Ποιο πρόσωπο κρύβεται κάτω από τη μάσκα του πιο φαιδρού, εφήμερου και αθυρόστομου βασιλιά που έγινε ποτέ; Ο Διόνυσος ή ο Σατούρνος; Ο Κάρνος ή ο Βάαλ;
Η μάσκα του Βασιλιά Καρνάβαλου με τα χοντρά, γκροτέσκα χαρακτηριστικά είναι πάντα χαμογελαστή. Από κάτω όμως, αν υπάρχει χαμόγελο, είναι μάλλον σαρδόνιο... Ελάτε να γνωρίσουμε μερικά μόνο από τα πιο πιθανά αληθινά πρόσωπα του βασιλιά Καρνάβαλου...
Ο Καρνάβαλος μιλάει λατινικά [quo vadis carrus navalis?]
Η λέξη «καρναβάλι» προέρχεται -λένε- από τη λατινική έκφραση: carne vale, που σημαίνει «κρέας, αντίο.» Λογική εκδοχή αλλά δεν είναι η μόνη. Η Encyclopaedia Britannica κάτω από τον τίτλο «Καρναβάλι» αναφέρει: «Η προέλευση της λέξης είναι αβέβαιη, παρ’ ότι πιθανόν να προέρχεται από το Μεσαιωνικό Λατινικό carnem levare ή carnelevarium, που σημαίνει να παίρνεις ή να αφαιρείς κρέας.
Μήπως όμως το όνομα έρχεται από πιο παλιά; Σύμφωνα με το “Standard Dictionary of Folklore, Mythology and Legend” των Funk και Wagnalls: «Το καρναβάλι προέρχεται από τη φράση: «carrus navalis» που σημαίνει: κάρο της θάλασσας, ένα τροχοφόρο όχημα με μορφή πλοίου το οποίο χρησιμοποιούσαν στις πομπές του Διόνυσου… και από το οποίο έψαλλαν όλα τα είδη των σατυρικών τραγουδιών». Το όχημα κυκλοφορούσε πολύ στην αρχαία Ρώμη [όπου ο Διόνυσος έκανε καριέρα ως Βάκχος και η γιορτή του: τα Βακχανάλια συναγωνίζονταν τα Σατουρνάλια σε τρέλες].
Όσα στοιχεία ενσωμάτωσε το καρναβάλι από αυτές τις γιορτές, τα διαιωνίζει μέχρι σήμερα. Δεν νοείται παρέλαση καρναβαλιού δίχως άρματα. Με πρώτο και καλύτερο αυτό του Βασιλιά Καρνάβαλου. Στην Ιταλία, την Ισπανία και τη Γαλλία, το Καρναβάλι έχει για πρωταγωνιστή του, μια κωμική μορφή η οποία έπειτα από μια σύντομη σταδιοδρομία γεμάτη δόξα και παραλυσία, καίεται δημόσια. Αυτός ο περίεργος τύπος, ο ευρωπαίος Καρνάβαλος δεν είναι άλλος από τον διάδοχο του αρχαίου Βασιλιά των οργίων [των Σατουρναλίων].
Κι ενώ οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η λέξη carnavali είναι λατινικής προέλευσης, εσείς μην παίρνετε και όρκο...
Ο Καρνάβαλος κατάγεται από τη Μεσοποταμία [Νάτος! ΠροΒάαλει]
Υπάρχει και η εκδοχή που υποστηρίζει ότι η λέξη [ Carne Vaal ] περιλαμβάνει ως δεύτερο συνθετικό το όνομα του αρχαίου θεού Βάαλ. «Ψήνεστε» να τον γνωρίσετε; Είναι ο αδηφάγος θεός των Χαναναίων, με κεφάλι ταύρου και ιδιαίτερη αδυναμία στις θυσίες βρεφών... Καλύτερα να μην πέσεις στα χέρια του αν είσαι μωρό και δεν αντέχεις τις [πολύ] υψηλές θερμοκρασίες... Έχει κάψει κόσμο και κοσμάκη. Κατά κυριολεξία. Για να τον λατρέψουν, οι άντρες φορούσαν γυναικεία ρούχα και οι γυναίκες ντύνονταν άντρες κι έβγαιναν στους δρόμους με διάθεση για κραιπάλη και κάθε είδους όργια, κρατώντας όπλα ή ρόπαλα – Σας θυμίζει μήπως Απόκριες στην Πλάκα με πλαστικό φλούο λαχανί ρόπαλο;
Μια άλλη άποψη υποστηρίζει ότι το πρώτο συνθετικό της λέξης είναι: «κορν» που σημαίνει «κέρατο» [όχι απαραίτητα βερνικωμένο] οπότε καρναβάλι σημαίνει: «βοϊδοκέρατο». Σε κάποια αρχαία σύγκρουση, οπαδοί του τράγου και του ταύρου, πιάστηκαν – λέει– κέρατο με κέρατο... Υπερίσχυσαν –υποτίθεται– οι τραγοπαδοί κι από τότε, στις γιoρτές, έγινε έθιμο η μίμηση των τράγων [ωραία πρότυπα] και η μεταμφίεση με τραγοτόμαρα. Εδώ πλέον μιλάμε για το κέρατο το τράγιο και για τα τραγοκούδουνα που έγιναν το πιο hot αξεσουάρ.
Ο Καρνάβαλος είναι Έλληνας [εκ Πελοποννήσου]
Όπως ήταν αναμενόμενο, μία τουλάχιστον από τις πολλές βαθιές ρίζες του καρναβαλιού βρίσκεται στην ελληνική Μυθολογία. Ψάχνοντας σε αυτόν τον δαιδαλώδη χωροχρόνο, ποιον βρίσκουμε; Τον Κάρνο. Έναν αρχαιότατο κριόμορφο θεό, προστάτη της γονιμότητας ο οποίος γνώρισε δόξες στη Λακωνία και τη Μεσσηνία πριν από την κάθοδο των Δωριέων. Φέρνει λίγο στον Διόνυσο ή μήπως στον Πάνα; Πάμε τώρα στο δεύτερο συνθετικό της λέξης: το επίρρημα «βάλλε» ή «άβαλε» στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «είθε». Η έκφραση «καρνάβαλε», θα μπορούσε να λέει: «είθε Θεέ Κάρνε». Ήτοι: μακάρι κριόμορφε θεέ, να εκπληρώσεις τις προσδοκίες μας για γονιμότητα κι ευημερία. [Σωθήκαμε].
Από την άλλη, υπάρχει και το ρήμα «βαλλίζω» που σημαίνει «χοροπηδώ». Οπότε «καρναβαλίζω», θα μπορούσε κάλλιστα να σημαίνει: χοροπηδώ στο πανηγύρι του Κάρνου, φορώντας τα κέρατα ή το κριόμορφο προσωπείο του. Είναι κι αυτή μία εκδοχή...
Έρχεται μάλιστα και κουμπώνει με τα Ανθεστήρια, τη γιορτή για την αναγέννηση της Φύσης που γινόταν τέλος Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου. Ανάμεσα στα δρώμενα της γιορτής: η πομπική είσοδος του Διόνυσου πάνω στο τροχοφόρο καράβι, η μεταμφίεση σε Σατύρους με μάσκες και δέρματα τράγων, το κρασί, οι βωμολοχίες, τα χοντρά αστεία και τα έξαλλα χοροπηδηχτά γύρω από το άρμα. Όπως καταλάβατε, σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, κάτω από τη μάσκα του Καρνάβαλου, κρύβεται ποιος άλλος; ο Διόνυσος.
Έλα και πες μου τώρα ποια από όλες τις εκδοχές είναι η σωστή... Σαν να ζητάς βελόνα στ’ άχυρα. «Τι το ψάχνεις τώρα;» μπορεί να ρωτήσει κάποιος. Μια στιγμή... Να μασκαρευτώ, να γελοιοποιηθώ, να βάλω μουτσούνα-να βάλω περούκα [που λέει και η διαφήμιση] και να χοροπηδώ ολόγυρα... ενώ με ραίνουν με κονφετί, χυδαία αστεία και χοντράδες... Να μην ξέρω τουλάχιστον προς τιμή τίνος το κάνω; Μπορεί να έχω προηγούμενα με τον Βάαλ ή τον Κάρνο και να μην θέλω να τον τιμήσω...
Πες ότι σε καλούν σε ένα πάρτυ, δεν ρωτάς ποιος το κάνει;
Γεγονός είναι πάντως ότι όσο περισσότερο ερευνάς για την προέλευση του Καρναβαλιού, ακόμη και για την ετυμολογία της λέξης, τόσο πιο βαθιά χώνεσαι στην ειδωλολατρεία και τον παγανισμό. Μόνο με το ψάξιμο ζαλίζεσαι, φαντάσου να συμμετείχες κιόλας στον ξέφρενο ρυθμό του καρναβαλιού όπως οι λιιιιλιιιπούτειοι καρναβαλιιιστές στο «Πατρινό Καρναβάλι για πάντα».
Πάτρα – Βενετία αλέ – ρετούρ
Με τόσα πήγαιν’-έλα στη Βενετία, επόμενο ήταν η Πάτρα να το κολλήσει το μικρόβιο. Στη Βενετία, την πόλη των δόγηδων, το καρναβάλι κρατά από τον 11ο αιώνα, μετά από μια μικρή περίοδο βαρεμάρας τον 18ο αιώνα, επανέρχεται δυναμικά το 1979 [μαζί με χιλιάδες επισκέπτες και αυξημένα τουριστικά έσοδα]. Μακρόχρονη παράδοση στο καρναβάλι έχει και η Νίκαια [της Γαλλίας], με αναφορές από το 1294 μ.Χ. ενώ ένα ξεχωριστό καρναβάλι γίνεται κάθε χρόνο και στην Κολωνία όπου φέτος, ένα από τα άρματα οδηγούν ο Έλληνας Πρωθυπουργός μαζί με την Άγκελα Μέρκελ. [Ωραίο ζευγαράκι!]
Για τη Βραζιλία δεν κάνω καν κουβέντα, δικαιούται ένα ολόκληρο άρθρο.
Στην Πάτρα, ο πρώτος αποκριάτικος χορός μετά την απελευθέρωση, δόθηκε το 1829. Από τότε, αν εξαιρέσεις τα χρόνια των πολέμων που δεν υπήρχε ούτε διάθεση ούτε και άντρες καβαλιέροι για αποκριάτικους χορούς, όλες τις άλλες εποχές, η Πάτρα έβαλε τα δυνατά της να γίνει η πόλη του καρναβαλιού. Τη μόνη χρονιά που δεν γιόρτασε ήταν το 1964 εξαιτίας του εθνικού πένθους για τον θάνατο του βασιλιά Παύλου. [Το αφήνω ασχολίαστο].
Το 1966 όμως –που η χώρα δεν είχε άλλα προβλήματα, τα είχε όλα λυμμένα– το πατρινό καρναβάλι επανακάμπτει δριμύτερο. Ο Νίκος Μαστοράκης εισάγει το Κυνήγι του Κρυμμένου Θησαυρού. Νικήτρια αναδεικνύεται η ομάδα του Άλκη Στέα και ένας νέος παρουσιαστής γεννιέται! Επίσημη πρώτη για τον Στέα το 1967 – μαζί με το πουλί της «Επανάστασης» – ο οποίος ταυτίζεται στο εξής, για δεκαετίες με το πατρινό καρναβάλι. Το 1974 αποδεικνύεται χρονιά-ορόσημο για κάθε είδους μασκαράδες. Οι καρναβαλιστές κατακλύζουν πλέον μαζικά τους δρόμους της Πάτρας. Πατείς με- πατώ σε.
Αυτά στην κεντρική σκηνή [Πάτρα] γιατί σε μικρά περιφερειακά θέατρα [άλλες επαρχιακές πόλεις], ο καθένας τηρεί όποιο έθιμο του κλήρωσε η καταγωγή του. Βλάχικος Γάμος στη Θήβα, Δίκη του Καδή στο Λιτόχωρο, Κουδουνάτοι στη Νάξο, Μπουρανί στον Τύρναβο, Αλευρομουτζουρώματα στο Γαλαξείδι, Μωμόγεροι στη Μακεδονία και τη Θράκη και άλλα.
Σε κάθε περίπτωση, τα μασκαραλίκια είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Αυτό είναι grosso modo το Καρναβάλι στην Ελλάδα. Ή αλλιώς: η ελληνική Αποκριά.
Μέχρι το βράδυ της Κυριακής ξεφάντωμα, παγανιστικά έθιμα, δόξα στον Διόνυσο [ή τον Σατούρνο ή τον Βάκχο ή τον Πάνα ή τον Κάρνο ή τον Βάαλ] κι από Καθαρά Δευτέρα, νηστεία. Άλλος Θεός. Από Δευτέρα δίαιτα. Σε φαγητό, ποτό και μπινελίκια. Κι έτσι... ο Χριστιανισμός... Χριστιανισμός κι ο Παγανισμός... Παγανισμός.
Δυο καρπούζια σε μία μασχάλη. Τι είπατε; Δεν χωράνε; Θα μας πέσουν;
Ε τότε δεν το γλυτώνουμε...Σίγουρα θα μας κρεμάσουν κουδούνια.
πηγή:http://tvxs.gr
Η μάσκα του Βασιλιά Καρνάβαλου με τα χοντρά, γκροτέσκα χαρακτηριστικά είναι πάντα χαμογελαστή. Από κάτω όμως, αν υπάρχει χαμόγελο, είναι μάλλον σαρδόνιο... Ελάτε να γνωρίσουμε μερικά μόνο από τα πιο πιθανά αληθινά πρόσωπα του βασιλιά Καρνάβαλου...
Ο Καρνάβαλος μιλάει λατινικά [quo vadis carrus navalis?]
Η λέξη «καρναβάλι» προέρχεται -λένε- από τη λατινική έκφραση: carne vale, που σημαίνει «κρέας, αντίο.» Λογική εκδοχή αλλά δεν είναι η μόνη. Η Encyclopaedia Britannica κάτω από τον τίτλο «Καρναβάλι» αναφέρει: «Η προέλευση της λέξης είναι αβέβαιη, παρ’ ότι πιθανόν να προέρχεται από το Μεσαιωνικό Λατινικό carnem levare ή carnelevarium, που σημαίνει να παίρνεις ή να αφαιρείς κρέας.
Μήπως όμως το όνομα έρχεται από πιο παλιά; Σύμφωνα με το “Standard Dictionary of Folklore, Mythology and Legend” των Funk και Wagnalls: «Το καρναβάλι προέρχεται από τη φράση: «carrus navalis» που σημαίνει: κάρο της θάλασσας, ένα τροχοφόρο όχημα με μορφή πλοίου το οποίο χρησιμοποιούσαν στις πομπές του Διόνυσου… και από το οποίο έψαλλαν όλα τα είδη των σατυρικών τραγουδιών». Το όχημα κυκλοφορούσε πολύ στην αρχαία Ρώμη [όπου ο Διόνυσος έκανε καριέρα ως Βάκχος και η γιορτή του: τα Βακχανάλια συναγωνίζονταν τα Σατουρνάλια σε τρέλες].
Όσα στοιχεία ενσωμάτωσε το καρναβάλι από αυτές τις γιορτές, τα διαιωνίζει μέχρι σήμερα. Δεν νοείται παρέλαση καρναβαλιού δίχως άρματα. Με πρώτο και καλύτερο αυτό του Βασιλιά Καρνάβαλου. Στην Ιταλία, την Ισπανία και τη Γαλλία, το Καρναβάλι έχει για πρωταγωνιστή του, μια κωμική μορφή η οποία έπειτα από μια σύντομη σταδιοδρομία γεμάτη δόξα και παραλυσία, καίεται δημόσια. Αυτός ο περίεργος τύπος, ο ευρωπαίος Καρνάβαλος δεν είναι άλλος από τον διάδοχο του αρχαίου Βασιλιά των οργίων [των Σατουρναλίων].
Κι ενώ οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η λέξη carnavali είναι λατινικής προέλευσης, εσείς μην παίρνετε και όρκο...
Ο Καρνάβαλος κατάγεται από τη Μεσοποταμία [Νάτος! ΠροΒάαλει]
Υπάρχει και η εκδοχή που υποστηρίζει ότι η λέξη [ Carne Vaal ] περιλαμβάνει ως δεύτερο συνθετικό το όνομα του αρχαίου θεού Βάαλ. «Ψήνεστε» να τον γνωρίσετε; Είναι ο αδηφάγος θεός των Χαναναίων, με κεφάλι ταύρου και ιδιαίτερη αδυναμία στις θυσίες βρεφών... Καλύτερα να μην πέσεις στα χέρια του αν είσαι μωρό και δεν αντέχεις τις [πολύ] υψηλές θερμοκρασίες... Έχει κάψει κόσμο και κοσμάκη. Κατά κυριολεξία. Για να τον λατρέψουν, οι άντρες φορούσαν γυναικεία ρούχα και οι γυναίκες ντύνονταν άντρες κι έβγαιναν στους δρόμους με διάθεση για κραιπάλη και κάθε είδους όργια, κρατώντας όπλα ή ρόπαλα – Σας θυμίζει μήπως Απόκριες στην Πλάκα με πλαστικό φλούο λαχανί ρόπαλο;
Μια άλλη άποψη υποστηρίζει ότι το πρώτο συνθετικό της λέξης είναι: «κορν» που σημαίνει «κέρατο» [όχι απαραίτητα βερνικωμένο] οπότε καρναβάλι σημαίνει: «βοϊδοκέρατο». Σε κάποια αρχαία σύγκρουση, οπαδοί του τράγου και του ταύρου, πιάστηκαν – λέει– κέρατο με κέρατο... Υπερίσχυσαν –υποτίθεται– οι τραγοπαδοί κι από τότε, στις γιoρτές, έγινε έθιμο η μίμηση των τράγων [ωραία πρότυπα] και η μεταμφίεση με τραγοτόμαρα. Εδώ πλέον μιλάμε για το κέρατο το τράγιο και για τα τραγοκούδουνα που έγιναν το πιο hot αξεσουάρ.
Ο Καρνάβαλος είναι Έλληνας [εκ Πελοποννήσου]
Όπως ήταν αναμενόμενο, μία τουλάχιστον από τις πολλές βαθιές ρίζες του καρναβαλιού βρίσκεται στην ελληνική Μυθολογία. Ψάχνοντας σε αυτόν τον δαιδαλώδη χωροχρόνο, ποιον βρίσκουμε; Τον Κάρνο. Έναν αρχαιότατο κριόμορφο θεό, προστάτη της γονιμότητας ο οποίος γνώρισε δόξες στη Λακωνία και τη Μεσσηνία πριν από την κάθοδο των Δωριέων. Φέρνει λίγο στον Διόνυσο ή μήπως στον Πάνα; Πάμε τώρα στο δεύτερο συνθετικό της λέξης: το επίρρημα «βάλλε» ή «άβαλε» στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «είθε». Η έκφραση «καρνάβαλε», θα μπορούσε να λέει: «είθε Θεέ Κάρνε». Ήτοι: μακάρι κριόμορφε θεέ, να εκπληρώσεις τις προσδοκίες μας για γονιμότητα κι ευημερία. [Σωθήκαμε].
Από την άλλη, υπάρχει και το ρήμα «βαλλίζω» που σημαίνει «χοροπηδώ». Οπότε «καρναβαλίζω», θα μπορούσε κάλλιστα να σημαίνει: χοροπηδώ στο πανηγύρι του Κάρνου, φορώντας τα κέρατα ή το κριόμορφο προσωπείο του. Είναι κι αυτή μία εκδοχή...
Έρχεται μάλιστα και κουμπώνει με τα Ανθεστήρια, τη γιορτή για την αναγέννηση της Φύσης που γινόταν τέλος Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου. Ανάμεσα στα δρώμενα της γιορτής: η πομπική είσοδος του Διόνυσου πάνω στο τροχοφόρο καράβι, η μεταμφίεση σε Σατύρους με μάσκες και δέρματα τράγων, το κρασί, οι βωμολοχίες, τα χοντρά αστεία και τα έξαλλα χοροπηδηχτά γύρω από το άρμα. Όπως καταλάβατε, σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, κάτω από τη μάσκα του Καρνάβαλου, κρύβεται ποιος άλλος; ο Διόνυσος.
Έλα και πες μου τώρα ποια από όλες τις εκδοχές είναι η σωστή... Σαν να ζητάς βελόνα στ’ άχυρα. «Τι το ψάχνεις τώρα;» μπορεί να ρωτήσει κάποιος. Μια στιγμή... Να μασκαρευτώ, να γελοιοποιηθώ, να βάλω μουτσούνα-να βάλω περούκα [που λέει και η διαφήμιση] και να χοροπηδώ ολόγυρα... ενώ με ραίνουν με κονφετί, χυδαία αστεία και χοντράδες... Να μην ξέρω τουλάχιστον προς τιμή τίνος το κάνω; Μπορεί να έχω προηγούμενα με τον Βάαλ ή τον Κάρνο και να μην θέλω να τον τιμήσω...
Πες ότι σε καλούν σε ένα πάρτυ, δεν ρωτάς ποιος το κάνει;
Γεγονός είναι πάντως ότι όσο περισσότερο ερευνάς για την προέλευση του Καρναβαλιού, ακόμη και για την ετυμολογία της λέξης, τόσο πιο βαθιά χώνεσαι στην ειδωλολατρεία και τον παγανισμό. Μόνο με το ψάξιμο ζαλίζεσαι, φαντάσου να συμμετείχες κιόλας στον ξέφρενο ρυθμό του καρναβαλιού όπως οι λιιιιλιιιπούτειοι καρναβαλιιιστές στο «Πατρινό Καρναβάλι για πάντα».
Πάτρα – Βενετία αλέ – ρετούρ
Με τόσα πήγαιν’-έλα στη Βενετία, επόμενο ήταν η Πάτρα να το κολλήσει το μικρόβιο. Στη Βενετία, την πόλη των δόγηδων, το καρναβάλι κρατά από τον 11ο αιώνα, μετά από μια μικρή περίοδο βαρεμάρας τον 18ο αιώνα, επανέρχεται δυναμικά το 1979 [μαζί με χιλιάδες επισκέπτες και αυξημένα τουριστικά έσοδα]. Μακρόχρονη παράδοση στο καρναβάλι έχει και η Νίκαια [της Γαλλίας], με αναφορές από το 1294 μ.Χ. ενώ ένα ξεχωριστό καρναβάλι γίνεται κάθε χρόνο και στην Κολωνία όπου φέτος, ένα από τα άρματα οδηγούν ο Έλληνας Πρωθυπουργός μαζί με την Άγκελα Μέρκελ. [Ωραίο ζευγαράκι!]
Για τη Βραζιλία δεν κάνω καν κουβέντα, δικαιούται ένα ολόκληρο άρθρο.
Στην Πάτρα, ο πρώτος αποκριάτικος χορός μετά την απελευθέρωση, δόθηκε το 1829. Από τότε, αν εξαιρέσεις τα χρόνια των πολέμων που δεν υπήρχε ούτε διάθεση ούτε και άντρες καβαλιέροι για αποκριάτικους χορούς, όλες τις άλλες εποχές, η Πάτρα έβαλε τα δυνατά της να γίνει η πόλη του καρναβαλιού. Τη μόνη χρονιά που δεν γιόρτασε ήταν το 1964 εξαιτίας του εθνικού πένθους για τον θάνατο του βασιλιά Παύλου. [Το αφήνω ασχολίαστο].
Το 1966 όμως –που η χώρα δεν είχε άλλα προβλήματα, τα είχε όλα λυμμένα– το πατρινό καρναβάλι επανακάμπτει δριμύτερο. Ο Νίκος Μαστοράκης εισάγει το Κυνήγι του Κρυμμένου Θησαυρού. Νικήτρια αναδεικνύεται η ομάδα του Άλκη Στέα και ένας νέος παρουσιαστής γεννιέται! Επίσημη πρώτη για τον Στέα το 1967 – μαζί με το πουλί της «Επανάστασης» – ο οποίος ταυτίζεται στο εξής, για δεκαετίες με το πατρινό καρναβάλι. Το 1974 αποδεικνύεται χρονιά-ορόσημο για κάθε είδους μασκαράδες. Οι καρναβαλιστές κατακλύζουν πλέον μαζικά τους δρόμους της Πάτρας. Πατείς με- πατώ σε.
Αυτά στην κεντρική σκηνή [Πάτρα] γιατί σε μικρά περιφερειακά θέατρα [άλλες επαρχιακές πόλεις], ο καθένας τηρεί όποιο έθιμο του κλήρωσε η καταγωγή του. Βλάχικος Γάμος στη Θήβα, Δίκη του Καδή στο Λιτόχωρο, Κουδουνάτοι στη Νάξο, Μπουρανί στον Τύρναβο, Αλευρομουτζουρώματα στο Γαλαξείδι, Μωμόγεροι στη Μακεδονία και τη Θράκη και άλλα.
Σε κάθε περίπτωση, τα μασκαραλίκια είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Αυτό είναι grosso modo το Καρναβάλι στην Ελλάδα. Ή αλλιώς: η ελληνική Αποκριά.
Μέχρι το βράδυ της Κυριακής ξεφάντωμα, παγανιστικά έθιμα, δόξα στον Διόνυσο [ή τον Σατούρνο ή τον Βάκχο ή τον Πάνα ή τον Κάρνο ή τον Βάαλ] κι από Καθαρά Δευτέρα, νηστεία. Άλλος Θεός. Από Δευτέρα δίαιτα. Σε φαγητό, ποτό και μπινελίκια. Κι έτσι... ο Χριστιανισμός... Χριστιανισμός κι ο Παγανισμός... Παγανισμός.
Δυο καρπούζια σε μία μασχάλη. Τι είπατε; Δεν χωράνε; Θα μας πέσουν;
Ε τότε δεν το γλυτώνουμε...Σίγουρα θα μας κρεμάσουν κουδούνια.
πηγή:http://tvxs.gr