H βραβευμένη καναδή δημοσιογράφος και συγγραφέας του πολυδιαβασμένου
βιβλίου «Το δόγμα του σοκ», Ναόμι Κλάιν επιμένει, τελευταία, σε άρθρα,
ομιλίες και ντοκιμαντέρ όπου περιγράφει και αποδεικνύει την επιτακτική
ανάγκη για αλλαγή τρόπου ζωής, για να μπορούμε να έχουμε ελπίδες ότι θα
σωθεί ο πλανήτης και το είδος μας μαζί του. Σε αυτό το άρθρο της, που
δημοσίευσε το περιοδικό «New Statesman» στις 29 Οκτωβρίου, μεταφέρει τα
ερευνητικά συμπεράσματα επιστημόνων στον τομέα του κλίματος, που
καταλήγουν στη διαπίστωση ότι η ελπίδα βρίσκεται στην «αντίσταση», στα
«κινήματα «ανθρώπων ή συλλογικοτήτων οι οποίοι υιοθετούν μια
συγκεκριμένη σειρά δυναμικών που δεν ταιριάζουν μέσα στην καπιταλιστική
κουλτούρα». Για να καταλήξει, με την παράθεση επιστημονικών άρθρων, ότι
«υπάρχει ακόμα χρόνος να αποφύγουμε την καταστροφική υπερθέρμανση του
πλανήτη, αλλά όχι στο πλαίσιο των κανόνων του καπιταλισμού, όπως έχουν
οριστεί σήμερα».
Της Ναόμι Κλάιν
Τον Δεκέμβριο του 2012, στο Σαν Φρανσίσκο, ένας ερευνητής, ονόματι Μπραντ Γουέρνερ, άνοιγε δρόμο ανάμεσα στο πλήθος των 24.000 επιστημόνων, κατά τη διάρκεια της φθινοπωρινής συνάντησης της Αμερικανικής Ένωσης Γεωφυσικών, για να φτάσει στο βήμα των ομιλητών (...)
Η ομιλία του Γουέρνερ που κίνησε το ενδιαφέρον. Ο τίτλος ήταν «Είναι η Γη γαμ***νη;» (πλήρης τίτλος: « Είναι η Γη γαμ***νη; Η δυναμική ματαιότητα της παγκόσμιας περιβαλλοντικής διαχείρισης και οι δυνατότητες για αειφορία μέσω του ακτιβισμού άμεσης δράσης»).
Μίλησε για τα όρια του συστήματος, για διαταραχές και άλλα ζητήματα κατά βάση ακατανόητα για όσους από εμάς δεν έχουμε σχέση με τη θεωρία των σύνθετων συστημάτων. Το συμπέρασμα, ωστόσο, ήταν αρκετά σαφές σε όλους: Ο παγκόσμιος καπιταλισμός έχει επιφέρει την εξάντληση των πηγών με τέτοια ταχύτητα, ανενόχλητα και χωρίς περιορισμούς, που ως συνέπεια τα «συστήματα γη – άνθρωπος» έχουν γίνει επικίνδυνα ασταθή. (...)
Επιστήμη και ακτιβισμός
Ωστόσο, υπήρχε μια δυναμική στο σχέδιο του Γουέρνερ που αφήνει περιθώριο για κάποια ελπίδα. Ο Γουέρνερ την ονόμασε «αντίσταση» - κινήματα «ανθρώπων ή συλλογικοτήτων» που «υιοθετούν μια συγκεκριμένη σειρά δυναμικών που δεν ταιριάζουν στην καπιταλιστική κουλτούρα». (...)
Στο πλαίσιο σοβαρών επιστημονικών συναντήσεων δεν είθισται να απευθύνονται εκκλήσεις για μαζική πολιτική αντίσταση, πόσω δε μάλλον για άμεση αποτρεπτική δράση. Ωστόσο, ο Γουέρνερ δεν καλούσε ακριβώς για τα παραπάνω. Απλώς παρατηρούσε ότι οι μαζικές εξεγέρσεις των ανθρώπων –όπως το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα και το κίνημα «Καταλάβατε τη Γουόλ Στριτ»– αντιπροσωπεύουν την πιθανότερη πηγή «τριβής», ώστε να επιβραδυνθεί μια οικονομική μηχανή που που βγαίνει με ταχύτητα εκτός ελέγχου. Γνωρίζουμε ότι κοινωνικά κινήματα του παρελθόντος «είχαν τεράστια επίδραση στον τρόπο με τον οποίο η ηγεμονεύουσα κουλτούρα εξελίχθηκε», σημείωσε. Άρα είναι λογικό ότι, «εάν σκεφτόμαστε το μέλλον του πλανήτη και το μέλλον της συμβίωσης μας με το περιβάλλον, πρέπει να συμπεριλάβουμε την αντίσταση ως μέρος αυτής της δυναμικής». Και αυτό, υποστήριξε ο Γουέρνερ, δεν είναι ζήτημα άποψης, αλλά «πραγματικό γεωφυσικό ζήτημα». (...)
Τον Νοέμβριο του 2012, το περιοδικό «Νature» δημοσίευσε ένα σχόλιο του χρηματοδότη του περιβαλλοντικού κινήματος Τζέρεμι Γκράνθαμ, που προέτρεπε τους επιστήμονες να ακολουθήσουν αυτή την παράδοση και να «συλληφθούν αν χρειαστεί», διότι η κλιματική αλλαγή «δεν είναι μόνο η κρίση στις ζωές όλων μας, είναι επίσης η κρίση ύπαρξης του είδους μας».
Ωστόσο, υπήρχε μια δυναμική στο σχέδιο του Γουέρνερ που αφήνει περιθώριο για κάποια ελπίδα. Ο Γουέρνερ την ονόμασε «αντίσταση» - κινήματα «ανθρώπων ή συλλογικοτήτων» που «υιοθετούν μια συγκεκριμένη σειρά δυναμικών που δεν ταιριάζουν στην καπιταλιστική κουλτούρα». (...)
Στο πλαίσιο σοβαρών επιστημονικών συναντήσεων δεν είθισται να απευθύνονται εκκλήσεις για μαζική πολιτική αντίσταση, πόσω δε μάλλον για άμεση αποτρεπτική δράση. Ωστόσο, ο Γουέρνερ δεν καλούσε ακριβώς για τα παραπάνω. Απλώς παρατηρούσε ότι οι μαζικές εξεγέρσεις των ανθρώπων –όπως το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα και το κίνημα «Καταλάβατε τη Γουόλ Στριτ»– αντιπροσωπεύουν την πιθανότερη πηγή «τριβής», ώστε να επιβραδυνθεί μια οικονομική μηχανή που που βγαίνει με ταχύτητα εκτός ελέγχου. Γνωρίζουμε ότι κοινωνικά κινήματα του παρελθόντος «είχαν τεράστια επίδραση στον τρόπο με τον οποίο η ηγεμονεύουσα κουλτούρα εξελίχθηκε», σημείωσε. Άρα είναι λογικό ότι, «εάν σκεφτόμαστε το μέλλον του πλανήτη και το μέλλον της συμβίωσης μας με το περιβάλλον, πρέπει να συμπεριλάβουμε την αντίσταση ως μέρος αυτής της δυναμικής». Και αυτό, υποστήριξε ο Γουέρνερ, δεν είναι ζήτημα άποψης, αλλά «πραγματικό γεωφυσικό ζήτημα». (...)
Τον Νοέμβριο του 2012, το περιοδικό «Νature» δημοσίευσε ένα σχόλιο του χρηματοδότη του περιβαλλοντικού κινήματος Τζέρεμι Γκράνθαμ, που προέτρεπε τους επιστήμονες να ακολουθήσουν αυτή την παράδοση και να «συλληφθούν αν χρειαστεί», διότι η κλιματική αλλαγή «δεν είναι μόνο η κρίση στις ζωές όλων μας, είναι επίσης η κρίση ύπαρξης του είδους μας».
Από το ιδεολογικό στο υπαρξιακό ζήτημα
Κάποιοι επιστημόνες δεν χρειάζεται να πειστούν. Ο νονός της σύγχρονης κλιματικής επιστήμης, Τζέιμς Χάνσεν, είναι ένας εξαίρετος ακτιβιστής, ο οποίος έχει συλληφθεί κάμποσες φορές, γιατί αντιστεκόταν στην καταστροφή βουνών για την εξόρυξη άνθρακα και στους αγωγούς μεταφοράς ορυκτών καυσίμων. Πριν ένας μελετητής παγετώνων, ονόματι Τζέισον Μποξ, ένας παγκοσμίου φήμης ειδικός για το λιώσιμο των πάγων στη Γροιλανδία μου εκμηστηρεύτηκε «Δεν μπορούσα να διατηρήσω τον αυτοσεβασμό μου, αν δεν έπαιρνα μέρος στο κίνημα. Το να ψηφίζω απλώς δεν φαίνεται αρκετό χρειάζεται να είμαι πολίτης ενεργός».
Ο Γουέρνερ οδηγείται από την έρευνά του σε κάπως πιο διαφορετικό συμπέρασμα. Δεν λέει ότι η έρευνά του τον οδήγησε να αναλάβει δράση για να πάψει κάποια συγκεκριμένη πολιτική, λέει ότι η έρευνά του δείχνει ότι ολόκληρο το οικονομικό μας μοντέλο είναι απειλή για την οικολογική ισορροπία. Και ότι το να αμφισβητήσουμε αυτό το οικονομικό μοντέλο με μαζικά κινήματα αντίστασης, ενισχύει την πιθανότητα που έχει η ανθρωπότητα να αποφύγει την καταστροφή.
Αυτο που λέει είναι πολύ σοβαρό, αλλά δεν είναι μόνος του. Ο Γουέρνερ συμμετέχει σε μια μικρή, αλλά όλο και πιο ισχυρή ομάδα επιστημόνων, των οποίων η έρευνα στην αποσταθεροποίηση των φυσικών συστημάτων –ειδικά του κλιματικού συστήματος– οδηγεί σε ανάλογα ακόμα και επαναστατικά συμπεράσματα. Για κάθε απελπισμένο κρυφο-επαναστάτη που έχει ονειρευτεί την ανατροπή της παρούσας οικονομικής τάξης, αυτή η δουλειά πρέπει να έχει πολύ ενδιαφέρον. Διότι αναγάγει το ξήλωμα αυτού του βάρβαρου συστήματος, για να αναδειχθεί κάτι νέο (ίσως, και κατά προτίμηση, με πολλή δουλειά), σε ζήτημα όχι απλώς ιδεολογικό, αλλά υπαρξιακό, που υπαγορεύεται από την αναγκαιότητα ύπαρξης των ειδών.
Κάποιοι επιστημόνες δεν χρειάζεται να πειστούν. Ο νονός της σύγχρονης κλιματικής επιστήμης, Τζέιμς Χάνσεν, είναι ένας εξαίρετος ακτιβιστής, ο οποίος έχει συλληφθεί κάμποσες φορές, γιατί αντιστεκόταν στην καταστροφή βουνών για την εξόρυξη άνθρακα και στους αγωγούς μεταφοράς ορυκτών καυσίμων. Πριν ένας μελετητής παγετώνων, ονόματι Τζέισον Μποξ, ένας παγκοσμίου φήμης ειδικός για το λιώσιμο των πάγων στη Γροιλανδία μου εκμηστηρεύτηκε «Δεν μπορούσα να διατηρήσω τον αυτοσεβασμό μου, αν δεν έπαιρνα μέρος στο κίνημα. Το να ψηφίζω απλώς δεν φαίνεται αρκετό χρειάζεται να είμαι πολίτης ενεργός».
Ο Γουέρνερ οδηγείται από την έρευνά του σε κάπως πιο διαφορετικό συμπέρασμα. Δεν λέει ότι η έρευνά του τον οδήγησε να αναλάβει δράση για να πάψει κάποια συγκεκριμένη πολιτική, λέει ότι η έρευνά του δείχνει ότι ολόκληρο το οικονομικό μας μοντέλο είναι απειλή για την οικολογική ισορροπία. Και ότι το να αμφισβητήσουμε αυτό το οικονομικό μοντέλο με μαζικά κινήματα αντίστασης, ενισχύει την πιθανότητα που έχει η ανθρωπότητα να αποφύγει την καταστροφή.
Αυτο που λέει είναι πολύ σοβαρό, αλλά δεν είναι μόνος του. Ο Γουέρνερ συμμετέχει σε μια μικρή, αλλά όλο και πιο ισχυρή ομάδα επιστημόνων, των οποίων η έρευνα στην αποσταθεροποίηση των φυσικών συστημάτων –ειδικά του κλιματικού συστήματος– οδηγεί σε ανάλογα ακόμα και επαναστατικά συμπεράσματα. Για κάθε απελπισμένο κρυφο-επαναστάτη που έχει ονειρευτεί την ανατροπή της παρούσας οικονομικής τάξης, αυτή η δουλειά πρέπει να έχει πολύ ενδιαφέρον. Διότι αναγάγει το ξήλωμα αυτού του βάρβαρου συστήματος, για να αναδειχθεί κάτι νέο (ίσως, και κατά προτίμηση, με πολλή δουλειά), σε ζήτημα όχι απλώς ιδεολογικό, αλλά υπαρξιακό, που υπαγορεύεται από την αναγκαιότητα ύπαρξης των ειδών.
Επιστήμονες - επαναστάτες
Στην πρώτη γραμμή αυτών των επιστημόνων επαναστατών είναι ένας από τους κορυφαίους βρετανούς ειδικούς στην κλιματική αλλαγή, ο Κέβιν Άντερσον, αναπληρωτής διευθυντής του Tyndall Centre για την Έρευνα της Κλιματικής Αλλαγής, το οποίο έχει ταχύτατα καθιερωθεί ως ένα από τα κορυφαία ερευνητικά ιδρύματα για το κλίμα στη Βρετανία. Απευθυνόμενος σε όλους, από το Τμήμα για τη Διεθνή Ανάπτυξη έως το Δημοτικό Συμβούλιο του Μάντσεστερ, ο Άντερσον έχει δαπανήσει περισσότερο από μία δεκαετία να εξηγεί υπομονετικά τις επιπτώσεις των επιστημονικών ευρημάτων σε πολιτικούς, οικονομολόγους και ακτιβιστές. Σε απλή και κατανοητή γλώσσα, δημοσιοποιεί ένα αυστηρό οδικό χάρτη για τη μείωση των αέριων ρύπων, που προτείνει μια αξιοπρεπή πιθανότητα να συγκρατήσουμε την άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη στους 2 βαθμούς Κελσίου, στόχο που οι περισσότερες κυβερνήσεις αναγνωρίζουν ότι θα απομακρύνει την καταστροφή.
Τα τελευταία χρόνια οι επιστημονικές δημοσιεύσεις και παρουσιάσεις του Άντερσον τείνουν να χτυπάνε συναγερμό. Με τίτλους όπως «Κλιματική αλλαγή: Πέρα από την επικινδυνότητα. Βάρβαροι αριθμοί και πενιχρές ελπίδες», καταδεικνύει ότι οι πιθανότητες να παραμείνουμε σε ασφαλή επιπέδα θερμοκρασίας ελαχιστοποιούνται γρήγορα. Με την συνεργάτιδά του Άλις Μπόους, ειδική στο μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, επισημαίνουν ότι έχουμε χάσει τόσο χρόνο με πολιτική στασιμότητα και αδύναμες πολιτικές για το κλίμα –τη στιγμή που η παγκόσμια κατανάλωση (και εκπομπές) γιγαντώνονται– ώστε βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την αναγκαιότητα μειώσεων τόσο δραστικών, που θέτουν υπό αμφισβήτηση τη θεμελιώδη λογική της ιεράρχησης της αύξησης του ΑΕΠ.
Ο Άντερσον και η Μπόους μας πληροφορούν ότι ο συνήθως αναφερόμενος μακροπρόθεσμος στόχος μετριασμού της κλιματικής αλλαγής (μείωση 80% από το επίπεδο του 1990 μέχρι το 2050) έχει επιλεγεί για λόγους αμιγώς πολιτικής σκοπιμότητας και δεν έχει καμιά επιστημονική βάση. Και αυτό γιατί οι επιπτώσεις στο κλίμα δεν προέρχονται μόνο από αυτό που εκπέμπουμε σήμερα ή αύριο, αλλά και από τη σωρευτική επίδραση στην ατμόσφαιρα κάθε χρόνο. Μας προειδοποιούν, λοιπόν, ότι εστιάζοντας σε στόχους τρεισήμισι δεκαετίες μπροστά, αντί να εστιάζουμε στο τι μπορούμε να κάνουμε τώρα άμεσα, κινδυνεύουμε σοβαρά να επιτρέψουμε στις εκπομπές να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα για χρόνια ακόμα, θέτοντας τους εαυτούς μας στο φάσμα του ανέφικτου σύντομα.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι Άντερσον και Μπόους υποστηρίζουν ότι, αν οι κυβερνήσεις των αναπτυγμένων χωρών σοβαρολογούν για το συμφωνημένο διεθνή στόχομείωσης της θερμοκρασίας «όχι λιγότερο από τους 2 βαθμούς Κελσίου» και αν οι μειώσεις πρόκειται να σεβαστούν κάποιο είδος αρχής ισότητας (ουσιαστικά ότι οι χώρες που καταβροχθίζουν άνθρακα το μεγαλύτερο μέρος των δύο τελευταίων αιώνων χρειάζεται να περικόψουν τη χρήση του πριν απο τις χώρες όπου όλοι οι άνθρωποι δεν έχουν ακόμα ηλεκτρικό ρεύμα), τότε οι μειώσεις πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερες και να γίνουν πολύ νωρίτερα.
Στην πρώτη γραμμή αυτών των επιστημόνων επαναστατών είναι ένας από τους κορυφαίους βρετανούς ειδικούς στην κλιματική αλλαγή, ο Κέβιν Άντερσον, αναπληρωτής διευθυντής του Tyndall Centre για την Έρευνα της Κλιματικής Αλλαγής, το οποίο έχει ταχύτατα καθιερωθεί ως ένα από τα κορυφαία ερευνητικά ιδρύματα για το κλίμα στη Βρετανία. Απευθυνόμενος σε όλους, από το Τμήμα για τη Διεθνή Ανάπτυξη έως το Δημοτικό Συμβούλιο του Μάντσεστερ, ο Άντερσον έχει δαπανήσει περισσότερο από μία δεκαετία να εξηγεί υπομονετικά τις επιπτώσεις των επιστημονικών ευρημάτων σε πολιτικούς, οικονομολόγους και ακτιβιστές. Σε απλή και κατανοητή γλώσσα, δημοσιοποιεί ένα αυστηρό οδικό χάρτη για τη μείωση των αέριων ρύπων, που προτείνει μια αξιοπρεπή πιθανότητα να συγκρατήσουμε την άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη στους 2 βαθμούς Κελσίου, στόχο που οι περισσότερες κυβερνήσεις αναγνωρίζουν ότι θα απομακρύνει την καταστροφή.
Τα τελευταία χρόνια οι επιστημονικές δημοσιεύσεις και παρουσιάσεις του Άντερσον τείνουν να χτυπάνε συναγερμό. Με τίτλους όπως «Κλιματική αλλαγή: Πέρα από την επικινδυνότητα. Βάρβαροι αριθμοί και πενιχρές ελπίδες», καταδεικνύει ότι οι πιθανότητες να παραμείνουμε σε ασφαλή επιπέδα θερμοκρασίας ελαχιστοποιούνται γρήγορα. Με την συνεργάτιδά του Άλις Μπόους, ειδική στο μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, επισημαίνουν ότι έχουμε χάσει τόσο χρόνο με πολιτική στασιμότητα και αδύναμες πολιτικές για το κλίμα –τη στιγμή που η παγκόσμια κατανάλωση (και εκπομπές) γιγαντώνονται– ώστε βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την αναγκαιότητα μειώσεων τόσο δραστικών, που θέτουν υπό αμφισβήτηση τη θεμελιώδη λογική της ιεράρχησης της αύξησης του ΑΕΠ.
Ο Άντερσον και η Μπόους μας πληροφορούν ότι ο συνήθως αναφερόμενος μακροπρόθεσμος στόχος μετριασμού της κλιματικής αλλαγής (μείωση 80% από το επίπεδο του 1990 μέχρι το 2050) έχει επιλεγεί για λόγους αμιγώς πολιτικής σκοπιμότητας και δεν έχει καμιά επιστημονική βάση. Και αυτό γιατί οι επιπτώσεις στο κλίμα δεν προέρχονται μόνο από αυτό που εκπέμπουμε σήμερα ή αύριο, αλλά και από τη σωρευτική επίδραση στην ατμόσφαιρα κάθε χρόνο. Μας προειδοποιούν, λοιπόν, ότι εστιάζοντας σε στόχους τρεισήμισι δεκαετίες μπροστά, αντί να εστιάζουμε στο τι μπορούμε να κάνουμε τώρα άμεσα, κινδυνεύουμε σοβαρά να επιτρέψουμε στις εκπομπές να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα για χρόνια ακόμα, θέτοντας τους εαυτούς μας στο φάσμα του ανέφικτου σύντομα.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι Άντερσον και Μπόους υποστηρίζουν ότι, αν οι κυβερνήσεις των αναπτυγμένων χωρών σοβαρολογούν για το συμφωνημένο διεθνή στόχομείωσης της θερμοκρασίας «όχι λιγότερο από τους 2 βαθμούς Κελσίου» και αν οι μειώσεις πρόκειται να σεβαστούν κάποιο είδος αρχής ισότητας (ουσιαστικά ότι οι χώρες που καταβροχθίζουν άνθρακα το μεγαλύτερο μέρος των δύο τελευταίων αιώνων χρειάζεται να περικόψουν τη χρήση του πριν απο τις χώρες όπου όλοι οι άνθρωποι δεν έχουν ακόμα ηλεκτρικό ρεύμα), τότε οι μειώσεις πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερες και να γίνουν πολύ νωρίτερα.
Νεοφιλελευθερισμός εναντίον πλανήτη Γη
Για να έχουμε έστω μια πιθανότητα 50-50 να φτάσουμε το στόχο χρειάζεται οι βιομηχανικές χώρες να αρχίσουν αυτή τη στιγμή τη μείωση των εκπομπών αερίων ρύπων περίπου 10% κάθε χρόνο. Αλλά οι Άντερσον και Μπόους πάνε ακόμα παραπέρα επισημαίνοντας ότι αυτός ο στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί με μετριοπαθείς τιμές στον άνθρακα και λύσεις πράσινης τεχνολογίας. Αυτά τα μέτρα θα βοηθήσουν οπωσδήποτε, αλλά απλώς δεν φτάνουν. Η πτώση της τάξης του 10% στις εκπομπές αερίων ρύπων κάθε χρόνο δεν έχει προηγούμενο από όταν αρχίσαμε να ενεργοδοτούμε τις οικονομίες μας με άνθρακα. Για την ακρίβεια, περικοπές πάνω από το 1% το χρόνο «έχουν ιστορικά συνδεθεί μόνο με περιόδους οικονομικής ύφεσης ή αναταραχής», όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος Νίκολας Στερν στην αναφορά του προς τη βρετανική κυβέρνηση, το 2006. Ακόμα και μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, μειώσεις αυτής της κλίμακας δεν συνέβησαν (οι χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είχαν μείωση της τάξης του 5% περίπου σε περίοδο 10 χρόνων). Δεν συνέβησαν τέτοιες μειώσεις ούτε το 2008 με την κατάρρευση της Γουόλ Στριτ (οι εύρωστες χώρες είχαν πτώση των ρύπων περίπου 7% μεταξύ του 2008 και του 2009, αλλά οι εκπομπές άνθρακα γνώρισαν ζωηρή ανάκαμψη το 2010 και οι εκπομπές της Κίνας και της Ινδίας συνέχισαν να αυξάνονται). Μόνο στις άμεσες επιπτώσεις της χρεοκοπίας των αγορών του 1929, οι ΗΠΑ είδαν τις εκπομπές τους να μειώνονται για αρκετά χρόνια πάνω από 10% ετησίως, σύμφωνα με ιστορικά στοιχεία από το Κέντρο Ανάλυσης και Πληροφόρησης Διοξειδίου του Άνθρακα. Αλλά πρόκειται για τη χειρότερη οικονομική κρίση της σύγχρονης εποχής.
Εάν θέλουμε να αποφύγουμε τέτοια σφαγή και παράλληλα να πετύχουμε τον επιστημονικά τεκμηριωμένο στόχο μας, πρέπει να διαχειριστούμε τη μείωση της χρήσης άνθρακα προσεκτικά, λαμβάνοντας υπόψη αυτό που οι Άντερσον και Μπόους περιγράφουν ως «ριζικές και άμεσες στρατηγικές απο-ανάπτυξης στις ΗΠΑ, την ΕΕ και άλλα εύρωστα κράτη».
Πράγμα το οποίο είναι ευκταίο, αν παρακάμψουμε το γεγονός ότι το οικονομικό μας σύστημα έχει ως φετίχ την αύξηση του ΑΕΠ, χωρίς να συνυπολογίζει τις ανθρώπινες και περιβαλλοντικές επιπτώσεις, και ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική τάξη έχει εγκαταλείψει εντελώς την ευθύνη της να διαχειριστεί οτιδήποτε (εφόσον οι αγορές είναι η αόρατη αυθεντία στην οποία όλα πρέπει να επαφίενται).
Επομένως, αυτό που στην πραγματικότητα λένε οι Άντερσον και Μπόους, είναι ότι υπάρχει ακόμα χρόνος να αποφύγουμε την καταστροφική υπερθέρμανση του πλανήτη, αλλά όχι στο πλαίσιο των κανόνων του καπιταλισμού όπως έχουν οριστεί σήμερα. Γεγονός που μπορεί να αποτελεί το καλύτερο επιχείρημα που είχαμε ποτέ για να αλλάξουμε τους κανόνες.
Για να έχουμε έστω μια πιθανότητα 50-50 να φτάσουμε το στόχο χρειάζεται οι βιομηχανικές χώρες να αρχίσουν αυτή τη στιγμή τη μείωση των εκπομπών αερίων ρύπων περίπου 10% κάθε χρόνο. Αλλά οι Άντερσον και Μπόους πάνε ακόμα παραπέρα επισημαίνοντας ότι αυτός ο στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί με μετριοπαθείς τιμές στον άνθρακα και λύσεις πράσινης τεχνολογίας. Αυτά τα μέτρα θα βοηθήσουν οπωσδήποτε, αλλά απλώς δεν φτάνουν. Η πτώση της τάξης του 10% στις εκπομπές αερίων ρύπων κάθε χρόνο δεν έχει προηγούμενο από όταν αρχίσαμε να ενεργοδοτούμε τις οικονομίες μας με άνθρακα. Για την ακρίβεια, περικοπές πάνω από το 1% το χρόνο «έχουν ιστορικά συνδεθεί μόνο με περιόδους οικονομικής ύφεσης ή αναταραχής», όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος Νίκολας Στερν στην αναφορά του προς τη βρετανική κυβέρνηση, το 2006. Ακόμα και μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, μειώσεις αυτής της κλίμακας δεν συνέβησαν (οι χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είχαν μείωση της τάξης του 5% περίπου σε περίοδο 10 χρόνων). Δεν συνέβησαν τέτοιες μειώσεις ούτε το 2008 με την κατάρρευση της Γουόλ Στριτ (οι εύρωστες χώρες είχαν πτώση των ρύπων περίπου 7% μεταξύ του 2008 και του 2009, αλλά οι εκπομπές άνθρακα γνώρισαν ζωηρή ανάκαμψη το 2010 και οι εκπομπές της Κίνας και της Ινδίας συνέχισαν να αυξάνονται). Μόνο στις άμεσες επιπτώσεις της χρεοκοπίας των αγορών του 1929, οι ΗΠΑ είδαν τις εκπομπές τους να μειώνονται για αρκετά χρόνια πάνω από 10% ετησίως, σύμφωνα με ιστορικά στοιχεία από το Κέντρο Ανάλυσης και Πληροφόρησης Διοξειδίου του Άνθρακα. Αλλά πρόκειται για τη χειρότερη οικονομική κρίση της σύγχρονης εποχής.
Εάν θέλουμε να αποφύγουμε τέτοια σφαγή και παράλληλα να πετύχουμε τον επιστημονικά τεκμηριωμένο στόχο μας, πρέπει να διαχειριστούμε τη μείωση της χρήσης άνθρακα προσεκτικά, λαμβάνοντας υπόψη αυτό που οι Άντερσον και Μπόους περιγράφουν ως «ριζικές και άμεσες στρατηγικές απο-ανάπτυξης στις ΗΠΑ, την ΕΕ και άλλα εύρωστα κράτη».
Πράγμα το οποίο είναι ευκταίο, αν παρακάμψουμε το γεγονός ότι το οικονομικό μας σύστημα έχει ως φετίχ την αύξηση του ΑΕΠ, χωρίς να συνυπολογίζει τις ανθρώπινες και περιβαλλοντικές επιπτώσεις, και ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική τάξη έχει εγκαταλείψει εντελώς την ευθύνη της να διαχειριστεί οτιδήποτε (εφόσον οι αγορές είναι η αόρατη αυθεντία στην οποία όλα πρέπει να επαφίενται).
Επομένως, αυτό που στην πραγματικότητα λένε οι Άντερσον και Μπόους, είναι ότι υπάρχει ακόμα χρόνος να αποφύγουμε την καταστροφική υπερθέρμανση του πλανήτη, αλλά όχι στο πλαίσιο των κανόνων του καπιταλισμού όπως έχουν οριστεί σήμερα. Γεγονός που μπορεί να αποτελεί το καλύτερο επιχείρημα που είχαμε ποτέ για να αλλάξουμε τους κανόνες.
Τυφλός καπιταλισμός
Σε ένα δοκίμιο που δημοσιεύτηκε το 2012 στο επιστημονικό περιοδικό «Nature Climate Change», οι Άντερσον και Μπόους πέταξαν το γάντι κατηγορώντας πολλούς από τους επιστήμονες συναδέλφους τους ότι παραλείπουν να ομολογήσουν το είδος των αλλαγών που η κλιματική αλλαγή απαιτεί από την ανθρωπότητα: Αναπτύσσοντας σενάρια για τις εκπομπές αερίων ρύπων, οι επιστήμονες επανειλημμένα και σοβαρά υπονομεύουν τα συμπεράσματα των δικών τους αναλύσεων. Όταν μιλάνε για αποφυγή της ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη πάνω από τους 2 βαθμούς Κελσίου, το «ανέφικτο» μεταφράζεται ως «δύσκολο αλλά εφικτό», ενώ το «επείγον και ριζικό» γίνεται «πρόκληση», ώστε να εξευμενιστεί ο θεός της οικονομίας (ή, πιο συγκεκριμένα, ο χρηματοπιστωτικός).
Με άλλα λόγια, επιδιώκοντας να φανούν συνετοί στους νεοφιλελεύθερους οικονομικούς κύκλους, οι επιστήμονες «απαλύνουν» δραματικά τα συμπεράσματα των ερευνών τους. Τον Αύγουστο του 2013, ο Άντερσον αποφάσισε να γίνει ακόμα πιο τραχύς, γράφοντας ότι το πλοίο έχει αποπλεύσει προς σταδιακή αλλαγή: Ίσως, το 1992, στη Σύνοδο της Γης, ή ακόμα και στην αλλαγή της χιλιετίας, το επίπεδο των 2 βαθμών Κελσίου μπορούσε να επιτευχθεί με σημαντικές αναπτυξιακές αλλαγές στο πλαίσιο της παρούσας πολιτικής και οικονομικής ηγεμονίας. Αλλά η κλιματική αλλαγή λειτουργεί σωρευτικά! Τώρα, στο 2013, εμείς που ζούμε σε μετάβιομηχανικές χώρες που υπέρ-εκπέμπουν, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια πολύ διαφορετική προοπτική. Η συνεχής και συλλογική σπατάλη άνθρακα εξάντλησε κάθε ευκαιρία για «αναπτυξιακή αλλαγή», που ήταν δυνατή στον προηγούμενο (και πιο «γενναιόδωρο») σχεδιασμό με το όριο των 2 βαθμών Κελσίου. Σήμερα, μετά από δύο δεκαετίες μπλόφας και ψέματος, το ίδιο όριο απαιτεί επαναστατική αλλαγή στην πολιτική και οικονομική ηγεμονία» (οι υπογραμμίσεις δικές του).
Ίσως δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι κάποιοι επιστήμονες που μελετούν το κλίμα μοιάζουν τρομαγμένοι από τα συμπεράσματα των ίδιων τους των ερευνών. Οι περισσότεροι απο αυτούς έκαναν ήσυχοι τη δουλειά τους μετρώντας παγόβουνα, τρέχοντας προγράμματα για το πλανητικό κλίμα και μελετώντας την οξύνιση των ωκεανών, για να ανακαλύψουν ότι, όπως το θέτει ο αυστραλός ειδικός στο κλίμα και συγγραφέας Κλάιβ Χάμιλτον, «ασυναίσθητα αποσταθεροποιούσαν την πολιτική και κοινωνική τάξη». Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έχουν συνείδηση της επαναστατικής φύσης της κλιματικής επιστήμης. Αυτός είναι ο λόγος που οι κυβερνήσεις που αποφάσισαν να αγνοήσουν τις δεσμεύσεις τους για το κλίμα προς όφελος της εξόρυξης άνθρακα, χρειάστηκε να επιστρατεύσουν πιο τραμπούκικους τρόπους για να επιβάλουν σιωπή και φόβο στους επιστήμονες των χωρών τους. Στη Βρετανία, αυτή η στρατηγική εφαρμόζεται πλέον ανοιχτά, με τον Ίαν Μπόιντ, ανώτατο επιστημονικό σύμβουλο στο Τμήμα Περιβάλλοντος, Τροφής και Αγροτικών Υποθέσεων, να γράφει πρόσφατα ότι οι επιστήμονες θα πρέπει να αποφεύγουν «να υποδηλώνουν ότι οι πολιτικές είναι είτε σωστές είτε λάθος» και ότι θα πρέπει να εκφράζουν τις απόψεις τους «δουλεύοντας με αναγνωρισμένους συμβούλους (όπως εγώ), και με το να είναι η φωνή της λογικής, και όχι της διαφωνίας, στο δημόσιο χώρο».
Εάν θέλετε να μάθετε πού οδηγεί αυτό, μπορείτε να πληροφορηθείτε τι συμβαίνει στον Καναδά όπου ζω. Η κυβέρνηση των Συντηρητικών του Στίβεν Χάρπερ έχει κάνει τόσο αποτελεσματική δουλειά στη φίμωση των επιστημόνων και στην παύση κρίσιμων ερευνητικών προγραμμάτων, που, τον Ιούλιο του 2012, περίπου 2.000 επιστήμονες και υποστηρικτές τέλεσαν μια κηδεία, στο Λόφο του Κοινοβουλίου στην Οτάβα, στη μνήμη «του θανάτου των αποδεικτικών στοιχείων». Τα πανό τους έγραφαν: «Χωρίς επιστήμη, δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία, δεν υπάρχει αλήθεια».
Αλλά η αλήθεια αποκαλύπτεται έτσι κι αλλιώς. Το ότι το εξελισσόμενο κυνήγι του κέρδους και της ανάπτυξης αποσταθεροποιεί τη ζωή στον πλανήτη, δεν είναι ένα γεγονός που χρειάζεται να διαβάσουμε επιστημονικά περιοδικά για να το πληροφορηθούμε. Τα πρώτα σημάδια αποκαλύπτονται μπροστά στα μάτια μας και αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων αντιδρά όπως απαιτείται: εμποδίζοντας την υδραυλική εξόρυξη αερίου από σχιστόλιθο στο Μπαλκόμπ της Βρετανίας, τα εξορυκτικά σχέδια της Ρωσίας στην Αρκτική, οδηγώντας στο δικαστήριο διακινητές πετρελαϊκής άμμου για παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων ιθαγενών και με αμέτρητες άλλες δράσεις αντίστασης, μεγαλύτερες ή μικρότερες. Στο σχέδιο του Μπραντ Γουέρνερ, αυτή είναι η «τριβή» που απαιτείται για να κάμψει τις δυνάμεις της αποσταθεροποίησης. Ο σπουδαίος ακτιβιστής για το κλίμα Μπιλ Μακ Γκίμπεν καλεί τα «αντισώματα» να ξεσηκωθούν, για να συγκρουστούν με τον «πυρετό» που πλήττει τον πλανήτη.
Δεν είναι επανάσταση, αλλά είναι μια αρχή. Και ίσως έτσι κερδίσουμε αρκετό χρόνο μέχρι να βρούμε έναν τρόπο να ζούμε σε αυτόν τον πλανήτη χωρίς να τον γα**με.
Σε ένα δοκίμιο που δημοσιεύτηκε το 2012 στο επιστημονικό περιοδικό «Nature Climate Change», οι Άντερσον και Μπόους πέταξαν το γάντι κατηγορώντας πολλούς από τους επιστήμονες συναδέλφους τους ότι παραλείπουν να ομολογήσουν το είδος των αλλαγών που η κλιματική αλλαγή απαιτεί από την ανθρωπότητα: Αναπτύσσοντας σενάρια για τις εκπομπές αερίων ρύπων, οι επιστήμονες επανειλημμένα και σοβαρά υπονομεύουν τα συμπεράσματα των δικών τους αναλύσεων. Όταν μιλάνε για αποφυγή της ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη πάνω από τους 2 βαθμούς Κελσίου, το «ανέφικτο» μεταφράζεται ως «δύσκολο αλλά εφικτό», ενώ το «επείγον και ριζικό» γίνεται «πρόκληση», ώστε να εξευμενιστεί ο θεός της οικονομίας (ή, πιο συγκεκριμένα, ο χρηματοπιστωτικός).
Με άλλα λόγια, επιδιώκοντας να φανούν συνετοί στους νεοφιλελεύθερους οικονομικούς κύκλους, οι επιστήμονες «απαλύνουν» δραματικά τα συμπεράσματα των ερευνών τους. Τον Αύγουστο του 2013, ο Άντερσον αποφάσισε να γίνει ακόμα πιο τραχύς, γράφοντας ότι το πλοίο έχει αποπλεύσει προς σταδιακή αλλαγή: Ίσως, το 1992, στη Σύνοδο της Γης, ή ακόμα και στην αλλαγή της χιλιετίας, το επίπεδο των 2 βαθμών Κελσίου μπορούσε να επιτευχθεί με σημαντικές αναπτυξιακές αλλαγές στο πλαίσιο της παρούσας πολιτικής και οικονομικής ηγεμονίας. Αλλά η κλιματική αλλαγή λειτουργεί σωρευτικά! Τώρα, στο 2013, εμείς που ζούμε σε μετάβιομηχανικές χώρες που υπέρ-εκπέμπουν, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια πολύ διαφορετική προοπτική. Η συνεχής και συλλογική σπατάλη άνθρακα εξάντλησε κάθε ευκαιρία για «αναπτυξιακή αλλαγή», που ήταν δυνατή στον προηγούμενο (και πιο «γενναιόδωρο») σχεδιασμό με το όριο των 2 βαθμών Κελσίου. Σήμερα, μετά από δύο δεκαετίες μπλόφας και ψέματος, το ίδιο όριο απαιτεί επαναστατική αλλαγή στην πολιτική και οικονομική ηγεμονία» (οι υπογραμμίσεις δικές του).
Ίσως δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι κάποιοι επιστήμονες που μελετούν το κλίμα μοιάζουν τρομαγμένοι από τα συμπεράσματα των ίδιων τους των ερευνών. Οι περισσότεροι απο αυτούς έκαναν ήσυχοι τη δουλειά τους μετρώντας παγόβουνα, τρέχοντας προγράμματα για το πλανητικό κλίμα και μελετώντας την οξύνιση των ωκεανών, για να ανακαλύψουν ότι, όπως το θέτει ο αυστραλός ειδικός στο κλίμα και συγγραφέας Κλάιβ Χάμιλτον, «ασυναίσθητα αποσταθεροποιούσαν την πολιτική και κοινωνική τάξη». Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έχουν συνείδηση της επαναστατικής φύσης της κλιματικής επιστήμης. Αυτός είναι ο λόγος που οι κυβερνήσεις που αποφάσισαν να αγνοήσουν τις δεσμεύσεις τους για το κλίμα προς όφελος της εξόρυξης άνθρακα, χρειάστηκε να επιστρατεύσουν πιο τραμπούκικους τρόπους για να επιβάλουν σιωπή και φόβο στους επιστήμονες των χωρών τους. Στη Βρετανία, αυτή η στρατηγική εφαρμόζεται πλέον ανοιχτά, με τον Ίαν Μπόιντ, ανώτατο επιστημονικό σύμβουλο στο Τμήμα Περιβάλλοντος, Τροφής και Αγροτικών Υποθέσεων, να γράφει πρόσφατα ότι οι επιστήμονες θα πρέπει να αποφεύγουν «να υποδηλώνουν ότι οι πολιτικές είναι είτε σωστές είτε λάθος» και ότι θα πρέπει να εκφράζουν τις απόψεις τους «δουλεύοντας με αναγνωρισμένους συμβούλους (όπως εγώ), και με το να είναι η φωνή της λογικής, και όχι της διαφωνίας, στο δημόσιο χώρο».
Εάν θέλετε να μάθετε πού οδηγεί αυτό, μπορείτε να πληροφορηθείτε τι συμβαίνει στον Καναδά όπου ζω. Η κυβέρνηση των Συντηρητικών του Στίβεν Χάρπερ έχει κάνει τόσο αποτελεσματική δουλειά στη φίμωση των επιστημόνων και στην παύση κρίσιμων ερευνητικών προγραμμάτων, που, τον Ιούλιο του 2012, περίπου 2.000 επιστήμονες και υποστηρικτές τέλεσαν μια κηδεία, στο Λόφο του Κοινοβουλίου στην Οτάβα, στη μνήμη «του θανάτου των αποδεικτικών στοιχείων». Τα πανό τους έγραφαν: «Χωρίς επιστήμη, δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία, δεν υπάρχει αλήθεια».
Αλλά η αλήθεια αποκαλύπτεται έτσι κι αλλιώς. Το ότι το εξελισσόμενο κυνήγι του κέρδους και της ανάπτυξης αποσταθεροποιεί τη ζωή στον πλανήτη, δεν είναι ένα γεγονός που χρειάζεται να διαβάσουμε επιστημονικά περιοδικά για να το πληροφορηθούμε. Τα πρώτα σημάδια αποκαλύπτονται μπροστά στα μάτια μας και αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων αντιδρά όπως απαιτείται: εμποδίζοντας την υδραυλική εξόρυξη αερίου από σχιστόλιθο στο Μπαλκόμπ της Βρετανίας, τα εξορυκτικά σχέδια της Ρωσίας στην Αρκτική, οδηγώντας στο δικαστήριο διακινητές πετρελαϊκής άμμου για παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων ιθαγενών και με αμέτρητες άλλες δράσεις αντίστασης, μεγαλύτερες ή μικρότερες. Στο σχέδιο του Μπραντ Γουέρνερ, αυτή είναι η «τριβή» που απαιτείται για να κάμψει τις δυνάμεις της αποσταθεροποίησης. Ο σπουδαίος ακτιβιστής για το κλίμα Μπιλ Μακ Γκίμπεν καλεί τα «αντισώματα» να ξεσηκωθούν, για να συγκρουστούν με τον «πυρετό» που πλήττει τον πλανήτη.
Δεν είναι επανάσταση, αλλά είναι μια αρχή. Και ίσως έτσι κερδίσουμε αρκετό χρόνο μέχρι να βρούμε έναν τρόπο να ζούμε σε αυτόν τον πλανήτη χωρίς να τον γα**με.
ΠΗΓΗ:epohi.gr