Σελίδες

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

Αγ(ρ)ιες μέρες αγάπης για αστέγους

«Με 10 ευρώ θα κάνω  και τη σπατάλη μου.  Θα φάω κι ένα γλυκό.  Είμαι τεράστιος γλυκατζής»Άγιες Μέρες αγάπης, οι ΜΚΟ κατεβάζουν ρολά. Και η αλληλεγγύη έχει ανάγκη από διακοπές. Πίσω, μένουν οι άστεγοι της Αθήνας, ελπίζοντας πως θα σταθούν τυχεροί και θα προφτάσουν τις γάτες που βουτάνε στα σκουπίδια. Τρεις άστεγοι της Αθήνας, επαγγελματίες που λόγω αναποδιάς βγήκαν στο δρόμο μέσα στην κρίση, διηγούνται τη δική τους Εβδομάδα των Παθών που διαρκεί περισσότερο από επτά μέρες. 

«Μεγάλη Τρίτη, λογικά θα πετάξουν τα αρνιά της Κυριακής», λέει ο Θόδωρος. Είναι πρώην μηχανικός, 53 ετών, ζει στο δρόμο εδώ και δύο χρόνια. Οσα και η κ. Βασιλική. Μεγάλωσε στην Κυψέλη και κληρονόμησε τα χρέη του πατέρα της. Στα 63 της, ζει σε μια «καβάτζα» από ξύλα και σίδερα, στα νότια προάστια. «Από τη Μ. Πέμπτη, οι περισσότερες δομές είναι κλειστές», λέει ο 50χρονος Γιώργος, πρώην μηχανικός αεροσκαφών, νυν άστεγος της παραλίας. Ζει σε ένα μικρό αποθηκάκι. 

Γιώργος, 50 ετών
«Δεν χρεώνω πουθενά την ξεροκεφαλιά μου. Ξέρω πού έχω φταίξει»
Τραγική ειρωνεία του πράγματος είναι ότι το 2003 είχα 10 αστέγους, με προβλήματα και τους φιλοξενούσα
 
 

«Με 10 ευρώ θα κάνω και τη σπατάλη μου. Θα φάω κι ένα γλυκό. Είμαι τεράστιος γλυκατζής» Το φετινό Πάσχα ήταν όπως είναι κάθε γιορτή για τους αστέγους. Με τη φιέστα που κάνουν οι δημοτικές αρχές για να τη δουν οι τηλεοράσεις. Τα πάντα είναι κλειστά, από τις ΜΚΟ ήταν ανοιχτή, λίγες μέρες άνοιξε νομίζω, μόνο η PRAKSIS. Τις μέρες του Πάσχα δεν υπάρχει χώρος να πάει κανείς κάπου να αράξει. Εγώ είμαι άστεγος 2 χρόνια. Μας θέλουν να γίνουμε σαν τους «Αθλιους» του Ουγκό - εκεί έχει πάει η κατάσταση.
Φέτος μου την είχε στημένη. Κινδύνεψα στα καλά καθούμενα. Αρπαξα ένα μικρόβιο, κάποιοι λένε από μολυσμένο νερό και μου προκάλεσε σηψαιμία και πρόβλημα στα νεφρά. Κάτι ανάλογο το είχε πάθει και ο Κυράστας, ο ποδοσφαιριστής. Ευτυχώς το πρόλαβα γρήγορα. Είχα συμπτώματα περιτονίτιδας, μούδιαζε το πόδι μου και πονούσα κάτω δεξιά. Μεγάλη Δευτέρα βράδυ, μπήκα στο νοσοκομείο. Βγήκα τη Μεγάλη Τρίτη, μου δώσανε και μια αντιβίωση αλλά μου τέλειωσε και είναι όλα κλειστά, δεν έχω πού να πάρω. Θα πάω σήμερα στους Γιατρούς του Κόσμου που θα ανοίξουνε. Με βοήθησαν μόνο δυο φίλοι μου άστεγοι κι αυτοί και κάποιοι Αλληλέγγυοι από τη Βούλα - να είναι καλά τα παιδιά.
Το Πάσχα μόνο το συσσίτιο του δήμου και της Εκκλησίας είναι ανοιχτά. Εκεί που τις άλλες μέρες σου βγάζουν μια φακή ξερή, το Πάσχα βλέπεις και το τσουρεκάκι. Βρίσκεις και από αλλού να φας, κι από τα catering αλλά του δήμου θεωρούνται τα καλύτερα. Τα πιο πολλά όσπρια όμως είναι «μπλουμ» και είμαι σίγουρος πως θα πάθουμε όλοι ζάχαρο κάποια στιγμή από το άμυλο. Κρέας και ψάρι τρώμε σπάνια. Και η φακή θα έχει σίγουρα πετραδάκια μέσα. Δεν βαριέσαι.
Την Κυριακή του Πάσχα, δήμος και Εκκλησία πρέπει να δώσανε πάνω από 5.500 μερίδες. Καλό φαγητό, κρέας. Αν ήμουν δήμαρχος για μία μέρα, θα έκανα γενική ανατροπή. Θα έβρισκα αυτούς που θέλουν και μπορούν να βοηθήσουν και θα τους αξιοποιούσα. Για να σβήσεις το ρουσφέτι σ' αυτή τη χώρα, πρέπει να περάσει μία εικοσαετία. Αυτό είναι που μας έχει καταστρέψει, όχι η φοροδιαφυγή αλλά η διαφθορά. Αν δεν φαγωθεί η διαφθορά, θα μείνει κι άλλος κόσμος νηστικός.
Αυτό που σου λείπει περισσότερο όταν δεν έχεις σπίτι είναι η τουαλέτα. Χρειαζόμαστε κι άλλες δημόσιες τουαλέτες. Θες να πας και τρέχεις ή στο Σύνταγμα ή στο Πεδίον του Αρεως.
Εγώ βγήκα από το σπίτι μου ηθελημένα. Αφησα ό,τι είχα και δεν είχα στη γυναίκα μου και στα παιδιά. Παράτησα την οικογένειά μου, το λιμάνι μου και έφυγα. Για να το κάνει αυτό ένας άντρας, έχει φτάσει σε απόγνωση. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου άστεγο, δεν θέλω να μείνω σε παράγκα. Θέλω να δουλέψω, έστω και για ψίχουλα.
Τώρα είναι μια πολύ καλή εποχή για βαψίματα. Μπορώ να κάνω οτιδήποτε χρειαστεί ένα σπίτι. Από μερεμέτια μέχρι βαψίματα. Παλιά ήμουν μηχανικός αεροσκαφών στην Πολεμική Αεροπορία, έφυγα όμως λόγω μιας παρεξήγησης. Στην πορεία δούλεψα σε σουπερμάρκετ, έφτασα να γίνω υποδιευθυντής. Εκανα ένα γάμο που με έβγαλε στο δρόμο. Μου βγήκε η γυναίκα θρησκόληπτη. Κάποια στιγμή γύρισε και μου είπε «είμαι παντρεμένη με τον Χριστό».
Αν γύριζα το χρόνο πίσω, θα έκανα άλλες επιλογές. Αυτό που δεν υπολόγισα σωστά όταν έφυγα από το σπίτι με ένα βαλιτσάκι στο χέρι, ήταν η κρίση. Δεν την αξιολόγησα σωστά. Νόμιζα ότι θα βρω δουλειά. Δεν βρήκα.
Είμαι εγωιστής, δεν δέχομαι να με φιλοξενήσουν, δεν θέλω να γίνω βάρος. Τραγική ειρωνεία του πράγματος είναι ότι το 2003 είχα 10 αστέγους, με προβλήματα και τους φιλοξενούσα. Τοξικομανείς, εξαρτημένοι, όχι εύκολες περιπτώσεις. Είχε πεθάνει η μάνα μου και τους έδωσα το σπίτι της στη Βάρκιζα για να μείνουν, έτσι για να ελαφρύνω την ψυχή της. Τώρα είμαι εγώ στο δρόμο.
Προσπαθώ και βολεύω το θέμα του μπάνιου. Εχω συνηθίσει το κρύο νερό από το λάστιχο. Είχα να αρρωστήσω 27 χρόνια. Φέτος την πάτησα. Αν δεν είχα αρρωστήσει, θα είχα τρέξει σε κάποιο νησί, να ψάξω δουλειά. Αν έβρισκα λεφτά να πάω ώς εκεί.
Κάθε μέρα, νέα μέρα, νέα τύχη. Αυτό είναι το πιστεύω μου. Σηκώνομαι το πρωί, βλέπω τον ουρανό και τον ήλιο. Εχω πει κάποιες στιγμές «γιατί να το πάθω εγώ;» αλλά δεν χρεώνω πουθενά την ξεροκεφαλιά μου. Ξέρω πού έχω φταίξει.
***
 
Θόδωρος, 53 ετών
«Με 5 ευρώ την ημέρα, είμαι... άρχοντας»
Εχω μια ανιψιά, επιστημόνισσα, σπουδάζει τώρα στο Πολυτεχνείο. Δεν τη βλέπω. Δεν θέλω να το βαραίνω το παιδί
 

Αυτές εδώ είναι καλές μέρες. Ολο και κάπου θα βρεις κάτι καλό. Χθες βρήκα μια ντουζίνα αβγά, κόκκινα και πράσινα σπασμένα. Δεν τα θέλανε, τα πετάξανε. Ο κόσμος πετάει φαγητό. Σήμερα το βράδυ θα τη στήσουμε για τα αρνιά της Κυριακής. Αποκλείεται να μην πετάξανε τίποτα. Αν πεινάς, τρως κι από τα σκουπίδια. Αν τα προλάβεις από τα γατιά. Παίρνω το μετρό και πάω στο Χαλάνδρι, με άλλους δυο-τρεις μαζί. Ξέρουμε πού πάμε. Εχουμε σταμπάρει -αν θες να το πω κι έτσι- κάποια σημεία που δεν τα πετάνε, τα κρεμάνε στο πλάι. Περνάς, το παίρνεις, φεύγεις.
Εγώ μένω σε ένα αποθηκάκι, σε ένα συνεργείο δίπλα. Δουλεύω πού και πού στο συνεργείο και κάνω κάνα μεροκάματο. Με 5 ευρώ τη μέρα, είμαι άρχοντας. Θα πάρω και νεράκι καθαρό. Με 10 ευρώ θα κάνω και τη σπατάλη μου. Θα φάω κι ένα γλυκό. Είμαι τεράστιος γλυκατζής. Μου είχε γράψει ο γιατρός φάρμακα για το ζάχαρο, τα ξεκίνησα πέρσι, δύο μήνες, μετά σταμάτησα.
Παιδιά, γατιά, σκυλιά, δεν έχω. Εχω μια ανιψιά, του αδερφού μου, επιστημόνισσα, σπουδάζει τώρα στο Πολυτεχνείο. Δεν τη βλέπω. Δεν θέλω να το βαραίνω το παιδί. Τι φταίει; Της έχω πει ότι δουλεύω νταλικέρης με έδρα τη Βουλγαρία και είμαι πότε εκεί, πότε στη Ρουμανία, πότε στη Γερμανία. Ζητάει να με δει, αλλά δεν θέλω. Εμεινα άστεγος 22 Νοεμβρίου το 2012 κι από τότε δεν έχω δει κανέναν από την οικογένεια. Μια κοπέλα που είχα τότε, καλή, την έχασα κι αυτή. Είχα φύγει από το σπίτι δύο χρόνια πριν, δεν μπορούσα να πληρώσω το δάνειο, τώρα ανήκει στην τράπεζα. Η κοπέλα αυτή, Αγνή την έλεγαν και ήταν όνομα και πράγμα, με φιλοξένησε για δυο χρόνια. Δεν έβρισκα δουλειά, καμία δουλειά. Μηχανικός είμαι. Εχω δουλέψει στη ζωή μου για εργολάβους κι έχει πιάσει το χέρι μου λεφτά. Ξέρω πώς είναι και η γεμάτη τσέπη και η άδεια. Τώρα είμαστε σε απόγνωση.
Δεν ξέρουμε τι θα μας ξημερώσει. Μου λένε στις ΜΚΟ «καλά, εσύ που ξέρεις και πέντε πράγματα, δεν το προσπαθείς να ξαναφτιάξεις τη ζωή σου;». Πώς να την ξαναφτιάξω; Η οικοδομή στην Ελλάδα έχει πεθάνει, στα λίγα δημόσια έργα πώς να μπεις; Δεν θα πάρουν εμένα κι εσένα.
Τις προάλλες έψαχνα πάλι γύρω γύρω, στα σκουπίδια. Μου 'τυχε μια δουλίτσα στο συνεργείο και έχασα το φαγητό του δήμου. Ενα κοριτσάκι, με τον πατέρα του, πέρασε και με είδε φαίνεται και το άκουσα που είπε «μπαμπά, αυτός ο κύριος έχει το χέρι μέσα στα σκουπίδια». «Δεν είδες σωστά, λάθος κάνεις», της είπε αυτός. Μου ήρθε να φωνάξω, «σωστά είδες κοριτσάκι μου. Υπάρχει κι αυτή η πλευρά της ζωής». Οχι εδώ που είσαι ήμουνα κι εδώ που είμαι θα 'ρθεις. Δεν είμαι προφήτης που εκδικείται. Η ζωή τα φέρνει έτσι και εγκλωβίζεσαι σε καταστάσεις και πρέπει να καταστραφείς για να κάνεις μια νέα αρχή. Εγώ προς το παρόν είμαι στην καταστροφή.
***
Βασιλική, 63 ετών
«Ο Χριστός θ' αναστηθεί, είτε μας αρέσει είτε όχι»
Για κακή μου τύχη με είδε ένας παλιός φίλος της μάνας μου. "Πόπη εσύ;" γυρίζει και μου λέει. "Ι dont speak greek" του λέω
 
 

Πέρσι, είχα πάει στον Επιτάφιο, στην Αγία Γλυκερία. Οχι εκεί που μαζεύεται ο κόσμος. Πάω και κρυφοκοιτάζω και ψέλνω παραπίσω με το βιβλιαράκι μου. Τόσο που να μη με βλέπουν. Εκεί είναι όλοι γνωστοί, δεν θέλω να με αναγνωρίσουν. Για κακή μου τύχη με είδε ένας παλιός φίλος της μάνας μου. «Πόπη εσύ;» γυρίζει και μου λέει. «Ι dont speak greek» του λέω. Θα με πέρασε για τρελή. Μπα σε καλό του, του χριστιανού, τα 90 κοντεύει και πού με είδε και με θυμήθηκε! Ούτε λίγο από αυτό το αλτσχάιμερ δεν έχει;
Φέτος, τη Μεγάλη Παρασκευή, έγινα παπί. Επιασε η μπόρα, έφυγε και το λεωφορείο. Με είδε ο οδηγός που έτρεχα, μου είχε βγει η γλώσσα σαν του σκύλου, αλλά δεν συγκινήθηκε αυτός. Χτυπούσα δηλαδή την πίσω πόρτα, δεν άνοιγε. «Ανοιξε γαμώ το σόι σου» -έφυγε. Πάνω στην τρεχάλα μου έχασα και το μπιφτέκι -καλό με ψωμί, ολόκληρο, το βρήκα στο ρουμάνικο φαστφουντάδικο στην Αχαρνών. Στο τραπέζι, όχι πεταμένο. Το χειρότερο είναι ότι μου 'φυγε το ένα μου παπούτσι, καλό, δερμάτινο και μαλακό για τα κότσια μου που με σουβλίζουν από τον πόνο. Τώρα είμαι με κάτι σαγιονάρες.
Ηθελα να πάω και στον Επιτάφιο, πού να πάω... Σαν τη Σταχτοπούτα; Γύρισα στην παράγκα, τα κρέμασα δίπλα σε μια μάντρα να στεγνώσουν, ευτυχώς τις κουβέρτες μου τις είχα κάτω από τη λαμαρίνα. Βραχήκανε, δεν μπορείς να πεις ότι δεν βραχήκανε, ήτανε νωπές. Τυλίχτηκα και μπήκα στην καβάτζα μου. Είχα δυο λεπτά γκαζάκι, έτσι θυμόμουν και τ' άναψα να βράσω λίγο νερό με κύβο. Εφαγα τη σούπα μου κι άντε χαιρετίσματα. Ξύπνησα με την καμπάνα, στην πρώτη Ανάσταση. Πρέπει να ανέβασα πυρετό, δεν εξηγείται αλλιώς πώς κοιμήθηκα τόσο πολύ. Είχαν στεγνώσει τα ρούχα, ευτυχώς. Βρήκα 10 αναπάντητες από τον Πέτρο. Θα νόμιζε ότι πέθανα ή με φάγαν' τίποτα σκυλιά. Ντύθηκα και έφυγα για το Μοσχάτο να βρω τους άλλους που είχαν κανονίσει και βρήκαν κάτι φαγητά.
Δεν πάω στο δήμο, όχι. Εχει καλό φαγητό σήμερα, αλλά εγώ είμαι αγρίμι πια, φοβάμαι μη δαγκώσω κάνα χέρι. Γιατί τώρα που έρχονται εκλογές μαζεύονται όλοι εκεί και θέλουν χαιρετούρες. Φάγαμε ωραιότατο φρικασέ, ας είναι καλά η κυρία Μαρία από τα Καμίνια. Δεν πέτυχα κρέας εγώ, αλλά ήταν ζεστό και νόστιμο. Κυριακή του Πάσχα πήγε ο Θάνος -ο σκουντούφλης που λέω εγώ- να φέρει κρέατα από το δήμο και έφερε και πέντε αβγά κόκκινα. Ηρθε, παίρνω το αβγό, του λέω «Χριστός Ανέστη», «πού το είδες;» μου λέει. Αυτή τη νοοτροπία εγώ δεν την μπορώ. Επειδή μας έτυχε μια ατυχία -δεν λέω, μας έφυγε η γη κάτω από τα πόδια μας- και επειδή δεν βγήκαμε στο δρόμο, δεν θα αναστηθεί ο Χριστός; «Κοίτα Θάνο» του λέω, «πάρ' το χαμπάρι αγόρι μου, ο Χριστός θα αναστηθεί και χωρίς εμάς. Είτε σ' αρέσει είτε όχι».
Αυτής της νοοτροπίας είμαι εγώ. Μπόρα, μπόρα, μπόρα, θα σου φέξει και ο ήλιος. Το θέμα είναι πώς εκπαιδεύεις το μάτι σου. Υπάρχει η μυγδαλιά απέναντι που άνθισε. Να και τα παιδιά του Ρουμάνου στη γέφυρα που παίζουν και γελάνε, παρ' όλο που κι αυτά καμιά μέρα μένουν νηστικά. Με το αβγό μου, φέτος τους έσπασα όλους! Στο τέλος έκανα Χριστός Ανέστη με το παγκάκι, το καθάρισα και πάρ' το κάτω. Τυχερός είσαι όταν σπάει το αβγό και το έχεις στο στομάχι σου. 
ΠΗΓΗ:enet.gr