Σελίδες

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

Ναόμι Κλάιν: Η επιστήμη μάς λέει να επαναστατήσουμε

H βραβευμένη καναδή δημοσιογράφος και συγγραφέας του πολυδιαβασμένου βιβλίου «Το δόγμα του σοκ», Ναόμι Κλάιν επιμένει, τελευταία, σε άρθρα, ομιλίες και ντοκιμαντέρ όπου περιγράφει και αποδεικνύει την επιτακτική ανάγκη για αλλαγή τρόπου ζωής, για να μπορούμε να έχουμε ελπίδες ότι θα σωθεί ο πλανήτης και το είδος μας μαζί του. Σε αυτό το άρθρο της, που δημοσίευσε το περιοδικό «New Statesman» στις 29 Οκτωβρίου, μεταφέρει τα ερευνητικά συμπεράσματα επιστημόνων στον τομέα του κλίματος, που καταλήγουν στη διαπίστωση ότι η ελπίδα βρίσκεται στην «αντίσταση», στα «κινήματα «ανθρώπων ή συλλογικοτήτων οι οποίοι υιοθετούν μια συγκεκριμένη σειρά δυναμικών που δεν ταιριάζουν μέσα στην καπιταλιστική κουλτούρα». Για να καταλήξει, με την παράθεση επιστημονικών άρθρων, ότι «υπάρχει ακόμα χρόνος να αποφύγουμε την καταστροφική υπερθέρμανση του πλανήτη, αλλά όχι στο πλαίσιο των κανόνων του καπιταλισμού, όπως έχουν οριστεί σήμερα».

Της Ναό­μι Κλάιν


Τον Δε­κέμ­βριο του 2012, στο Σαν Φραν­σί­σκο, έ­νας ε­ρευ­νη­τής, ο­νό­μα­τι Μπρα­ντ Γουέρ­νε­ρ, ά­νοι­γε δρό­μο α­νά­με­σα στο πλή­θος των 24.000 ε­πι­στη­μό­νων, κα­τά τη διάρ­κεια της φθι­νο­πω­ρι­νής συ­νά­ντη­σης της Αμε­ρι­κα­νι­κής Ένω­σης Γεω­φυ­σι­κών, για να φτά­σει στο βή­μα των ο­μι­λη­τών (...)
Η ο­μι­λία του Γουέρ­νερ που κί­νη­σε το εν­δια­φέ­ρον. Ο τίτ­λος ή­ταν «Εί­ναι η Γη γα­μ***νη;» (πλή­ρης τίτ­λος: « Εί­ναι η Γη γα­μ***νη; Η δυ­να­μι­κή μα­ταιό­τη­τα της πα­γκό­σμιας πε­ρι­βαλ­λο­ντι­κής δια­χεί­ρι­σης και οι δυ­να­τό­τη­τες για α­ει­φο­ρία μέ­σω του α­κτι­βι­σμού ά­με­σης δρά­σης»).
Μί­λη­σε για τα ό­ρια του συ­στή­μα­τος, για δια­τα­ρα­χές και άλ­λα ζη­τή­μα­τα κα­τά βά­ση α­κα­τα­νό­η­τα για ό­σους α­πό ε­μάς δεν έ­χου­με σχέ­ση με τη θεω­ρία των σύν­θε­των συ­στη­μά­των.  Το συ­μπέ­ρα­σμα, ω­στό­σο, ή­ταν αρ­κε­τά σα­φές σε ό­λους: Ο πα­γκό­σμιος κα­πι­τα­λι­σμός έ­χει ε­πι­φέ­ρει την ε­ξάν­τλη­ση των πη­γών με τέ­τοια τα­χύ­τη­τα, α­νε­νό­χλη­τα και χω­ρίς πε­ριο­ρι­σμούς, που ως συ­νέ­πεια τα «συ­στή­μα­τα γη – άν­θρω­πος» έ­χουν γί­νει ε­πι­κίν­δυ­να α­στα­θή. (...)

 
Επι­στή­μη και α­κτι­βι­σμός
Ωστό­σο, υ­πήρ­χε μια δυ­να­μι­κή στο σχέ­διο του Γουέρ­νερ που α­φή­νει πε­ρι­θώ­ριο για κά­ποια ελ­πί­δα. Ο Γουέρ­νερ την ο­νό­μα­σε «α­ντί­στα­ση» - κι­νή­μα­τα «αν­θρώ­πων ή συλ­λο­γι­κο­τή­των» που «υιο­θε­τούν μια συ­γκε­κρι­μέ­νη σει­ρά δυ­να­μι­κών που δεν ται­ριά­ζουν στην κα­πι­τα­λι­στι­κή κουλ­τού­ρα». (...)
Στο πλαί­σιο σο­βα­ρών ε­πι­στη­μο­νι­κών συ­να­ντή­σεων δεν εί­θι­σται να α­πευ­θύ­νο­νται εκ­κλή­σεις για μα­ζι­κή πο­λι­τι­κή α­ντί­στα­ση, πό­σω δε μάλ­λον για ά­με­ση α­πο­τρε­πτι­κή δρά­ση. Ωστό­σο, ο Γουέρ­νερ δεν κα­λού­σε α­κρι­βώς για τα πα­ρα­πά­νω. Απλώς πα­ρα­τη­ρού­σε ό­τι οι μα­ζι­κές ε­ξε­γέρ­σεις των αν­θρώ­πων –ό­πως το κί­νη­μα για τα πο­λι­τι­κά δι­καιώ­μα­τα και το κί­νη­μα «Κα­τα­λά­βα­τε τη Γουόλ Στριτ»– α­ντι­προ­σω­πεύουν την πι­θα­νό­τε­ρη πη­γή «τρι­βής», ώ­στε να ε­πι­βρα­δυν­θεί μια οι­κο­νο­μι­κή μη­χα­νή που που βγαί­νει με  τα­χύ­τη­τα ε­κτός ε­λέγ­χου. Γνω­ρί­ζου­με ό­τι κοι­νω­νι­κά κι­νή­μα­τα του πα­ρελ­θό­ντος «εί­χαν τε­ρά­στια ε­πί­δρα­ση στον τρό­πο με τον ο­ποίο η η­γε­μο­νεύου­σα κουλ­τού­ρα ε­ξε­λί­χθη­κε», ση­μείω­σε. Άρα εί­ναι λο­γι­κό ό­τι, «εάν σκε­φτό­μα­στε το μέλ­λον του πλα­νή­τη και το μέλ­λον της συμ­βίω­σης μας με το πε­ρι­βάλ­λον, πρέ­πει να συ­μπε­ρι­λά­βου­με την α­ντί­στα­ση ως μέ­ρος αυ­τής της δυ­να­μι­κής». Και αυ­τό, υ­πο­στή­ρι­ξε ο Γουέρ­νε­ρ, δεν εί­ναι ζή­τη­μα ά­πο­ψης, αλ­λά «πραγ­μα­τι­κό γεω­φυ­σι­κό ζή­τη­μα». (...)
Τον Νοέμ­βριο του 2012, το πε­ριο­δι­κό «Νature» δη­μο­σίευ­σε έ­να σχό­λιο του χρη­μα­το­δό­τη  του πε­ρι­βαλ­λο­ντι­κού κι­νή­μα­τος Τζέ­ρε­μι Γκράν­θα­μ, που προέ­τρε­πε τους ε­πι­στή­μο­νες να α­κο­λου­θή­σουν αυ­τή την πα­ρά­δο­ση και να «συλ­λη­φθούν αν χρεια­στεί», διό­τι η κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή «δεν εί­ναι μό­νο η κρί­ση στις ζωές ό­λων μας, εί­ναι ε­πί­σης η κρί­ση ύ­παρ­ξης του εί­δους μας».

 
Από το ι­δε­ο­λο­γι­κό στο υ­παρ­ξια­κό ζή­τη­μα
Κά­ποιοι ε­πι­στη­μό­νες δεν χρειά­ζε­ται να πει­στούν. Ο νο­νός της σύγ­χρο­νης κλι­μα­τι­κής ε­πι­στή­μης, Τζέι­μς Χάν­σεν, εί­ναι έ­νας ε­ξαί­ρε­τος α­κτι­βι­στής, ο ο­ποίος έ­χει συλ­λη­φθεί κά­μπο­σες φο­ρές, για­τί α­ντι­στε­κό­ταν στην κα­τα­στρο­φή βου­νών για την ε­ξό­ρυ­ξη άν­θρα­κα και στους α­γω­γούς με­τα­φο­ράς ο­ρυ­κτών καυ­σί­μων. Πριν έ­νας  με­λε­τη­τής πα­γε­τώ­νων, ο­νό­μα­τι Τζέι­σον Μπο­ξ, έ­νας πα­γκο­σμίου φή­μης ει­δι­κός για το λιώ­σι­μο των πά­γων στη Γροι­λαν­δία μου εκ­μη­στη­ρεύ­τη­κε «Δεν μπο­ρού­σα να δια­τη­ρή­σω τον αυ­το­σε­βα­σμό μου, αν δεν έ­παιρ­να μέ­ρος στο κί­νη­μα. Το να ψη­φί­ζω α­πλώς δεν φαί­νε­ται αρ­κε­τό  χρειά­ζε­ται να εί­μαι πο­λί­της ε­νερ­γός».
Ο Γουέρ­νερ ο­δη­γεί­ται α­πό την έ­ρευ­νά του σε κά­πως πιο δια­φο­ρε­τι­κό συ­μπέ­ρα­σμα. Δεν λέει ό­τι η έ­ρευ­νά του τον ο­δή­γη­σε να α­να­λά­βει δρά­ση για να πά­ψει κά­ποια συ­γκε­κρι­μέ­νη πο­λι­τι­κή, λέει ό­τι η έ­ρευ­νά του δεί­χνει ό­τι ο­λό­κλη­ρο το οι­κο­νο­μι­κό μας μο­ντέ­λο εί­ναι α­πει­λή για την οι­κο­λο­γι­κή ι­σορ­ρο­πία. Και ό­τι το να αμ­φι­σβη­τή­σου­με αυ­τό το οι­κο­νο­μι­κό μο­ντέ­λο με μα­ζι­κά κι­νή­μα­τα α­ντί­στα­σης, ε­νι­σχύει την πι­θα­νό­τη­τα που έ­χει η αν­θρω­πό­τη­τα να α­πο­φύ­γει την κα­τα­στρο­φή.
Αυ­το που λέει εί­ναι πο­λύ σο­βα­ρό, αλ­λά δεν εί­ναι μό­νος του. Ο Γουέρ­νερ συμ­με­τέ­χει σε μια μι­κρή, αλ­λά ό­λο και πιο ι­σχυ­ρή ο­μά­δα ε­πι­στη­μό­νων, των ο­ποίων η έ­ρευ­να στην α­πο­στα­θε­ρο­ποίη­ση των φυ­σι­κών συ­στη­μά­των –ει­δι­κά του κλι­μα­τι­κού συ­στή­μα­τος– ο­δη­γεί σε α­νά­λο­γα α­κό­μα και ε­πα­να­στα­τι­κά συ­μπε­ρά­σμα­τα. Για κά­θε α­πελ­πι­σμέ­νο κρυ­φο-ε­πα­να­στά­τη που έ­χει ο­νει­ρευ­τεί την α­να­τρο­πή της πα­ρού­σας οι­κο­νο­μι­κής τά­ξης, αυ­τή η δου­λειά πρέ­πει να έ­χει πο­λύ εν­δια­φέ­ρον. Διό­τι α­να­γά­γει το ξή­λω­μα αυ­τού του βάρ­βα­ρου συ­στή­μα­τος, για να α­να­δει­χθεί κά­τι νέο (ί­σως, και κα­τά προ­τί­μη­ση, με πολ­λή δου­λειά), σε ζή­τη­μα ό­χι α­πλώς ι­δε­ο­λο­γι­κό, αλ­λά υ­παρ­ξια­κό, που υ­πα­γο­ρεύε­ται α­πό την α­να­γκαιό­τη­τα ύ­παρ­ξης των ει­δών.

 
Επι­στή­μο­νες - ε­πα­να­στά­τες
Στην πρώ­τη γραμ­μή αυ­τών των ε­πι­στη­μό­νων ε­πα­να­στα­τών εί­ναι έ­νας α­πό τους κο­ρυ­φαίους βρε­τα­νούς ει­δι­κούς στην κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή, ο Κέ­βιν Άντερ­σον, α­να­πλη­ρω­τής διευ­θυ­ντής του Tyndall Centre για την Έρευ­να της Κλι­μα­τι­κής Αλλα­γής, το ο­ποίο έ­χει τα­χύ­τα­τα κα­θιε­ρω­θεί ως έ­να α­πό τα κο­ρυ­φαία ε­ρευ­νη­τι­κά ι­δρύ­μα­τα για το κλί­μα στη Βρε­τα­νία. Απευ­θυ­νό­με­νος σε ό­λους, α­πό το Τμή­μα για τη Διε­θνή Ανά­πτυ­ξη έως το Δη­μο­τι­κό Συμ­βού­λιο του Μά­ντσε­στε­ρ, ο Άντερ­σον έ­χει δα­πα­νή­σει πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό μία δε­κα­ε­τία να ε­ξη­γεί υ­πο­μο­νε­τι­κά τις ε­πι­πτώ­σεις των ε­πι­στη­μο­νι­κών ευ­ρη­μά­των σε πο­λι­τι­κούς, οι­κο­νο­μο­λό­γους και α­κτι­βι­στές. Σε α­πλή και κα­τα­νο­η­τή γλώσ­σα, δη­μο­σιο­ποιεί έ­να αυ­στη­ρό ο­δι­κό χάρ­τη για τη μείω­ση των αέ­ριων ρύ­πων, που προ­τεί­νει μια α­ξιο­πρε­πή πι­θα­νό­τη­τα να συ­γκρα­τή­σου­με την ά­νο­δο της θερ­μο­κρα­σίας του πλα­νή­τη στους 2 βαθ­μούς Κελ­σίου, στό­χο που οι πε­ρισ­σό­τε­ρες κυ­βερ­νή­σεις α­να­γνω­ρί­ζουν ό­τι θα α­πο­μα­κρύ­νει την κα­τα­στρο­φή.
Τα τε­λευ­ταία χρό­νια οι ε­πι­στη­μο­νι­κές δη­μο­σιεύ­σεις και πα­ρου­σιά­σεις του Άντερ­σον τεί­νουν να χτυ­πά­νε συ­να­γερ­μό. Με τίτ­λους ό­πως «Κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή: Πέ­ρα α­πό την ε­πι­κιν­δυ­νό­τη­τα. Βάρ­βα­ροι α­ριθ­μοί και πε­νι­χρές ελ­πί­δες», κα­τα­δει­κνύει ό­τι οι πι­θα­νό­τη­τες να πα­ρα­μεί­νου­με σε α­σφα­λή ε­πι­πέ­δα θερ­μο­κρα­σίας ε­λα­χι­στο­ποιού­νται γρή­γο­ρα. Με την συ­νερ­γά­τι­δά του Άλις Μπόους, ει­δι­κή στο με­τρια­σμό της κλι­μα­τι­κής αλ­λα­γής, ε­πι­ση­μαί­νουν ό­τι έ­χου­με χά­σει τό­σο χρό­νο με πο­λι­τι­κή στα­σι­μό­τη­τα και α­δύ­να­μες πο­λι­τι­κές για το κλί­μα –τη στιγ­μή που η πα­γκό­σμια κα­τα­νά­λω­ση (και εκ­πο­μπές) γι­γα­ντώ­νο­νται– ώ­στε βρι­σκό­μα­στε α­ντι­μέ­τω­ποι με την α­να­γκαιό­τη­τα μειώ­σεων τό­σο δρα­στι­κών, που θέ­τουν υ­πό αμ­φι­σβή­τη­ση τη θε­με­λιώ­δη λο­γι­κή της ιε­ράρ­χη­σης της αύ­ξη­σης του Α­ΕΠ.
Ο Άντερ­σον και η Μπόους μας πλη­ρο­φο­ρούν ό­τι ο συ­νή­θως α­να­φε­ρό­με­νος μα­κρο­πρό­θε­σμος στό­χος με­τρια­σμού της κλι­μα­τι­κής αλ­λα­γής (μείω­ση 80% α­πό το ε­πί­πε­δο του 1990 μέ­χρι το 2050) έ­χει ε­πι­λε­γεί για λό­γους α­μι­γώς πο­λι­τι­κής σκο­πι­μό­τη­τας και δεν έ­χει κα­μιά ε­πι­στη­μο­νι­κή βά­ση. Και αυ­τό για­τί οι ε­πι­πτώ­σεις στο κλί­μα δεν προέρ­χο­νται μό­νο α­πό αυ­τό που εκ­πέ­μπου­με σή­με­ρα ή αύ­ριο, αλ­λά και α­πό τη σω­ρευ­τι­κή ε­πί­δρα­ση στην α­τμό­σφαι­ρα κά­θε χρό­νο. Μας προ­ει­δο­ποιούν, λοι­πόν, ό­τι ε­στιά­ζο­ντας σε στό­χους τρει­σή­μι­σι δε­κα­ε­τίες μπρο­στά, α­ντί να ε­στιά­ζου­με στο τι μπο­ρού­με να κά­νου­με τώ­ρα ά­με­σα, κιν­δυ­νεύου­με σο­βα­ρά να ε­πι­τρέ­ψου­με στις εκ­πο­μπές να βρί­σκο­νται σε υ­ψη­λά ε­πί­πε­δα για χρό­νια α­κό­μα, θέ­το­ντας τους ε­αυ­τούς μας στο φά­σμα του α­νέ­φι­κτου σύ­ντο­μα.
Αυ­τός εί­ναι και ο λό­γος που οι Άντερ­σον και Μπόους υ­πο­στη­ρί­ζουν ό­τι, αν οι κυ­βερ­νή­σεις των α­να­πτυγ­μέ­νων χω­ρών σο­βα­ρο­λο­γούν για το συμ­φω­νη­μέ­νο διε­θνή στό­χο­μείω­σης της θερ­μο­κρα­σίας «ό­χι λι­γό­τε­ρο α­πό τους 2 βαθ­μούς Κελ­σίου» και αν οι μειώ­σεις πρό­κει­ται να σε­βα­στούν κά­ποιο εί­δος αρ­χής ι­σό­τη­τας (ου­σια­στι­κά ό­τι οι χώ­ρες που κα­τα­βρο­χθί­ζουν άν­θρα­κα το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος των δύο τε­λευ­ταίων αιώ­νων χρειά­ζε­ται να πε­ρι­κό­ψουν τη χρή­ση του πριν α­πο τις χώ­ρες ό­που ό­λοι οι άν­θρω­ποι δεν έ­χουν α­κό­μα η­λεκ­τρι­κό ρεύ­μα), τό­τε οι μειώ­σεις πρέ­πει να εί­ναι πο­λύ με­γα­λύ­τε­ρες και να γί­νουν πο­λύ νω­ρί­τε­ρα.

 
Νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός ε­να­ντίον πλα­νή­τη Γη
Για να έ­χου­με έ­στω μια πι­θα­νό­τη­τα 50-50 να φτά­σου­με το στό­χο χρειά­ζε­ται οι βιο­μη­χα­νι­κές χώ­ρες να αρ­χί­σουν αυ­τή τη στιγ­μή τη μείω­ση των εκ­πο­μπών α­ε­ρίων ρύ­πων πε­ρί­που 10% κά­θε χρό­νο. Αλλά οι Άντερ­σον και Μπόους πά­νε α­κό­μα πα­ρα­πέ­ρα ε­πι­ση­μαί­νο­ντας ό­τι αυ­τός ο στό­χος δεν μπο­ρεί να ε­πι­τευ­χθεί με με­τριο­πα­θείς τι­μές στον άν­θρα­κα και λύ­σεις πρά­σι­νης τε­χνο­λο­γίας. Αυ­τά τα μέ­τρα θα βο­η­θή­σουν ο­πωσ­δή­πο­τε, αλ­λά α­πλώς δεν φτά­νουν. Η πτώ­ση της τά­ξης του 10% στις εκ­πο­μπές α­ε­ρίων ρύ­πων κά­θε χρό­νο δεν έ­χει προ­η­γού­με­νο α­πό ό­ταν αρ­χί­σα­με να ε­νερ­γο­δο­τού­με τις οι­κο­νο­μίες μας με άν­θρα­κα. Για την α­κρί­βεια, πε­ρι­κο­πές πά­νω α­πό το 1% το χρό­νο  «έ­χουν ι­στο­ρι­κά συν­δε­θεί μό­νο με πε­ριό­δους οι­κο­νο­μι­κής ύ­φε­σης ή α­να­τα­ρα­χής», ό­πως ε­πι­ση­μαί­νει ο οι­κο­νο­μο­λό­γος Νί­κο­λας Στερν στην α­να­φο­ρά του προς τη βρε­τα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση, το 2006. Ακό­μα και με­τά την κα­τάρ­ρευ­ση της Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης, μειώ­σεις αυ­τής της κλί­μα­κας δεν συ­νέ­βη­σαν (οι χώ­ρες της πρώην Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης εί­χαν μείω­ση της τά­ξης του 5% πε­ρί­που σε πε­ρίο­δο 10 χρό­νων). Δεν συ­νέ­βη­σαν τέ­τοιες μειώ­σεις ού­τε το 2008 με την κα­τάρ­ρευ­ση της Γουόλ Στριτ (οι εύ­ρω­στες χώ­ρες εί­χαν πτώ­ση των ρύ­πων πε­ρί­που 7% με­τα­ξύ του 2008 και του 2009, αλ­λά οι εκ­πο­μπές άν­θρα­κα γνώ­ρι­σαν ζωη­ρή α­νά­καμ­ψη το 2010 και οι εκ­πο­μπές της Κί­νας και της Ινδίας συ­νέ­χι­σαν να αυ­ξά­νο­νται). Μό­νο στις ά­με­σες ε­πι­πτώ­σεις της χρε­ο­κο­πίας των α­γο­ρών του 1929, οι Η­ΠΑ εί­δαν τις εκ­πο­μπές τους να μειώ­νο­νται για αρ­κε­τά χρό­νια πά­νω α­πό 10% ε­τη­σίως, σύμ­φω­να με ι­στο­ρι­κά στοι­χεία  α­πό το Κέ­ντρο Ανά­λυ­σης και Πλη­ρο­φό­ρη­σης Διο­ξει­δίου του Άνθρα­κα. Αλλά πρό­κει­ται για τη χει­ρό­τε­ρη οι­κο­νο­μι­κή κρί­ση της σύγ­χρο­νης ε­πο­χής.
Εάν θέ­λου­με να α­πο­φύ­γου­με τέ­τοια σφα­γή και πα­ράλ­λη­λα να πε­τύ­χου­με τον ε­πι­στη­μο­νι­κά τεκ­μη­ριω­μέ­νο στό­χο μας, πρέ­πει να δια­χει­ρι­στού­με τη μείω­ση της χρή­σης άν­θρα­κα προ­σε­κτι­κά, λαμ­βά­νο­ντας υ­πό­ψη αυ­τό που οι Άντερ­σον και Μπόους πε­ρι­γρά­φουν ως «ρι­ζι­κές και ά­με­σες στρα­τη­γι­κές α­πο-α­νά­πτυ­ξης στις Η­ΠΑ, την ΕΕ και άλ­λα εύ­ρω­στα κρά­τη».
Πράγ­μα το ο­ποίο εί­ναι ευ­κταίο, αν πα­ρα­κάμ­ψου­με το γε­γο­νός ό­τι το οι­κο­νο­μι­κό μας σύ­στη­μα έ­χει ως φε­τίχ την αύ­ξη­ση του Α­Ε­Π, χω­ρίς να συ­νυ­πο­λο­γί­ζει τις αν­θρώ­πι­νες και πε­ρι­βαλ­λο­ντι­κές ε­πι­πτώ­σεις, και ό­τι η νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη πο­λι­τι­κή τά­ξη έ­χει ε­γκα­τα­λεί­ψει ε­ντε­λώς την ευ­θύ­νη της να δια­χει­ρι­στεί ο­τι­δή­πο­τε (ε­φό­σον οι α­γο­ρές εί­ναι η αό­ρα­τη αυ­θε­ντία στην ο­ποία ό­λα πρέ­πει να ε­πα­φίε­νται).
Επο­μέ­νως, αυ­τό που στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα λέ­νε οι Άντερ­σον και Μπόους, εί­ναι ό­τι υ­πάρ­χει α­κό­μα χρό­νος να α­πο­φύ­γου­με την κα­τα­στρο­φι­κή υ­περ­θέρ­μαν­ση του πλα­νή­τη, αλ­λά ό­χι στο πλαί­σιο των κα­νό­νων του κα­πι­τα­λι­σμού ό­πως έ­χουν ο­ρι­στεί σή­με­ρα. Γε­γο­νός που μπο­ρεί να α­πο­τε­λεί το κα­λύ­τε­ρο ε­πι­χεί­ρη­μα που εί­χα­με πο­τέ για να αλ­λά­ξου­με τους κα­νό­νες.

 
Τυφλός κα­πι­τα­λι­σμός
Σε έ­να δο­κί­μιο που δη­μο­σιεύ­τη­κε το 2012 στο ε­πι­στη­μο­νι­κό πε­ριο­δι­κό «Nature Climate Change», οι Άντερ­σον και Μπόους πέ­τα­ξαν το γά­ντι κα­τη­γο­ρώ­ντας πολ­λούς α­πό τους ε­πι­στή­μο­νες συ­να­δέλ­φους τους ό­τι πα­ρα­λεί­πουν να ο­μο­λο­γή­σουν το εί­δος των αλ­λα­γών που η κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή α­παι­τεί α­πό την αν­θρω­πό­τη­τα: Ανα­πτύσ­σο­ντας σε­νά­ρια για τις εκ­πο­μπές α­ε­ρίων ρύ­πων, οι ε­πι­στή­μο­νες ε­πα­νει­λημ­μέ­να και σο­βα­ρά υ­πο­νο­μεύουν τα συ­μπε­ρά­σμα­τα των δι­κών τους α­να­λύ­σεων. Όταν μι­λά­νε για α­πο­φυ­γή της α­νό­δου της θερ­μο­κρα­σίας του πλα­νή­τη πά­νω α­πό τους 2 βαθ­μούς Κελ­σίου, το «α­νέ­φι­κτο» με­τα­φρά­ζε­ται ως «δύ­σκο­λο αλ­λά ε­φι­κτό», ε­νώ το «ε­πεί­γον και ρι­ζι­κό» γί­νε­ται «πρό­κλη­ση», ώ­στε να ε­ξευ­με­νι­στεί ο θεός της οι­κο­νο­μίας (ή, πιο συ­γκε­κρι­μέ­να, ο χρη­μα­το­πι­στω­τι­κός).
Με άλ­λα λό­για, ε­πι­διώ­κο­ντας να φα­νούν συ­νε­τοί στους νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρους οι­κο­νο­μι­κούς κύ­κλους, οι ε­πι­στή­μο­νες «α­πα­λύ­νουν» δρα­μα­τι­κά τα συ­μπε­ρά­σμα­τα των ε­ρευ­νών τους. Τον Αύ­γου­στο του 2013, ο Άντερ­σον α­πο­φά­σι­σε να γί­νει α­κό­μα πιο τρα­χύς, γρά­φο­ντας ό­τι το πλοίο έ­χει α­πο­πλεύ­σει προς στα­δια­κή αλ­λα­γή: Ίσως, το 1992, στη Σύ­νο­δο της Γης, ή α­κό­μα και στην αλ­λα­γή της χι­λιε­τίας, το ε­πί­πε­δο των 2 βαθ­μών Κελ­σίου μπο­ρού­σε να ε­πι­τευ­χθεί με ση­μα­ντι­κές α­να­πτυ­ξια­κές αλ­λα­γές στο πλαί­σιο της πα­ρού­σας πο­λι­τι­κής και οι­κο­νο­μι­κής η­γε­μο­νίας. Αλλά η κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή λει­τουρ­γεί σω­ρευ­τι­κά! Τώ­ρα, στο 2013, ε­μείς που ζού­με σε με­τά­βιο­μη­χα­νι­κές χώ­ρες που υ­πέ­ρ-εκ­πέ­μπουν, βρι­σκό­μα­στε α­ντι­μέ­τω­ποι με μια πο­λύ δια­φο­ρε­τι­κή προο­πτι­κή. Η συ­νε­χής και συλ­λο­γι­κή σπα­τά­λη άν­θρα­κα ε­ξάν­τλη­σε κά­θε ευ­και­ρία για «α­να­πτυ­ξια­κή αλ­λα­γή», που ή­ταν δυ­να­τή στον προ­η­γού­με­νο (και πιο «γεν­ναιό­δω­ρο») σχε­δια­σμό με το ό­ριο των 2 βαθ­μών Κελ­σίου. Σή­με­ρα, με­τά α­πό δύο δε­κα­ε­τίες μπλό­φας και ψέ­μα­τος, το ί­διο ό­ριο α­παι­τεί ε­πα­να­στα­τι­κή αλ­λα­γή στη­ν πο­λι­τι­κή και οι­κο­νο­μι­κή η­γε­μο­νία» (οι υ­πο­γραμ­μί­σεις δι­κές του).
Ίσως δεν θα έ­πρε­πε να μας εκ­πλήσ­σει το γε­γο­νός ό­τι κά­ποιοι ε­πι­στή­μο­νες που με­λε­τούν το κλί­μα μοιά­ζουν τρο­μαγ­μέ­νοι α­πό τα συ­μπε­ρά­σμα­τα των ί­διων τους των ε­ρευ­νών. Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι α­πο αυ­τούς έ­κα­ναν ή­συ­χοι τη δου­λειά τους με­τρώ­ντας πα­γό­βου­να, τρέ­χο­ντας προ­γράμ­μα­τα για το πλα­νη­τι­κό κλί­μα και με­λε­τώ­ντας την ο­ξύ­νι­ση των ω­κε­α­νών, για να α­να­κα­λύ­ψουν ό­τι, ό­πως το θέ­τει ο αυ­στρα­λός ει­δι­κός στο κλί­μα και συγ­γρα­φέ­ας Κλάιβ Χά­μιλ­τον, «α­συ­ναί­σθη­τα α­πο­στα­θε­ρο­ποιού­σαν την πο­λι­τι­κή και κοι­νω­νι­κή τά­ξη». Ωστό­σο, υ­πάρ­χουν πολ­λοί άν­θρω­ποι που έ­χουν συ­νεί­δη­ση της ε­πα­να­στα­τι­κής φύ­σης της κλι­μα­τι­κής ε­πι­στή­μης. Αυ­τός εί­ναι ο λό­γος που οι κυ­βερ­νή­σεις που α­πο­φά­σι­σαν να α­γνοή­σουν τις δε­σμεύ­σεις τους για το κλί­μα προς ό­φε­λος της ε­ξό­ρυ­ξης άν­θρα­κα, χρειά­στη­κε να ε­πι­στρα­τεύ­σουν πιο τρα­μπού­κι­κους τρό­πους για να ε­πι­βά­λουν σιω­πή και φό­βο στους ε­πι­στή­μο­νες των χω­ρών τους. Στη Βρε­τα­νία, αυ­τή η στρα­τη­γι­κή ε­φαρ­μό­ζε­ται πλέ­ον α­νοι­χτά, με τον Ίαν Μπόι­ντ, α­νώ­τα­το ε­πι­στη­μο­νι­κό σύμ­βου­λο στο Τμή­μα Πε­ρι­βάλ­λο­ντος, Τρο­φής και Αγρο­τι­κών Υπο­θέ­σεων, να γρά­φει πρό­σφα­τα ό­τι οι ε­πι­στή­μο­νες θα πρέ­πει να α­πο­φεύ­γουν «να υ­πο­δη­λώ­νουν ό­τι οι πο­λι­τι­κές εί­ναι εί­τε σω­στές εί­τε λά­θος» και ό­τι θα πρέ­πει να εκ­φρά­ζουν τις α­πό­ψεις τους «δου­λεύο­ντας με α­να­γνω­ρι­σμέ­νους συμ­βού­λους (ό­πως ε­γώ), και με το να εί­ναι η φω­νή της λο­γι­κής, και ό­χι της δια­φω­νίας, στο δη­μό­σιο χώ­ρο».
Εάν θέ­λε­τε να μά­θε­τε πού ο­δη­γεί αυ­τό, μπο­ρεί­τε να πλη­ρο­φο­ρη­θεί­τε τι συμ­βαί­νει στον Κα­να­δά ό­που ζω. Η κυ­βέρ­νη­ση των Συ­ντη­ρη­τι­κών του Στί­βεν Χάρ­περ έ­χει κά­νει τό­σο α­πο­τε­λε­σμα­τι­κή δου­λειά στη φί­μω­ση των ε­πι­στη­μό­νων και στην παύ­ση κρί­σι­μων ε­ρευ­νη­τι­κών προ­γραμ­μά­των, που, τον Ιού­λιο του 2012, πε­ρί­που 2.000 ε­πι­στή­μο­νες και υ­πο­στη­ρι­κτές τέ­λε­σαν μια κη­δεία, στο Λό­φο του Κοι­νο­βου­λίου στην Οτά­βα, στη μνή­μη «του θα­νά­του των α­πο­δει­κτι­κών στοι­χείων». Τα πα­νό τους έ­γρα­φα­ν: «Χω­ρίς ε­πι­στή­μη, δεν υ­πάρ­χουν α­πο­δει­κτι­κά στοι­χεία, δεν υ­πάρ­χει α­λή­θεια».
Αλλά η α­λή­θεια α­πο­κα­λύ­πτε­ται έ­τσι κι αλ­λιώς. Το  ό­τι το ε­ξε­λισ­σό­με­νο κυ­νή­γι του κέρ­δους και της α­νά­πτυ­ξης α­πο­στα­θε­ρο­ποιεί τη ζωή στον πλα­νή­τη, δεν εί­ναι έ­να γε­γο­νός που χρειά­ζε­ται να δια­βά­σου­με ε­πι­στη­μο­νι­κά πε­ριο­δι­κά για να το πλη­ρο­φο­ρη­θού­με. Τα πρώ­τα ση­μά­δια α­πο­κα­λύ­πτο­νται μπρο­στά στα μά­τια μας και αυ­ξα­νό­με­νος α­ριθ­μός αν­θρώ­πων α­ντι­δρά ό­πως α­παι­τεί­ται: ε­μπο­δί­ζο­ντας την υ­δραυ­λι­κή ε­ξό­ρυ­ξη α­ε­ρίου α­πό σχι­στό­λι­θο στο Μπαλ­κό­μπ της Βρε­τα­νίας, τα ε­ξο­ρυ­κτι­κά σχέ­δια της Ρω­σίας στην Αρκτι­κή, ο­δη­γώ­ντας στο δι­κα­στή­ριο δια­κι­νη­τές πε­τρε­λαϊκής άμ­μου για πα­ρα­βία­ση κυ­ριαρ­χι­κών δι­καιω­μά­των ι­θα­γε­νών και με α­μέ­τρη­τες άλ­λες δρά­σεις α­ντί­στα­σης, με­γα­λύ­τε­ρες ή μι­κρό­τε­ρες. Στο σχέ­διο του Μπρα­ντ Γουέρ­νε­ρ, αυ­τή εί­ναι η «τρι­βή» που α­παι­τεί­ται για να κάμ­ψει τις δυ­νά­μεις της α­πο­στα­θε­ρο­ποίη­σης. Ο σπου­δαίος α­κτι­βι­στής για το κλί­μα Μπιλ Μακ Γκί­μπεν κα­λεί τα «α­ντι­σώ­μα­τα» να ξε­ση­κω­θούν, για να συ­γκρου­στούν με τον «πυ­ρε­τό» που πλήτ­τει τον πλα­νή­τη.
Δεν εί­ναι ε­πα­νά­στα­ση, αλ­λά εί­ναι μια αρ­χή. Και ί­σως έ­τσι κερ­δί­σου­με αρ­κε­τό χρό­νο μέ­χρι να βρού­με έ­ναν τρό­πο να ζού­με σε αυ­τόν τον πλα­νή­τη χω­ρίς να τον γα**με.

ΠΗΓΗ:epohi.gr