Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία είναι το πρόβλημα της ανεργίας. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πρώτη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση με ποσοστό 28% (στοιχεία
Νοεμβρίου 2013) από 9,7% που ήταν το Σεπτέμβριο του 2009 ενώ τον ίδιο
μήνα τα ποσοστά ανεργίας στις γυναίκες και στους νέους ανέρχονταν σε 32,2% και 61,4%
αντίστοιχα. Τα ποσοστά αυτά είναι απόρροια των μνημονιακών πολιτικών
που ασκήθηκαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η δε πραγματική ανεργία
εκτιμάται ότι φτάνει ήδη το 34% και το ύψος της θα ήταν ακόμη
μεγαλύτερο, αν υπολογίζαμε και την μετανάστευση των νέων στο εξωτερικό,
οι οποίοι εξαναγκάστηκαν να φύγουν για τον ίδιο λόγο.
Της ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΣΠΑΝΟΥ*
Για να κατανοήσουμε το μέγεθος του προβλήματος αναφέρουμε ότι το υψηλότερο σημείο στο οποίο έφτασε η ανεργία στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου ήταν στο 25%. Η κυβέρνηση, όμως, δε σταματά αλλά εντείνει τις πολιτικές της αδιαφορώντας για το μέγεθος της κοινωνικής εξαθλίωσης. Aυτό συμβαίνει γιατί η αύξηση της ανεργίας δεν αποτελεί παράπλευρη απώλεια των μνημονιακών πολιτικών αλλά στόχο, καθώς εξαιτίας της υποβαθμίζεται πλήρως η διαπραγματευτική ικανότητα των μισθωτών, αποδιαρθρώνονται οι εργασιακές σχέσεις, καταργείται κάθε εργατικό ή κοινωνικό δικαίωμα και συμπιέζεται ακόμη περισσότερο το εργατικό κόστος.
Για τους λόγους αυτούς μπορούμε να κατανοήσουμε τα επιπλέον μέτρα που προωθεί η κυβέρνηση, την απελευθέρωση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα και χιλιάδες απολύσεις στο δημόσιο. Οι νέες διαπραγματεύσεις που γίνονται με την τρόικα έχουν αυτό το περιεχόμενο. Ήδη έχει ολοκληρωθεί ο χρόνος διάρκειας της διαθεσιμότητας για χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους και σε ένα μήνα θα έχουμε πλέον τις πρώτες απολύσεις στο Δημόσιο (μετά την εφεδρεία που έχει κριθεί αντισυνταγματική από το ΣτΕ).
Επιπλέον, συζητείται ήδη το νέο σχέδιο νόμου για τη Δημόσια Διοίκηση βάσει του οποίου καταργούνται 23 οργανισμοί και προετοιμάζονται νέες διαθεσιμότητες-απολύσεις για τους εργαζόμενους μέσω της διαδικασίας της «αξιολόγησης» όπου υποχρεωτικά το 15% των εργαζομένων θα κριθούν ως ανεπαρκείς και άρα υποψήφιοι προς διαθεσιμότητα και απόλυση.
Με βάση, λοιπόν, τις δρομολογημένες ήδη απολύσεις αλλά και το σχέδιο νόμου που θα αποτελέσει μόνιμο μηχανισμό απολύσεων και για το μέλλον, η ανεργία στη χώρα μας θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Ακόμη και οι πλέον δυσοίωνες προβλέψεις δεν υπολόγιζαν τις απολύσεις στο Δημόσιο βάσει των οποίων η ανεργία θα ξεπεράσει τα πιο εφιαλτικά νούμερα που μόνο σε εποχή πολέμου θα μπορούσε να έχει μια χώρα. Επιπλέον, πρέπει σε αυτό το σημείο να τονιστεί ότι οι απολύσεις στο δημόσιο τομέα συνοδεύονται από πεντάμηνα προγράμματα απασχόλησης, με αμοιβή 495€, με τα οποία επιχειρείται α) να αλλάξει το εργασιακό πρότυπο –ανασφαλής, ελαστική και προσωρινή απασχόληση ως κανόνας παντού, β) να καλυφθούν όπως-όπως οι «τρύπες» που δημιουργούνται στις υπηρεσίες του κράτους και γ) να είναι περισσότερο εξαρτημένοι οι εργαζόμενοι ούτως ώστε εύκολα να αποτελούν εκλογική πελατεία.
Οι απολύσεις βέβαια στο Δημόσιο δε θα έχουν ως μοναδική συνέπεια την αύξηση της ανεργίας. Η κατάργηση βασικών τομέων και κοινωνικών υπηρεσιών είναι άμεση συνέπεια και ήδη το βλέπουμε με την κατάργηση των ιατρείων στον ΕΟΠΠΥ, την κατάρρευση των νοσοκομείων, την αγωνιώδη καθημερινή αναζήτηση χιλιάδων ασθενών για στοιχειώδη περίθαλψη.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα του νοσοκομείου "Αττικό" το οποίο εξυπηρετούσε μέχρι στιγμής 3.000 ασθενείς μηνιαίως και μετά την κατάργηση των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ, καλείται να εξυπηρετήσει 5.000 και περισσότερους ασθενείς με το ίδιο προσωπικό.
Το χαρακτηριστικό, όμως, των νέων απολύσεων στο δημόσιο είναι η έλλειψη κάθε προστασίας για υπαλλήλους που απολύονται. Αυτό είναι ένα νέο δεδομένο το οποίο κορυφώνει την εργασιακή βαρβαρότητα και αποτελεί τον προπομπό ουσιαστικά για τις νέες ρυθμίσεις που πιθανότατα θα ισχύσουν και για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα.
Οι διατάξεις που υπάρχουν για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους (επίδομα ανεργίας, αποζημίωση, προστασία μητρότητας από απόλυση) δεν ισχύουν για το Δημόσιο με δεδομένο ότι μέχρι τώρα, σύμφωνα με τον υπαλληλικό κώδικα, οι δημόσιοι υπάλληλοι απολύονταν μόνο για πειθαρχικά ή ποινικά αδικήματα. Συνεπώς, οι μνημονιακές ρυθμίσεις που επιβάλλουν τις απολύσεις στο δημόσιο ανοίγουν ουσιαστικά τον δρόμο για κατάργηση κάθε νομικής προστασίας οποιουδήποτε εργαζομένου σε περίπτωση απόλυσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ετέθησαν σε διαθεσιμότητα και οδηγούνται σε απόλυση, μετά την ολοκλήρωση του οκτάμηνου, μητέρες οι οποίες ήταν σε κατάσταση κύησης/λοχείας ή εργαζόμενοι που ενώ έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα, δεν έχουν το όριο ηλικίας για καταβολή της σύνταξης με αποτέλεσμα να πρέπει να περιμένουν πολλά χρόνια μέχρι τη συμπλήρωση των αντίστοιχων ορίων (των 60 ή 65 χρόνων) χωρίς εισόδημα, ακόμα και χωρίς υγειονομική περίθαλψη.
Γεννάται το ερώτημα τώρα αν οι προστατευτικές διατάξεις για τον ιδιωτικό τομέα είναι ικανοποιητικές. Σαφέστατα όχι. Έχουν τροποποιηθεί προς το χειρότερο σε μεγάλο βαθμό (μείωση της αποζημίωσης, μείωση του επιδόματος ανεργίας, κ.ά.).
Για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο, όμως, δε θα ισχύουν ούτε αυτές οι περιορισμένες, ανεπαρκείς διατάξεις που ισχύουν για τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό δεν αποτελεί με κανένα τρόπο πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα στους εργαζομένους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα αλλά προμηνύει την κατάργηση των όποιων προστατευτικών διατάξεων έχουν απομείνει στον ιδιωτικό τομέα.
Μη ξεχνάμε τον τρόπο με τον οποίο μεθοδεύτηκαν όλες οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και τους μισθούς τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Άρχισαν με τις μισθολογικές μειώσεις για τους δημοσίους υπαλλήλους, τάχα για λόγους δημοσιονομικούς, και συνεχίστηκαν στον ιδιωτικό τομέα με την πλήρη αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και τις μαζικές απολύσεις.
Σήμερα, λοιπόν, με την στοχοποίηση του δημοσίου μέσα από τις απολύσεις και την κατάργηση κάθε προστασίας, είναι σίγουρο ότι αυτό θα επεκταθεί και στους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα με την απελευθέρωση των απολύσεων (συζητείται ήδη με την τρόικα), την κατάργηση κάθε προστασίας για τους ανέργους, την πλήρη καταστρατήγηση κάθε εργασιακού δικαιώματος.
Οι απολύσεις, λοιπόν, στο Δημόσιο έχουν τεράστιες συνέπειες για ολόκληρη την κοινωνία και ουσιαστικά διαμορφώνουν πλήρως το νέο εργασιακό τοπίο, που ήταν και ο μνημονιακός στόχος:
- Η μείωση μισθών και συντάξεων (η περαιτέρω μείωση των εργοδοτικών εισφορών κατά 3,9% αποτελεί νέο χτύπημα κατά των ασφαλιστικών ταμείων και θα οδηγήσει σε νέες μειώσεις συντάξεων)
- Απελευθέρωση απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα
-Απολύσεις και στο Δημόσιο
-Κατάργηση του κοινωνικού κράτους
-Κατάργηση κάθε προστασίας για τους ανέργους και τους απολυθέντες.
-Αύξηση της ανεργίας.
Όλα αυτά διαμορφώνουν το νέο εφιαλτικό εργασιακό τοπίο, όπου ο εργαζόμενος μετατρέπεται σε σύγχρονο σκλάβο χωρίς κανένα δικαίωμα, όχι μόνο εργασιακό αλλά ούτε καν τα στοιχειώδη δικαιώματα όσον αφορά στην πρόσβαση στην παιδεία, στην υγεία, στην κοινωνική πρόνοια. Η ανάγκη συνεπώς ανάπτυξης αγώνων ενάντια στις απολύσεις στο Δημόσιο αλλά και στην επικείμενη απελευθέρωση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα καθίσταται επιτακτική και σημαίνει ανάγκη υπεράσπισης της ζωής και της αξιοπρέπειας των πολιτών.
Η ευθύνη της Αριστεράς είναι να εμπνεύσει με τις θέσεις και τις προτάσεις της, να δώσει αυτοπεποίθηση και ελπίδα, να πείσει την συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού ότι με τους αγώνες του μπορεί να αποτρέψει την κοινωνική καταστροφή και να φέρει την πολιτική ανατροπή που έχει ανάγκη ο τόπος.
* Η Δέσποινα Σπανού είναι μέλος της Κ.Ε του ΣΥΡΙΖΑ και συντονίστρια του τμήματος εργατικής πολιτικής
ΠΗΓΗ:iskra.gr