Ή ο υπουργός Υγείας, η σουπιά, ο ΕΟΠΥΥ και η Σουηδία
Αν
και το (πραγματικό και ολοκληρωμένο) σχέδιο νόμου και η απορρύθμιση της
Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στη χώρα βρίσκονται ακόμη στα συρτάρια
του υπουργού Ηρόστρατου της Υγείας, οι δηλώσεις, οι ενέργειες, οι
κραυγαλέες αντιφάσεις και τα ψέματα στις δημόσιες τοποθετήσεις του ίδιου
προμηνύουν τα χειρότερα και αποκαλύπτουν περισσότερα από όσα και η
συγκυβέρνηση, στην παρούσα φάση, θα ήθελε.
Του Γιάννη Νικολόπουλου
Εξάλλου, ικανότερος κατήγορος
και επαρκέστερη διάψευση από την ίδια την πραγματικότητα για την
πολιτική της συγκυβέρνησης στο χώρο της Υγείας, και ειδικά στον τομέα
της φροντίδας και της πρόληψης, δεν υπάρχει. Πραγματικότητα που
συνθέτουν στοιχεία, μαρτυρίες και πίνακες, αλλά και το…άγχος της
συγκυβέρνησης να βρει εδώ και τώρα τους επόμενους 12.500 δημόσιους
υπαλλήλους που θα απολυθούν ή θα μπουν στο Καθαρτήριο της
«διαθεσιμότητας», μέχρι την επόμενη φάση της εσωτερικής υποτίμησης και
της δημοσιονομικής και κοινωνικής καταβαράθρωσης, όταν θα αναζητούνται
οι επόμενοι 12-13-14.000 (και πάει λέγοντας…), οι οποίοι θα απολυθούν,
για να επιταθεί ο φαύλος κύκλος της ύφεσης και της καταστροφής.
Ας
ξεκινήσουμε από το προφανές: Το σχέδιο νόμου για το ΠΕΔΥ, το οποίο
τέθηκε σε διαβούλευση την περασμένη εβδομάδα, είναι, σίγουρα, ένα σχέδιο
νόμου-τομή. Όχι βέβαια, τομή, όπως την εννοεί και την προπαγανδίζει ο
Ηρόστρατος Γεωργιάδης. Η τομή είναι τόσο βαθιά, που έχει ως αποτέλεσμα
τον ακρωτηριασμό. Ακρωτηριάζονται υποδομές, ακρωτηριάζεται προσωπικό,
ακρωτηριάζονται υπηρεσίες.
Μέσα στα πρώτα, τρία χρόνια εφαρμογής
του Μνημονίου (2010-2012), το βασικό πρόβλημα στο χώρο της υγείας, όπως
το περιέγραφαν στην πανευρωπαϊκή έρευνα European Quality of Life Survey
(2012) οι έλληνες πολίτες, ήταν ότι 6 στους δέκα δεν μπορούσαν να
πραγματοποιήσουν επίσκεψη στο γιατρό τους, εξαιτίας του κατακόρυφα
αυξημένου κόστους της επίσκεψης. Του κόστους επίσκεψης που έπρεπε να
καταβάλουν απευθείας από την τσέπη τους. Των χρημάτων που έπρεπε να
πληρώσουν επιπλέον, αυτά τα χρόνια, άνθρωποι, εργαζόμενοι, οικογένειες
που υπήρξαν συνεπείς ως «συνήθη υποζύγια», στους φόρους και τις εισφορές
τους, και μέσα σε λίγο διάστημα, είδαν όλα τα κόστη ζωής να
εκτοξεύονται, τα εισοδήματά τους να εξανεμίζονται και το κράτος να
παραιτείται κάθε παρεμβατικού, προς όφελος της κοινωνίας, ρόλου του.
Έτσι ορθώθηκαν τα πρώτα, μεγάλα εμπόδια, τα πρώτα τείχη αποκλεισμού για
τους εκατοντάδες χιλιάδες, οι οποίοι, σταδιακά, έχαναν τη δημόσια
ασφαλιστική κάλυψη υγείας, καθυστερούσαν ή αδυνατούσαν να πληρώσουν τις
εισφορές τους, απολύονταν, φτώχαιναν, περιθωριοποιούνταν και μοναδικό
τους στήριγμα έγινε κάποιο Κοινωνικό Ιατρείο ή Φαρμακείο της γειτονιάς.
Ένα
βασικό επιχείρημα της πλευράς Γεωργιάδη είναι ότι ο ΕΟΠΥΥ, και
συγκεκριμένα οι Υγειονομικές του Μονάδες, στις οποίες, στα άρθρα του
σχεδίου νόμου μπαίνει λουκέτο, κόστιζαν υπερβολικά, απαγορευτικά
υπερβολικά, για το δημόσιο και τον ίδιο τον ΕΟΠΥΥ. Μια έρευνα των
εργαζόμενων στον ΕΟΠΥΥ, τον Οκτώβριο του 2013, κατέρριψε αυτό το
επιχείρημα. Συγκρίνοντας τις ίδιες εξετάσεις, για το ίδιο πλήθος
ασθενών, συμπεριλαμβάνοντας το σύνολο και του κόστους λειτουργίας
(ενοίκια, μισθοδοσία, πάγιοι λογαριασμοί), αποκαλύφτηκε ότι ο ΕΟΠΥΥ
κατέβαλε για τις δικές του Υγειονομικές Μονάδες (στις περιοχές έρευνας,
στον Πειραιά και στην Αχαΐα) κάτι περισσότερο από 2 εκατομμύρια ευρώ,
ενώ στις ιδιωτικές, εργαστηριακές μονάδες κάτι περισσότερο από 9
εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή τα τετραπλάσια (και βάλε…). Στο ίδιο μοτίβο,
στην ίδια έρευνα, προέκυπτε ότι η «μεροληπτική» διοχέτευση ασθενών για
εξετάσεις στα – βελτιωμένα, με προσθήκες που μπορούσαν άμεσα να γίνουν,
στη στελέχωση και τον εξοπλισμό - εργαστήρια του ΕΟΠΥΥ, θα εξοικονομούσε
τουλάχιστον 150.000.000 ευρώ το χρόνο για τον Οργανισμό, πρόταση που
αποτελούσε και παλιότερη διεκδίκηση των εργαζομένων στις Υγειονομικές
Μονάδες του πρώην ΙΚΑ.
Ο Γεωργιάδης βέβαια, δε σταματά εκεί.
Απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ,
Μανώλη Γλέζου, ο, κατά δήλωση του, «εκπρόσωπος του ιδιωτικού τομέα στο
υπουργείο Υγείας» επιχειρηματολόγησε για την ουσιαστική κατάλυση του
κοινωνικού κράτους και την πλήρη ιδιωτικοποίηση της ασφάλισης, της
υγείας και της εκπαίδευσης. «Η ιδέα που επικράτησε στην Ελλάδα τα
τελευταία τριάντα χρόνια ότι δημόσιο σημαίνει τσάμπα είναι καταστροφική.
Πρέπει να την αλλάξουμε όσο μπορούμε γρηγορότερα. Αυτό οδήγησε στην
απαξίωση του δημοσίου, η αίσθηση ότι αφού είναι δημόσιο, πρέπει να είναι
και τσάμπα. Δεν είναι έτσι και δεν είναι πουθενά στον κόσμο έτσι»,
είπε, παραθέτοντας, με αφορμή και τα 25 ευρώ εξιτήριο νοσηλείας στο ΕΣΥ,
που αποσύρθηκαν και μετατράπηκαν σε επιβάρυνση στα προϊόντα καπνού,
διάφορες χώρες που υποτίθεται ισχύει παραπλήσιο μέτρο (Γερμανία,
Σουηδία, Ολλανδία, Γαλλία).
Αν είναι συνεπής σε κάτι ο Γεωργιάδης
είναι στην τακτική της σουπιάς, που θολώνει τα νερά, πετώντας μελάνι,
για να ξεφύγει από τους διώκτες της – στην περίπτωσή μας, από όσους
ασκούν εύλογα κριτική και εξοργίζονται δίκαια για την πολιτική, που
ακολουθούν αυτός και η συγκυβέρνηση. Θολώνοντας τη μεγάλη εικόνα,
κερδίζει πρόσκαιρα, την μικροπολιτική επιβίωση.
Πρώτο ψέμα: Το
δημόσιο «δεν είναι τσάμπα». Για την ακρίβεια, δεν ήταν «τσάμπα» και τα
χρόνια πριν από την κρίση. Οι συνεπείς φορολογούμενοι, οι συνεπείς
συνεισφέροντες, οι μικρομεσαίοι, οι συνταξιούχοι, οι μισθωτοί, οι
αγρότες υπήρξαν εκείνοι που πλήρωσαν και στήριξαν το δημόσιο κορβανά
και, συνακόλουθα, το δημόσιο σύστημα υγείας, ευελπιστώντας στην
ανταποδοτικότητα του και στη συνέπεια ανταπόκρισης στις ίδιες
υποχρεώσεις των υπόλοιπων, των εχόντων και κατεχόντων, του εν Ελλάδι
«1%» του μεγάλου πλούτου. Όπως πικρά έχει δείξει η εμπειρία της κρίσης
διαψεύστηκαν, προδόθηκαν, εξαπατήθηκαν.
Οι υπηρεσίες υγείας και
ασφάλισης, που έπρεπε να είναι δωρεάν (όταν έχει κανείς καταβάλει και
τους φόρους και τις εισφορές του), προσπελάσιμες, ανοιχτές, στελεχωμένες
και εξοπλισμένες, ανταποδοτικές, υπονομεύτηκαν, συστηματικά και σε
βάθος δεκαπενταετίας τουλάχιστον, προς όφελος και δόξα των πραγματικών
«τσαμπατζήδων» της χώρας : Των θαλασσοδανειστών και θαλασσοδανειζομένων –
με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου -, των φοροφυγάδων, των
offshoreούχων, του εν Ελλάδι «1%» που οχυρώθηκε πίσω από μίζες,
αδιαφανείς χρηματοδοτήσεις, υπόγειες επιδοτήσεις, κραυγαλέα άδικες και
επιδεικτικά νομότυπες φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις. Το ίδιο «1%»,
που «μαζί τα έφαγε», οι «εκατό οικογένειες και οι χίλιοι κολλητοί τους»,
σύμφωνα με την παλιότερη έκφραση δημοσιογράφου, σημερινού διευθυντή
μεγάλης εφημερίδας, αύξησε τα πλούτη του μέσα στην κρίση κατά 20%. Κάπως
έτσι, με αυτή την νοοτροπία ατιμωρησίας και αυθαιρεσίας των εχόντων –
και των εχόντων μεγαλοεπιχειρηματιών στην υγεία- «απαξιώθηκε το
δημόσιο».
Επίσης «πουθενά στον κόσμο», οι δημόσιες δαπάνες στην
υγεία δεν έχουν βρεθεί σε ελεύθερη πτώση, όπως τα τελευταία χρόνια στην
Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην μείωση των δαπανών υγείας στις
χώρες του ΟΟΣΑ: Οι συνολικές δαπάνες υγείας έχουν μειωθεί κατά 11%
διαδοχικά το 2010 και 2011, ενώ οι σχετικές μειώσεις στην συνταγογραφία
φαρμάκων ήταν 13%, κυρίως μέσω της κλιμάκωσης μιας οριοθέτησης, στα όρια
της απαγόρευσης, συνταγογράφησης και όχι της επανατιμολόγησης ή της
επαναδιαπραγμάτευσης τιμών φαρμάκων. Την ίδια στιγμή η Ελλάδα παρουσίαζε
ήδη πριν από την κρίση, σαφώς χαμηλότερο ποσοστό δημοσίων δαπανών
υγείας σε σχέση με το μέσο επίπεδο των χωρών του ΟΟΣΑ (65% έναντι 72%)
και σοβαρές ελλείψεις προσωπικού παρατηρούνταν στα νοσοκομεία. Για
παράδειγμα, η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι στην Ελλάδα
απασχολούνται 3,3 νοσοκόμες ανά 1000 άτομα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό
για τις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 8,3.
Πάμε και στα διεθνή
παραδείγματα. Ας δούμε τι επικρατεί σε μία χώρα με ιστορία δημόσιας,
κοινωνικής πολιτικής και πληθυσμό παραπλήσιο με την Ελλάδα, τη Σουηδία
(9,7 εκατ. κάτοικοι), που τη χρησιμοποιεί και ως… παράδειγμα ο υπουργός
Υγείας. Ο Γεωργιάδης αποσπά το – απολύτως πραγματικό – στοιχείο (ότι οι
Σουηδοί πληρώνουν από την τσέπη τους, καταβάλλοντας εισιτήριο ή
εξιτήριο) από ένα πιο σύνθετο και σε διαφορετικές ασφαλιστικές και
οικονομικές βάσεις και κυρίως, σε διαφορετική λογική, δομημένο σύστημα.
Στη Σουηδία όντως ο ασθενής πληρώνει συμμετοχή από την πρώτη στιγμή
συνάντησής του με το σύστημα υγείας, με μια κλιμάκωση που κυμαίνεται από
9 έως 34 ευρώ ανάλογα με την ιατρική πράξη (επίσκεψη σε φυσιοθεραπευτή
και εξιτήριο από Κέντρο Υγείας, αντίστοιχα). Το κράτος, όμως, έχει
θεσμοθετήσει ετήσιο πλαφόν στη συμμετοχή του, ετήσιο πλαφόν 125 ευρώ
στην ιδιωτική του δαπάνη, το οποίο εύκολα «πιάνει» κανείς, πχ όταν θα
χρειαστεί να νοσηλευτεί για 10 μέρες σε ένα Νοσοκομείο (ημερήσιο
νοσήλιο, 11 ευρώ). Αν κάποιος υπερβεί αυτό το πλαφόν μέσα σε ένα έτος,
τότε δεν πληρώνει πλέον απολύτως τίποτα : Όλες του οι ιατρικές και
θεραπευτικές ανάγκες καλύπτονται εξολοκλήρου από την – παρά τις
νεοφιλελεύθερες Σειρήνες, ακόμη ισχυρή δημόσια - ασφάλιση του και την
κρατική χρηματοδότηση των Κέντρων Υγείας και των Νοσοκομείων. Επίσης,
προστατευμένα μέλη, παιδιά και έφηβοι έως 20 ετών, δεν πληρώνουν
καθόλου. Σταθερές παρακολουθήσεις πχ εγκύων γυναικών από μαία, είναι
επίσης απολύτως δωρεάν. Απολύτως δωρεάν είναι και η απλή συμβουλευτική
και υποστηρικτική παρακολούθηση ασθενών από νοσηλευτή ή νοσηλεύτρια –
και η Σουηδία έχει στελεχώσει το σύστημά της, με πολύ, νοσηλευτικό
προσωπικό. Το ίδιο συμβαίνει και με τα επείγοντα περιστατικά που
παραπέμπονται από τον γενικό ιατρό σε Κέντρο Υγείας ή Νοσοκομείο.
Τελευταίο
στοιχείο και ίσως, πιο κρίσιμο, που ελαφρώς ξεφεύγει από τη στενή
λογική του συστήματος υγείας, αλλά δείχνει ότι καταρχάς οι Σουηδοί έχουν
μια προσωπική, οικονομική αφετηρία για να πληρώσουν αυτές τις δαπάνες
από την τσέπη τους, ό,τι και αν συμβαίνει: Η Σουηδία έχει θεσμοθετήσει
το ελάχιστο, εγγυημένο εισόδημα για όλους, ανεξάρτητα αν εργάστηκαν ή
όχι ποτέ στη ζωή τους οι δικαιούχοι του. Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα
φθάνει τα 700 ευρώ το μήνα (η Σουηδία έχει νόμισμα την κορώνα, 10
σουηδικές κορώνες αντιστοιχούν σε 1,13 ευρώ). Μπορεί, επομένως, να
συγκριθεί η Σουηδία με την Ελλάδα των μισθών – χαρτζιλικιών των 200 και
300 ευρώ, της μαζικής ανεργίας, της πλήρους εγκατάλειψης από την κρατική
μέριμνα, ανθρώπων που κατά τα άλλα πλήρωσαν φόρους και εισφορές ετών,
της εκτεταμένης ανασφάλιστης υποαπασχόλησης, της απόσυρσης του κράτους
από τον κοινωνικό του ρόλο και του συνεχώς μειούμενου πλαφόν στις
δημόσιες δαπάνες υγείας που στανικά διατηρεί η συγκυβέρνηση,
περικόπτοντας κάθε χρόνο του Μνημονίου τουλάχιστον ένα – 1,5 δις από το
δημόσιο σύστημα; Είναι το ίδιο να καταβάλει συμμετοχή στην περίθαλψη ο
Σουηδός του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, με τον Έλληνα του
εξανεμισμένου κατώτατου μισθού; Υπενθυμίζεται επίσης ότι ο ίδιος ο
πολύπαθος ΕΟΠΥΥ βρίσκεται στη δραματική κατάσταση να πρέπει να καταβάλει
- σε σχέση με τις δαπάνες 7,9 δις, που περιλάμβαναν κυρίως ιατρικές
πράξεις, εργαστηριακές εξετάσεις, φάρμακα και χρηματοδότηση των
Νοσοκομείων του ΕΣΥ, (απολογισμός ΕΟΠΥΥ 2011) - δαπάνες 4,4 δις
(Προϋπολογισμός οικονομικού έτους 2014). Και όλα αυτά την ώρα που ο
υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας δρομολογεί νέα μείωση στις
εργοδοτικές εισφορές ασφάλισης, υγείας και σύνταξης, επιφέροντας
περαιτέρω απόσυρση και αναχώρηση των εργοδοτών από το ασφαλιστικό
σύστημα της τάξης των 800 εκατ. ευρώ!
Αντί επιλόγου, επισυνάπτω
αποσπάσματα από την ανοιχτή επιστολή του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Δικτύου
Εθνικών Θεσμών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Άλαν Μίλερ, (16.1.2014),
που εστάλη στον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο και τον
πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, με αφορμή και
την ανάληψη της Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Ελλάδα.
«Προς
αποφυγή της περαιτέρω επιδείνωσης της κοινωνικής και ανθρωπιστικής
κατάστασης στην Ελλάδα, θα θέλαμε να επισημάνουμε μια σειρά μέτρων
λιτότητας, τα οποία έχουν οδηγήσει σε παραβιάσεις των δικαιωμάτων του
ανθρώπου κατά το παρελθόν και θα έπρεπε, συνεπώς, να επανασχεδιαστούν,
αντικατασταθούν ή εξαλειφθούν:
Απολύσεις, περικοπές μισθών και αυξήσεις φόρων στο πλαίσιο ενός συστήματος κοινωνικής προστασίας, το οποίο δεν έχει σχεδιαστεί για να απορροφά υψηλά ποσοστά ανεργίας και πολύ χαμηλούς μισθούς.
Περικοπές σε συντάξεις και άλλες παροχές κοινωνικής πρόνοιας. Διαδοχικές περικοπές έχουν μειώσει έως και 60% τις υψηλότερες συντάξεις και από 25 έως 30% τις χαμηλότερες.
Μείωση των δαπανών για τη δημόσια υγεία.
Ενέχοντας, μεταξύ άλλων, μεγαλύτερους χρόνους αναμονής και υψηλότερες
αμοιβές συμμετοχής, καθώς και τον αποκλεισμό φτωχών και
περιθωριοποιημένων ομάδων από το σύστημα υγείας. Αυτό πρέπει να
εξεταστεί σε συνδυασμό με το ότι όσοι είναι άνεργοι για χρονικό διάστημα
μεγαλύτερο του έτους χάνουν την πρόσβασή τους στην ασφάλεια υγείας.
Κατά συνέπεια, ένας αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων που ζουν στην Ελλάδα
στερούνται κάθε ή επαρκούς πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη
[…]
Στην
Ελλάδα, π.χ. το δικαίωμα σε κοινωνική ασφάλιση υποδαυλίζεται από τις
δραστικές περικοπές των κοινωνικών δαπανών. Το δικαίωμα στην υγεία
παραβιάζεται διαρκώς – π.χ. υπενθυμίζεται ότι το κόστος εισαγωγής στα
νοσοκομεία επιβαρύνει δυσανάλογα τους φτωχότερους της κοινωνίας και ότι
το ένα τρίτο του πληθυσμού δε διαθέτει κοινωνική ασφάλιση».
Στοιχεία
αντλήθηκαν από την Έκθεση του ΣΥΡΙΖΑ «Η Μαύρη Βίβλος του Μνημονίου» και
το άρθρο του γενικού γιατρού Αργύρη Αργυρίου «Τι κοστίζει για να
επισκεφθείς γιατρό ή νοσοκομείο στη Σουηδία;».
ΠΗΓΗ:rednotebook.gr