζυγό των αφεντικών, των
εκμεταλλευτών και του κράτους. Αλλά πρέπει να αναγνωριστεί επίσης ότι
από την εποχή του μεσαίωνα, το κράτος έχει καταστείλει όλες τις λαϊκές
εξεγέρσεις. Ολες οι αποκαλούμενες επαναστάσεις του παρελθόντος
–συμπεριλαμβανομένης και της γαλλικής επανάστασης, παρ΄ όλες τις
υπέροχες ιδέες που ενέπνευσαν– δεν υπήρξαν τίποτε άλλο παρά η πάλη
ανάμεσα σε αντίπαλες εκμεταλλευτικές τάξεις για την αποκλειστική
απόλαυση των προνομίων που πρόσφερε το κράτος. Το μόνο που εκφράζουν
είναι ο αγώνας για την κυριαρχία και την εκμετάλλευση των μαζών. Και οι
μάζες; Αλίμονο! Πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι μάζες επέτρεψαν στον εαυτό
τους να διαφθαρεί βαθιά και να γίνει απαθής από την καταστρεπτική
επίδραση του διεφθαρμένου, συγκεντρωτικού, πολιτισμού του κρατισμού»,
γράφει σε ένα από τα ωραιότερα αποσπάσματά του, από το «Πολιτική
Συνείδηση και Πολιτισμός του Κρατισμού», εκατό χρόνια πριν από τον Εριχ
Φρομ και τους άλλους φροϊδομαρξιστές.
Φανατικός οπαδός της Ελευθερίας
Και στο «Μαρξισμός, Ελευθερία και Κράτος» αυτοπροσδιορίζεται απλά ως
«ένας φανατικός οπαδός της Ελευθερίας, αφού τη θεωρώ το μόνο μέσο με το
οποίο μπορεί να αναπτυχθεί η ευφυΐα, η αξιοπρέπεια και η ευτυχία του
ανθρώπου. Οχι της επίσημης “Ελευθερίας”, η οποία παραχωρείται, μετριέται
και ρυθμίζεται από το Κράτος, μία απάτη που αντιπροσωπεύει τα προνόμια
των λίγων που στηρίζονται στη σκλαβιά όλων των υπολοίπων. (…) Εννοώ αυτή
την ελευθερία του κάθε ατόμου η οποία, χωρίς να σταματάει, λες και
συναντάει ένα όριο, μπροστά στην ελευθερία των άλλων, βρίσκει εκεί την
επιβεβαίωσή της και την επέκτασή της στο άπειρο. Την απεριόριστη
ελευθερία του καθενός μέσω της ελευθερίας των άλλων, την ελευθερία μέσω
της αλληλεγγύης, την ελευθερία στην ισότητα. Την ελευθερία που
θριαμβεύει πάνω στην κτηνώδη δύναμη και την αρχή της αυθεντίας η οποία
δεν ήταν ποτέ τίποτε άλλο παρά η εξιδανικευμένη έκφραση αυτής της
δύναμης, την ελευθερία που, έχοντας γκρεμίσει όλα τα θεϊκά και γήινα
είδωλα, θα θεμελιώσει και θα οργανώσει ένα νέο κόσμο, αυτόν της
ανθρώπινης αλληλεγγύης, πάνω στα ερείπια όλων των Εκκλησιών και όλων των
Κρατών.
»Εξ ου, δύο διαφορετικές μέθοδοι. Οι Κομμουνιστές πιστεύουν ότι
πρέπει να οργανώσουν τις εργατικές δυνάμεις για να καταλάβουν την
πολιτική εξουσία του Κράτους. Οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές οργανώνονται με
σκοπό την καταστροφή ή, εάν προτιμάτε, μια πιο ευγενική λέξη, τη
διάλυση του Κράτους. Οι Κομμουνιστές είναι οι υποστηρικτές της αρχής και
της πρακτικής της εξουσίας, ενώ οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές
εμπιστεύονται μόνο την ελευθερία.
»Και ενώ και οι δύο είναι υποστηρικτές αυτής της επιστήμης που πρέπει
να σκοτώσει τις προκαταλήψεις και να αντικαταστήσει την πίστη, οι
πρώτοι θα επιθυμούσαν να την επιβάλουν ενώ οι δεύτεροι θα πιέσουν τους
εαυτούς τους να τη διαδώσουν έτσι ώστε ομάδες πεπεισμένων ανθρώπων να
οργανωθούν και να δημιουργήσουν αυθόρμητα, ελεύθερα ομοσπονδίες από τα
κάτω προς τα πάνω εξαιτίας της δικής τους κίνησης και σύμφωνα με τα δικά
τους συμφέροντα, αλλά ποτέ ακολουθώντας ένα σχέδιο από πριν σχεδιασμένο
και επιβεβλημένο πάνω στις “αδαείς μάζες” από κάποιους ανώτερους
διανοούμενους»…
Καιρός, λοιπόν, να αφήσουμε κατά μέρος τις βιογραφίες και να
ξαναδιαβάσουμε, επιτέλους, τον τόσο δαιμονοποιημένο από τον «ορθόδοξο»
μαρξισμό Μπακούνιν, παρέα με όλους τους άλλους κλασικούς της Αριστεράς,
ξεκινώντας φυσικά τον ίδιο τον Μαρξ. Είναι άλλωστε ξανά και οι δυο τους
τόσο επίκαιροι…
ΠΗΓΗ:efsyn.gr